
“Από την Αλεξάνδρεια του Καβάφη στην Στουτγκάρδη των Ελλήνων.
Διαπολιτισμικές αναγνώσεις”
***
Η πανεπιστημιακός καθηγήτρια Αγλαΐα Μπλιούμη, ήταν προσκεκλημένη ομιλήτρια στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας «Λογοτεχνία & Ποίηση. Αφιέρωμα στον Κ.Π. Καβάφη και παρουσίαση σύγχρονων λογοτεχνικών έργων» του 1ο φεστιβάλ της ελληνοαιγυπταικής κοινότητας της Ελλάδας.
Γεννήθηκε το 1972 στη Στουτγάρδη της Γερμανίας από Έλληνες γονείς μετανάστες. Είναι απόφοιτος του τμήματος Γερμανικής Φιλολογίας του ΑΠΘ, Διδάκτορας στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου και υπηρετεί ως μόνιμη Επίκουρη Καθηγήτρια στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ. Έχει διδάξει στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο «Δημιουργική γραφή» και «Μεθοδολογία έρευνας», και στο ΑΠΘ «Σημειωτική της μεταναστευτικής λογοτεχνίας». Έχει δημοσιεύσει μονογραφίες, επιμέλειες και μελέτες για τη γερμανική λογοτεχνία.
Έκανε τη λογοτεχνική της εμφάνιση με το γερμανόφωνο διήγημα «Το ξένο μέσα μου» στην ανθολογία Αποκλίσεις και μεταβάσεις, 1997. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες γερμανόφωνες και δίγλωσσες (γερμανικά/ελληνικά) ανθολογίες. Το Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα αποτελεί το πρώτο της λογοτεχνικό εγχείρημα στα ελληνικά.

Συνομιλώντας στον «Αλεξανδρινό Ταχυδρόμο» για την ανωτέρω διάλεξη που έδωσε, μετά τις ευχαριστίες της προς όλους τους συντελεστές του Φεστιβάλ, δήλωσε τα εξής: «Στην παρουσίαση προσπάθησα να συνδυάσω τις δύο μου ιδιότητες, δηλαδή της ερευνήτριας/φιλολόγου και της συγγραφέως μυθοπλασίας. Και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτός ο συνδυασμός έκρινα πως θα ήταν να μιλήσω για τη σημερινή πρόσληψη του Καβάφη. Πώς διαβάζουμε σήμερα τον Καβάφη και πώς αναπαρίστανται οι ιδέες και τα νοήματά του στα γραπτά μας; Συγκεκριμένα: Με ποιους τρόπους διαλέχθηκα με τον Καβάφη στο μυθιστόρημά μου «Αποχαιρέτα την τη Στουγκάρδη, Αστυάνακτα» που εκδόθηκε το 2022 από τις εκδόσεις Κέδρος».
Μεταξύ πολλών άλλων δήλωσε για την συμμετοχή της στο φεστιβάλ: «Προτού μιλήσουμε για τα λογοτεχνικά κείμενα θα πρέπει να σταθούμε λίγο στην υπότιτλο της ανακοίνωσής μου “Διαπολιτισμικές αναγνώσεις”. Προκειμένου να εξηγήσουμε όμως την έννοια της διαπολιτισμικότητας, θα πρέπει αρχικά να ορίσουμε την έννοια του πολιτισμού, μετά να πάμε στην έννοια του πολυπολιτισμού και μετά στη νεότερη έννοια του διαπολιτισμού, αφού οι δύο τελευταίοι όροι συνιστούν περαιτέρω ανανοηματοδοτήσεις του όρου “πολιτισμός”. Οπότε επιτρέψτε μου μια πολύ επιγραμματική παρουσίαση αυτών των εννοιών ώστε να οριοθετήσουμε κατ΄ αρχήν την έννοια της διαπολιτισμικότητας και μετά να αναζητήσουμε την πραγμάτωσή της στα λογοτεχνικά κείμενα».
Την ευχαριστούμε για την μεταξύ μας επικοινωνία και κυρίως για την διάλεξή της την οποία μας παραχώρησε τιμητικά για τους αναγνώστες μας.

Ομιλία Αγλαΐας Μπλιούμη
“Πολιτισμός”
Στην πρώτη έννοια που είναι μία ατελείωτη συζήτηση και αναζήτηση, υπάρχουν πολλές τάσεις και ορισμοί προερχόμενοι από διάφορους επιστημονικούς κλάδους. Προσωπικά με πείθουν νεότεροι ορισμοί προερχόμενοι από τις πολιτισμικές σπουδές.
