Η Κεντρική Πλατεία της Αλεξάνδρειας και η μεγάλη και θαυμαστή ιστορία της, με τα “μάτια” του Ν. Νικηταρίδη

Όταν στα 1801, ο Μοχάμεντ Άλι στάλθηκε στην Αίγυπτο από την Πύλη, επικεφαλής 5.000 Αλβανών, η Αλεξάνδρεια ήταν σχεδόν ακατοίκητη, αφού οι περί τις 5.000 ψυχές που ζούσαν εκεί, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Έλληνες, είχαν συγκεντρωθεί λόγω της επιβίβασης των γαλλικών στρατευμάτων του Ναπολέοντα, όντας μικροπωλητές, αχθοφόροι και οδηγοί που είχαν ακολουθήσει το γαλλικό στρατό.

Αμέσως όταν ο Μοχάμεντ Άλι κατέστη το 1805 Βαλής της Αιγύπτου, φρόντισε να ξεκινήσουν εργασίες δημοσίου συμφέροντος στην Αλεξάνδρεια, αφού ήθελε να την καταστήσει συμπρωτεύουσα της χώρας του. Έτσι, αφού ο Άμρ Εμπν ελ Ας είχε καταστρέψει και αποκόψει τη διώρυγα που ύδρευε την πόλη, ο Μοχάμεντ Άλι διέταξε την όρυξη νέας διώρυγας, η οποία και ονομάστηκε Μαχμουδία προς τιμήν του Οθωμανού Σουλτάνου Μαχμούτ. Τροφοδοτούμενη τώρα με νερό η Αλεξάνδρεια, άρχιζε να προσελκύει πλήθος τεχνικών, εργατών και ειδικών για την οικοδόμησή της.

Όπως αναφέρει ο Κρίνο δε Κάστρο, ο πρώτος δρόμος της γεμάτης αμμώδεις λοφίσκους και σπασμένους κίονες πόλης, χαράχτηκε από την αποβάθρα του λιμένα ως την Πύλη της Ρωζέττης, δηλαδή περίπου ως το τέλος της μετέπειτα οδού Φουάντ, με μία μεγάλη πλατεία στα μέσα της διαδρομής σχήματος παραλληλόγραμμου μήκους 450 μ. και πλάτους 100 μ. Οι συνοικισμοί άρχιζαν από τη θάλασσα του τελωνείου με επέκταση προς τα’ ανατολικά, οι δε πρώτοι λίθοι για τις οικοδομές πάρθηκαν από τα ερειπωμένα τείχη της αραβικής εποχής.

Τα γύρω οικόπεδα της κεντρικής αυτής πλατείας δόθηκαν αρχικά στις κυριότερες ξένες δυνάμεις, όπου και έκτισαν τα προξενεία τους. Έτσι, τής δόθηκε η ονομασία Πλατεία των Προξένων και εκτός από τα προξενεία περιβαλλόταν από διάφορα οικήματα, όπως το Μέγαρο Ζιζίνια, με πλήθος καταστημάτων και κέντρων διασκεδάσεων. Φωτιζόταν, δε, με λύχνους πετρελαίου ως το 1865, οπότε η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση παραχώρησε στην εταιρία Καρόλου Λεμπόν το δικαίωμα φωτισμού της πόλης με αεριόφως. Προς την παραλία ανεγέρθηκαν διάφορα παραπήγματα, τα οποία στέγαζαν θέατρα ποικιλιών, ενώ τα καφενεία προσλάμβαναν διάφορες ορχήστρες προς τέρψη των Αλεξανδρινών. Τα περισσότερα ζυθοπωλεία και εστιατόρια ανήκαν σε Έλληνες και χρόνο με το χρόνο η πλατεία κατέστη το κέντρο της Αλεξάνδρειας από κάθε άποψη.

