Δημήτρης Φραγκόπουλος: O δάσκαλος του γένους.35 χρόνια διευθυντής στο Ζωγράφειο

«Άρωμα» από Οσκαρ στη Θεσσαλονίκη
March 6, 2016
Ο Κύπριος Υπουργός Άμυνας στην Αίγυπτο
March 7, 2016
Εμφάνιση όλων

Δημήτρης Φραγκόπουλος: O δάσκαλος του γένους.35 χρόνια διευθυντής στο Ζωγράφειο

ΙστορίαΕπιμέλεια: Ηρώ Πιττίδου

Τον Δημήτρη Φραγκόπουλο τον είδα πρώτη φορά πέρυσι τον Μάρτιο, στην εκπομπή του Παύλου Τσίμα. Η εκπομπή «Έρευνα», με αφορμή την ταινία «Φθινοπωρινή οδύνη» που προβαλλόταν στις τουρκικές κινηματογραφικές αίθουσες, είχε ταξιδέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν η πρώτη φορά που το ευρύ τουρκικό κοινό ερχόταν αντιμέτωπο με τα γεγονότα του 1955.

Ο Δημήτρης Φραγκόπουλος είναι σήμερα 83 ετών. Διετέλεσε επί 35 χρόνια διευθυντής στο Ζωγράφειο λύκειο, από το 1958 ως το 1993. Όταν τον είδα να μιλάει στην εκπομπή, συγκινήθηκα πολύ και αποφάσισα να πάω να τον συναντήσω. Άργησα αλλά τα κατάφερα. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που με άγγιξε τόσο πολύ σε αυτόν τον άνθρωπο και επιδίωξα να τον δω. Μιλούσε για το Ζωγράφειο Λύκειο και για τον αριθμό των μαθητών και βούρκωνε. Μαζί του κι εγώ από το σπίτι μου. «Σαν να βαστάς μια μπάλα χιόνι στο χέρι σου και να λιώνει», είχε πει τότε στον Π. Τσίμα.

Το ραντεβού μας ήταν στις 6 το απόγευμα στο σπίτι του. Ένα διαμέρισμα με αμέτρητα βιβλία στον τέταρτο όροφο μιας παλιάς πολυκατοικίας, 2-3 κτίρια πριν το Ζωγράφειο. Έφτασα καθυστερημένη γιατί δούλευα. Χτύπησα το κουδούνι και άρχισα να ανεβαίνω τις σκάλες σχεδόν τρέχοντας. «Μην τρέχεις! Θα κουραστείς», μου φώναζε από πάνω. Με υποδέχθηκε φιλώντας μου ευγενικά το χέρι και κάνοντας μου παρατήρηση για το κουτί με τα λουκούμια που κρατούσα για δώρο.
«Ζήτησες να με δεις κόρη μου. Γιατί ήθελες να με δεις;» Δεν ήξερα τι να πω. Είπα την αλήθεια. Ότι τον είδα πέρυσι στην τηλεόραση και ήθελα πολύ να τον γνωρίσω. Για τη δύναμη του και την αγάπη του για την Πόλη. Για το πάθος του στις δύσκολες στιγμές που πέρασαν οι Ρωμιοί μετά το 1955. Γιατί θελα να δω από κοντά τον «δάσκαλο του γένους». Ένα άνθρωπο που έχει παλέψει για την ελληνική ομογένεια όσο λίγοι. Που έχει κάνει σκοπό τη ζωής του να προσφέρει στην ελληνική εκπαίδευση και τα έχει καταφέρει.

Μιλήσαμε πολύ για τα Σεπτεμβριανά, τα οποία τον βρήκαν φαντάρο στη Σμύρνη. Μου είπε, ότι έμαθαν το επόμενο πρωί τι είχε συμβεί στην Κωνσταντινούπολη και μου μίλησε για έναν Τούρκο έφεδρο αξιωματικό, τον Süleyman, που είχε γίνει η σκιά του. «Όπου κι αν πήγαινα ερχόταν από πίσω μου, ακόμα και κρυφά. Φοβόταν μήπως με πειράξουν επειδή είμαι Ρωμιός, μήπως πουν κάτι εναντίον μου. Ό,τι κι αν έκανα ένοιωθα ότι είναι κάπου κοντά και με παρακολουθεί». Η ιστορία της δυνατής αυτής φιλίας που αναπτύχθηκε στο στρατό σε μία τόσο ταραγμένη περίοδο, με συγκλόνισε πιο πολύ απ’ όλα. Με πληγώνει που συνέχεια μαθαίνω για πραγματικές και δυνατές σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί ανάμεσα στους δύο λαούς αλλά τελικά Ελλάδα και Τουρκία δεν τα έχουμε βρει ακόμα. Μα γιατί;

Ακόμα και σήμερα, αν μιλήσεις για ελληνοτουρκική φιλία θα χαρακτηριστείς ρομαντικός και αφελής. Θα σου μιλήσουν αμέσως για τις παραβιάσεις στο Αιγαίο, για τις μειονότητες, για την Κύπρο. «Ό,τι και να συμβαίνει στις κυβερνήσεις οι απλοί πολίτες δεν έχουν να μοιράσουν τίποτα!», επιμένω και φωνάζω εγώ. Και θα συνεχίσω να φωνάζω, με την εμπειρία που μου δίνει η ζωή μου στην Κωνσταντινούπολη.
-«Σκεφτήκατε ποτέ να φύγετε από την Πόλη;», ρώτησα τον κύριο Φραγκόπουλο, αν και ήξερα ήδη την απάντηση.
-«Ποτέ κόρη μου! Να πάω που; Εδώ είναι το σπίτι μου και η ζωή μου. Αν έβλεπαν και τον Φραγκόπουλο να φεύγει, θα έλεγαν όλοι ότι τέλειωσε η ελληνική ομογένεια», απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη. «Δε με ενδιέφερε να σώσω το τομάρι μου, οι μαθητές μου με ενδιέφεραν», συνέχισε.

Είχε πάει πολύ αργά και δεν ήθελα να τον κρατάω περισσότερο. Όταν του είπα ότι θα φύγω, μου είπε ότι θέλει να φύγω γεμάτη και να πάρω όσες περισσότερες γνώσεις γίνεται. Ο δάσκαλος, τόσα χρόνια ζει με έναν καημό, την διατήρηση της ελληνικής παιδείας. Παρόλο που η συμβολή του σε αυτήν είναι τεράστιας σημασίας, ο ίδιος αισθάνεται ότι δεν έχει κάνει τίποτα σπουδαίο. «Ήταν χρέος μου», μου είπε αρκετές φορές. Για τους μαθητές του όμως και για όλο τον δοκιμαζόμενο ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, έχει κάνει το πιο σπουδαίο πράγμα. Τους έδωσε δύναμη, σε περιόδους που το χρειάζονταν και έγινε το αντίβαρο στη φυγή πολλών από αυτούς. Οι μαθητές, του το αναγνωρίζουν. Αυτό είναι που του δίνει δύναμη και τον κάνει να περπατάει με το κεφάλι ψηλά, όπως μου είπε περήφανος, λίγο πριν αποχωρήσω.

(constantinoupoli.com)