Σύμφωνα με αυτούς ο “πολιτισμός” ως κοινωνικό δημιούργημα αποτελείται από συνεχείς κοινωνικές διαπραγματεύσεις που εκφράζει τη δυναμικότητα και τη συνεχή ανανέωσή του. Το λεγόμενο «χάσμα των γενεών» για παράδειγμα είναι ένα απτό παράδειγμα των εξελικτικών τάσεων του πολιτισμού ως κοινωνικού δημιουργήματος.
“Πολυπολιτισμικότητα”
Η πολυπολιτισμικότητα αναφέρεται στη συμβίωση και συνύπαρξη κοινοτήτων με διαφορετικούς πολιτισμούς και διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις. Πέρα από περιγραφική κατηγορία αποτελεί και πολιτικό όρο που ακριβώς προσπαθεί να προσδιορίσει πολιτικά κοινωνίες με έντονη πολιτισμική ποικιλότητα. Ενδεικτικό παράδειγμα ως προς το τελευταίο αποτελεί η Αυστραλία.
Θα πρέπει όμως να έχουμε υπόψιν μας ότι η έννοια της πολυπολιτισμικότητας δεν είναι για ένα κοινωνικό σύνολο ιδεατός στόχος, αφού σε πολλές περιπτώσεις οδήγησε στη δημιουργία «παράλληλων κοινωνικών», δηλαδή στην απλή συνύπαρξη και γειτνίαση των κοινωνικών ομάδων χωρίς να υπάρχει μεταξύ τους κάποια κοινωνική διάδραση.
“Διαπολιτισμικότητα”
Ως “διαπολιτισμικότητα” μπορεί να θεωρηθεί ένα μεταγενέστερο στάδιο που έπεται της πολυπολιτισμικότητας. Στοιχειώδες για την κατανόηση της έννοιας είναι ότι αναπτύσσεται εκ των ένδον και αναφέρεται στην αλληλοσυσχέτιση των πολιτισμικών ταυτοτήτων στο πλαίσιο μιας κοινότητας. Βασικό συστατικό της έννοιας του διαπολιτισμού είναι το ξεπέρασμα της διχοτομίας ανάμεσα στο ‘ξένο’ και το ‘οικείο’, αφού το ‘ξένο’ γίνεται μέρος του ευρύτερου συνόλου και δεν υφίσταται αποκομμένο ως περιχαρακωμένη οντότητα (όπως γίνεται στο στάδιο της πολυπολιτισμικότητας). Μία άλλη βασική παράμετρος της διαπολιτισμικότητας είναι η έννοια του υβριδισμού (Hybridität). Ο υβριδισμός αναφέρεται στην ταυτότητα τόσο κοινωνικών ομάδων όσο και μεμονωμένων υποκειμένων. Έτσι, για παράδειγμα, η ταυτότητα των Αφροαμερικάνων ή των Ινδοαμερικάνων στις Η.Π.Α., των ελληνοαφρικανών, μπορεί να χαρακτηριστεί ως υβριδική. Όσον αφορά μεμονωμένα υποκείμενα, η υβριδική ταυτότητα χαρακτηρίζεται από πολιτισμική ετερογένεια, δηλ. το υποκείμενο έχει γαλουχηθεί και ενστερνιστεί περισσότερα από ένα πολιτισμικά συμφραζόμενα, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει στα παιδιά της δεύτερης ή τρίτης γενιάς μεταναστών.
αι πάμε τώρα στην, κατά κάποιον τρόπο, εφαρμογή. Να εξηγήσω βέβαια προκαταβολικά ότι το μυθιστόρημά μου “Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα” είναι ένα κείμενο «μετα-μεταναστευτικής λογοτεχνίας (postmigration)», επειδή κι εγώ η ίδια είμαι παιδί δεύτερης γενιάς Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία και πραγματεύεται ζητήματα διαπολιτσμικότητας και υβριδισμού.