Ας σημειωθεί πως ο Μιχαήλ Τοσίτσας, στενός φίλος του Μοχάμεντ Άλι, σε ολόκληρη τη δυτική πλευρά της πλατείας είχε κτίσει ένα μεγαλοπρεπές μέγαρο, το οποίο αρχικά φιλοξένησε την Τράπεζα του Κράτους που στις 27/1/1843 είχε ιδρύσει ο Αντιβασιλέας με 700.000 δολάρια κεφάλαιο. Από αυτά τα 400.000 είχε καταθέσει άτοκα ο Μοχάμεντ Άλι και τα υπόλοιπα οι δύο διευθυντές της Τράπεζας, ήτοι ο Τοσίτσας (200.000) και ο Γάλλος Παστρέ (100.000).

Στις 11/8/1872, τοποθετήθηκε στο κέντρο της πλατείας το έφιππο άγαλμα του Μοχάμεντ Άλι, το οποίο είχε σμιλεύσει ο Henri Alfred Jacquemart, το βάθρο του ήταν έργο του Luis-Victor Louvet, ενώ εκτελέστηκε και πιθανώς τροποποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια από τον Ambroise Baudry. Έτσι, η πλατεία μετονομάστηκε σε Πλατεία Μοχάμεντ Άλι.

Μετά την επανάσταση του Οράμπι του 1882 και τους σχετικούς βομβαρδισμούς, η πόλη ανοικοδομήθηκε και χρειάστηκε να κτιστούν εκ νέου τα οικοδομήματα γύρω από την πλατεία, εκτός από την Εκκλησία του Αγίου Μάρκου που είχε διασωθεί. Μεταξύ των νέων κτισμάτων ήταν η Οθωμανική Τράπεζα, η Στοά Μενάς, η Στοά αδελφών Μομφεράτου, η οκέλα Πρίμι, κ.ά., κτίσματα που σχημάτιζαν ένα εκπληκτικά ομοιογενές αρχιτεκτονικό σύνολο και πολλά διασώζονται ως τις μέρες μας. Τότε λοιπόν η πλατεία μετονομάστηκε σε Πλατεία Μανσίγια. Ας σημειωθεί πως σ’ ένα από τα όμορφα αυτά κτίρια φιλοξενήθηκε από το 1899 η περίφημη Μπόρσα, το χρηματιστήριο της πόλης, που έμελλε να καταστραφεί ολοσχερώς από πυρκαγιά το 1977, κατά τη διάρκεια ταραχών λόγω της οικονομικής κρίσης. Μετά την ανοικοδόμησή της λοιπόν, η πλατεία φιλοξένησε πλείστα ελληνικά ζυθοπωλεία τα οποία προσέλκυαν τα απογεύματα τους Αλεξανδρινούς, ενώ κάποιοι απολάμβαναν τη βραδινή δροσιά στα κηπάρια της πλατείας και κάποιοι άλλοι τη μουσική από τις ορχήστρες των διαφόρων καφενείων. Ας σημειωθεί πως ο κήπος προς τη θάλασσα καλούταν Γαλλικός Κήπος και αργότερα φιλοξένησε ένα όμορφο σιντριβάνι.

Μετά την ενθρόνιση το 1936 του Βασιλέα Φαρούκ, η πλατεία μετονομάστηκε σε Πλατεία Ταχρίρ και το 1955 λόγω της αποφάσεως διεύρυνσης της οδού από το τελωνείο ως την πόλη, κατεδαφίστηκαν τα κτίρια που αποτελούσαν τη δυτική της πλευρά. Τα δε παλιά ζυθοπωλεία έδωσαν τη θέση τους σε εμπορικά καταστήματα, η δε ανατολική πλευρά των κήπων μετατράπηκε σε πάρκινγκ. Ήταν πάντως στην πλατεία αυτή που το 1956 ο Νάσερ ανακοίνωσε στους Αλεξανδρινούς την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ.

Και η ιστορική πορεία της πλατείας στο χρόνο συνεχίζεται…

Πηγές: «Ταχυδρόμος», Αλεξάνδρεια 12/12/1955 – «Αίγυπτος», εκδ. Galimard, σ.σ. 180-181

                                                                                     Ν.ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