Η πλοκή πλέκεται σπονδυλωτά και αποτελείται από 37 ιστορίες με εμφανή διακειμενικότητα, αφού σε διάσπαρτα σημεία του παρεμβάλλονται αποσπάσματα από ποιήματα του Καβάφη. Επέλεξα τον Καβάφη, γιατί είναι αναμφισβήτητα ένας κύριος εκπρόσωπος του απόδημου ελληνισμού, οπότε τα αποσπάσματα ποιημάτων που παρεμβάλλονται σχολιάζουν – πολλές φορές ενεργοποιώντας την καβαφική ειρωνεία – την αφήγηση, δίνουν τροφή για σκέψη, συχνά τα μηνύματά τους ταυτίζονται με τα συγκεκριμένα «μηνύματα» του έργου, με λίγα λόγια υποστηρίζουν την πλοκή αποτελώντας οργανικό μέρος της.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Διαβάζω κάποια αποσπάσματα από την εισαγωγή του βιβλίου μου:
«Για να ανοίξει η βαλίτσα μου χρειάζεται κωδικό. Την αγόρασα κάποτε σε ένα ταξίδι στη Στουτγάρδη. Αν δεν είχε κωδικό, θα μπορούσα να την είχα αγοράσει από οπουδήποτε αλλού. Ο κωδικός όμως είναι για μυημένους. Για αυτούς που γνωρίζουν την ιστορία των γκασταρμπάιτερ. Όταν η ιστορία τους ξεκίνησε με μια ξύλινη βαλίτσα. Τη βαλίτσα του Παντελή, του Θανάση, ενός ανώνυμου ανιψούκα, της Κατερίνας, της Θωμαής. Εγώ είμαι η ιστορία του Παντελή και της Κατερίνας.
Εσύ, αγαπητέ αναγνώστη, μπορεί να είσαι ο πεζός οδοιπόρος που λάτρεψε τον λόγο –ελληνικό και ξένο– και να αναμένεις την ποίηση της ιστορίας. Σ’ εσένα, λοιπόν, θα συστηθώ.
Όπως βλέπεις και στο εξώφυλλο με λένε Αγλαΐα. (…)
Υπάρχεις όμως και εσύ, ο άλλος αναγνώστης, που μπορεί και να ξέρεις. Να είσαι δίγλωσσος. Να μιλάς – ελληνικά, γερμανικά και τανάπαλιν –, να ’χεις ζήσει και να ’χεις σιωπήσει, όπως όλοι μας. Σε εσένα θα συστηθώ με το υποκοριστικό μου, με λένε Agi. Βγαίνει από το Aglaia. (…)
Κι όμως, όλους εσάς μπορώ να σας διαβεβαιώσω, μήτε η Αγλαΐα μήτε η Agi υπάρχει. Κι όταν αναρωτηθείτε ποιος μιλάει, θα θυμηθείτε τα λόγια του Καβάφη·
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές […]
«Βαλίτσα, άνοιξε τις αλήθειες εκείνων»…τώρα, και τότε, και μετά.» (Αστυάνακτας σελ. 13)

Τόσο λοιπόν ο τίτλος του βιβλίου “Αποχαιρέτα την τη Στουτγάρδη, Αστυάνακτα” όσο και η εισαγωγή του παραπέμπουν εμφανώς και ευθέως στο «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» σηματοδοτώντας την απώλεια. Ένα βιβλίο που μιλάει για διαφόρων ειδών απώλειες που εκτυλίσσονται σε πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα, με την πολυπολιτισμική Στουτγκάρδη να παραπέμπει στην πολυπολιτισμική Αλεξάνδρεια. Η ονειρώδης κατάσταση του αόρατου θιάσου με τις εξαίσιες φωνές, κατά κάποιον τρόπο, υποδαυλίζει και την δική μου ποιητική μούσα, αφού σε μια παρόμοια ονειρώδη κατάσταση, η αόρατη συγγραφική φωνή προτρέπει την βαλίτσα (ένα κατεξοχήν μεταναστευτικό σύμβολο) να ανοίξει και να αποκαλύψει τις αλήθειες της.
Μετά από αυτήν την εισαγωγή ας πάμε σε κάποιες πιο συγκεκριμένες διαπολιτισμικές αναγνώσεις. Στο κεφάλαιο “Η απόφαση που πάρθηκε” περιγράφεται η παλιννόστηση μιας οικογένειας Ελλήνων μεταναστών στη Θεσσαλονίκη. Η πρωταγωνίστρια «Αγλαΐα» αντιμετωπίζει διάφορα προβλήματα ένταξης και δεν καταλαβαίνει την αργκό των άλλων παιδιών.
“Μα γιατί δεν λένε τα άλλα παιδιά ’’κουβά’’;”
Κείτεται ο κουβάς με τ’ αμίλητο νερό, γεμάτος.
Κουβάς και πορτοκάλια. Πορτοκάλια και μήλα.
Ελληνικός Παράδεισος.
[…]
Ας την παραδεχθούμε την αλήθεια πιά·
είμεθα Έλληνες κ’ εμείς – τί άλλο είμεθα;-
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις της Ασίας,
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις
που κάποτε ξενίζουν τον Ελληνισμό.
[…] Κ.Π.Καβάφης, “Επάνοδος από την Ελλάδα”, Κρυμμένα (1877;-1923), (Αστυάνακτας σελ. 287)
Είναι νομίζω σαφές ότι τα παιδιά των μεταναστών ελληνικής καταγωγής, όταν έρχονται στην Ελλάδα, “ξενίζουν τον Ελληνισμό”, αλλά είμαστε Έλληνες κι εμείς, Έλληνες της διασποράς.

Και παρακάτω ένα άλλο σημείο από το ίδιο κεφάλαιο:
Σ’ εκείνο το σχολείο με τους ήρωες με τα μεγάλα μάτια και τις δακρυσμένες ψυχές έμαθε πολλά πράγματα για τους Γερμανούς, που ήταν πάντα του Χίτλερ. Έμαθε για τη λειτουργία του καπιταλισμού στη σύγχρονη κοινωνία: «Η δική σου οικογένεια έχει λεφτά από την καπιταλιστική Γερμανία», όπως επίσης έμαθε στοιχεία κουλτούρας: «Όταν οι Έλληνες είχαν έναν τέτοιο λαμπρό πολιτισμό, οι Γερμανοί ήταν ακόμη στα δέντρα» να της λέει ο δάσκαλος μπροστά στην τάξη. Και να πρέπει σαν Δον Κιχώτης χωρίς τον Σάντσο Πάντσα άλλοτε να υπερασπίζεται τους Γερμανούς και άλλοτε τους Έλληνες της Γερμανίαςˑ νότες ξύλινες χωρίς φλογέρα να σου σφυρίζουν τη θέση σου – εμείς κι εσείς.
[…]
Α όχι δεν ταιριάζουν σ’ εμάς αυτά.
Σ’ Έλληνας σαν κ’ εμάς δεν κάνουν τέτοιες μικροπρέπειες.
Το αίμα της Συρίας και της Αιγύπτου
που ρέει μες τες φλέβες μας να μη ντραπούμε,
να το τιμήσουμε και να το καυχηθούμε (Αστυάνακτας σελ. 291)
Απόσπασμα πάλι από το ίδιο ποίημα«Επάνοδος από την Ελλάδα». Αν θυμηθούμε την θεωρία περί διαπολιτισμικότητας, βλέπουμε ότι ο Καβάφης προάγει την ιδέα μιας υβριδικής ταυτότητας, όπως γράφει «Το αίμα της Συρίας και της Αιγύπτου που ρέει μες τες φλέβες μας να μη ντραπούμε». Εν προκειμένω «το αίμα» δεν είναι απλά μια πολυπολιτισμική συνύπαρξη στο πλαίσιο παράλληλων κοινωνιών, αλλά μια διάδραση των συνεχώς μεταβαλλόμενων και εξελισσόμενων πολιτισμών στοιχείων με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ενδιάμεσου πολιτισμικού χώρου, διαφορετικού από αυτόν της μητροπολιτικής Ελλάδας. Ενός πολιτισμικού χώρου που όχι μόνο δεν είναι κατώτερος του αμιγώς Ελληνικού, αλλά μάλλον ανώτερος, και εξαιτίας αυτού θα πρέπει, όπως γράφει, «να το καυχηθούμε». Αν αναλογιστούμε ότι θεωρίες περί διαπολιτισμικότητας είναι εξαιρετικά πρόσφατες (η ευρεία διάδοσή τους στις κοινωνικές και πολιτισμικές επιστήμες έγινε γύρω στο 2000) καταλαβαίνουμε πόσο τρομακτικά μπροστά ήταν ο Καβάφης για την εποχή του και μάλιστα σε μια εποχή έντονων εθνικισμών.
Πριν την εισαγωγή του βιβλίου μου παραθέτω τους εξής στίχους από το ποίημα «200πΧ»“Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων”.
Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς, οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,/κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι
Θεωρώ ότι και αυτό είναι ένα διαπολιτισμικό ποίημα. Ο τελευταίος στίχος αναφέρεται απαξιωτικά στους Λακεδαιμόνιους «Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!», γιατί οι Λακεδαιμόνιοι αγκιστρωμένοι στο Οικείο, δεν μπορούσαν να συλλάβουν την έννοια της υβριδικότητας. Συνεπώς το «Εμείς» του πρώτου στίχου είναι ένα συμπεριληπτιικό Εμείς και μεταφερόμενο στη σημερινή εποχή παραπέμπει σε όλον το ελληνισμό, δηλαδή τόσο στον εν Ελλάδι όσο και σε αυτόν τον διαφορετικό ελληνισμό της διασποράς. Στην παρούσα ομιλία για λόγους οικονομίας χρόνου περιορίζομαι μόνο στα άνωθεν παραδείγματα.

Ποιος όμως ήταν ο απώτερος σκοπός των διακειμενικών μου αναγνώσεων;
Φρονώ ότι η επιστημονική έρευνα έχει ελάχιστα διερευνήσει την διαπολιτισμική ποίηση του Καβάφη και νομίζω ότι καταλαβαίνουμε και τους λόγους. Συνεπώς ήθελα μέσα από το βιβλίο μου να επισημάνω το διαπολιτισμικό δυναμικό της ποίησής του και να επιχειρήσω μια αντιστροφή. Όχι η θεωρία να ερμηνεύει τη λογοτεχνία, αλλά η λογοτεχνία να ερμηνεύει λογοτεχνία, και ωσάν άλλος ερευνητής να ξεσκεπάζει κρυμμένα λογοτεχνικά (διαπολιτισμικά) διαμάντια· εκατέρωθεν το ένα λογοτεχνικό κείμενο να ερμηνεύει, σχολιάζει, επισημαίνει στοιχεία του άλλου. Κατά συνέπεια οι αναγνώσεις μου δεν είχαν σκοπό απλώς να συνομιλήσουν με το έργο του Καβάφη, αλλά να αναδείξουν τόσο μια λιγότερο γνωστή πτυχή του έργου του όσο και τη “διαπολιτισμική σπορά” του που ευδοκίμησε σε ένα σύγχρονο έργο νεοελληνικής λογοτεχνίας. Κατά πόσο βέβαια αυτή η ώσμωση υπήρξε επιτυχής, αυτό είναι κάτι που μόνο οι αναγνώστριες/ες μπορούν να κρίνουν.
Τελειώνοντας θα ήθελα εις επίρρωση του διαπολιτισμικού προτύπου να διαβάσω ακόμη ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο μου:
“Ξέρεις, Agi, όταν πάτησα για πρώτη φορά στη ζωή μου βιβλιοθήκη ήμουν στην εφηβεία και άνοιξαν οι ουρανοί, γιατί άνοιξαν τα μάτια διάπλατα· μεγάλα, πολύ μεγάλα που δεν μπόρεσα να τα ματαμαζέψω και παρέμειναν ανοιχτά ακόμη και όταν κοιμάμαι”.
“Εγώ κι εσύ είμαστε υβρίδια, το ξέρεις;» είπε αναστενάζοντας η Σέβγκι, που ο πατέρας της δούλευε επί είκοσι χρόνια σε γερμανικά ανθρακωρυχεία, πριν επιστρέψουν ξανά στα Άδανα.
«Έχουμε κώδικες από τον έναν πολιτισμό, έχουμε κώδικες από τον άλλον, πολλές φορές τους αναγνωρίζουμε και άλλες φορές μπουρδουκλώνονται και πλέκονται, ώστε να μην ξέρουμε πια ποιος κώδικας ανήκει πού. Εγώ κι εσύ είμαστε υβρίδια, το ξέρεις;» να της θυμίζει η Σέβγκι σχεδόν σε κάθε τους συνάντηση.
Το τηλέφωνο χτυπά.
«Γεια σου, Herzchen. Η Ρούλα είμαι, η φίλη σου από το Γκαίτε. Πάμε μια βόλτα στην παραλία της Θεσσαλονίκης.”
“Ας πάμε στο μαγαζί το απόμερο, το δικό μας, da wo sich Fuchs und Hase gute Nacht sagen. Εντάξει;”
“ki, dokey. Έγινε”.


