
Ο Μιχάλης Αρσλανίδης, έχει την δική του ξεχωριστή ιστορία στον πολιτισμό του Αιγυπτιωτισμού της Αλεξάνδρειας. Με καλές σπουδές και γλώσσες να ομιλεί πολλές, διετέλεσε στο παρελθόν, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας. Κυρίως όμως ασχολήθηκε επί μακρόν με τον κινηματογράφο της οικογένειας, το γνωστό «Odeon». Ήταν ένα σινεμά τεράστιας χωρητικότητας, που λόγω των έργων που πρόβαλε, γέμιζε ασφυκτικά καταγράφοντας ένδοξες σελίδες στην ιστορία των ελληνικών σινεμά της Αιγύπτου και δη της Αλεξάνδρειας.

Τον συναντήσαμε πριν από καιρό, μετά την Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό των Παμμέγιστων Ταξιαρχών Ιμβραημίας. Καθίσαμε σ΄ ένα καφέ ακριβώς απέναντι απ΄ τον ιστορικό κινηματογράφο του, και καθώς εκείνος βούτηξε στα βάθη των αναμνήσεών του, άρχισε να εξιστορεί δίχως να τον διακόψω για να μη χαθεί η αναπόληση μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί.
Ας τον απολαύσουμε στην ιστοσελίδα της Κοινότητάς μας!
«Η οικογένεια Αρσλανίδη, αγόρασε ένα οικόπεδο το 1949 – 1950, στην Ιμβραημία κι όλοι αναρωτιόντουσαν – όταν πληροφορήθηκαν τα περί σινεμά – τι γυρεύουνε οι Αρσλανίδηδες…με τον κινηματογράφο. Η ζωή τους όλη ήταν δουλειά. Εργολάβοι γαρ, είχαν κι ένα εργοστάσιο και μάλιστα διατηρώ ακόμα την ταμπελίτσα, που παρασκεύαζαν αναψυκτικά.

Το 1936, μετά την δημιουργία του εργοστασίου, έφθασαν στο σημείο να φαλιρίσουνε. Παρακαλούσαν λοιπόν, να το πουλήσουν, μα τίποτα. Τελικά πωλήθηκε σ΄ έναν Εβραίο. Στη συνέχεια με το που ήρθε ο πόλεμος, ο αγοραστής έγινε εκατομμυριούχος.
Να αναφέρω ότι είχαν και τις εργολαβίες. Μάλιστα το 1936, χρονιά που παντρεύτηκε ο πατέρας μου, είχαν αναλάβει εργολαβία δρόμους της Αλεξάνδρειας, όσον αφορά στην μεταφορά, χώματος, τσιμέντου και άλλων υλικών.
Με το πέρας του πολέμου, ανέλαβαν και στο Νοσοκομείο Κοτσίκειο την μεταφορά χώματος, μια ακόμη συνεργασία σημαντική, όπως και οι άλλες δουλειές που αναλάμβαναν.
Όταν μεγαλώσανε σκέφθηκαν να ξεκουραστούν, όμως τους παρότρυνε κάποιος να κάνουν έναν κινηματογράφο. Από τα τρία σινεμά που υπήρχαν, είχαν και τα τρία Έλληνες ιδιοκτήτες.
Το πλέον παλιό, ήταν το «Λαγκετέ» στην Ιμβραημία. Μετέπειτα άνοιξε το «Λούνα Παρκ» που είχε κηποθέατρο, με ιδιοκτήτη και πάλι Έλληνα. Να σημειωθεί ότι ο ίδιος ιδιοκτήτης, είχε παραθαλάσσια το «Βοξ» και το «Μετροπόλιταν», τα οποία όμως ήταν θερινά.

Ήμουν μικρός τη δεκαετία του 1950 και ενθυμούμαι πως όλα αυτά ήταν ελληνικά, ενώ παράλληλα υπήρχε ιδιοκτησία και διαχείριση. Όσο για το δικό μας σινεμά, ο χώρος του ήταν ιδιοκτησία μας και γι αυτό το κτίσαμε στην πόλη εκ βάθρων. Το «Ράδιο» επίσης ήταν ιδιοκτησίας ενός Ελληνοεβραίου, όπως και το «Ρουαγιάλ» και το «Πλάζα», ελληνικής διαχείρισης. Αλλά να τονίσουμε ότι και το «Ριάλτο», που τώρα γκρεμίστηκε ήταν ιδιοκτησία Πατριαρχείου.
Θυμάμαι επίσης το «Στραντ», ιδιοκτησίας Χρήστου που είχε τις σοκολάτες.
Επιπροσθέτως να σημειώσουμε ότι, εδώ στην Αλεξάνδρεια υπήρχαν 3-4 μεγάλα σινεμά πρώτης προβολής στο κέντρο και ακολουθούσαν τα συνοικιακά δευτέρας προβολής – μετά από ένα μήνα – με δυο έργα κι έτσι είχαμε δυνατό συναγωνισμό. Βέβαια είχαμε μοιράσει και τις εταιρίες, όπως: ποιος θα φέρει, τι και πότε.
Κάποτε είχαμε ένα έργο επί 6 μήνες, μας είχαν σπάει και την είσοδο για να παρακολουθήσουν ένα ινδιάνικο φιλμ. Μόλις κυκλοφόρησαν τα ινδιάνικα κάναμε τρελές δουλειές. Έχω κρατήσει μόνο μια φωτογραφία ενός Ινδού ηθοποιού, του Amitabh Batchan, που ήταν ο καλύτερος και μάλιστα τότε μόλις έχει κτιστεί ο κινηματογράφος μας.
Το 1976 μου έγινε πρόταση να ανακαινιστεί, ώστε να αναβαθμιστεί σε πρώτης προβολής. Ήταν η εταιρεία warner bros, η οποία ήθελε να έχει τον δικό της κινηματογράφο στην Αλεξάνδρεια.
Για να προβάλουν τα δικά τους έργα, ανακαινίστηκε, με καινούργια καθίσματα και όλα έλαμψαν
Μέχρι τότε η προβολή ήταν με κάρβουνο, αλλά είχαν βγει στο εμπόριο οι λάμπες “Xenon”, όπως τα λειτουργούσαν τα σινεμά τους η Ιταλία και η Γερμανία. Ταξίδεψα επί τούτου στο Μιλάνο και το Μόναχο. Προτιμήσαμε όμως το γερμανικό γιατί ήταν καλύτερο από το ιταλικό.
Το πρώτο έργο που παίξαμε το 1978 με την πρώτη προβολή, ήταν «Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου». Αφορούσε στο σκάνδαλο της εποχής τού Νίξον με το Watergate και πρωταγωνιστή τον Ντάστιν Χόφμαν. Στη συνέχεια φέραμε πολλά έργα με επιτυχία.
Σ εμάς δεν ήταν όπως στην Ελλάδα. Εδώ παραλαμβάναμε την ταινία Σάββατο, Κυριακή και την αρχή της εβδομάδας άρχιζε.
Τώρα σχετικά με την πτώση των αλεξανδρινών σινεμά, το πρώτο χτύπημα δεν το έφερε η τηλεόραση αλλά τα βίντεο που κυκλοφορούσαν κατά κόρον. Αργότερα εφευρέθη και το ιντερνέτ και όλα τελείωσαν.
Άρχισαν οι δυσκολίες, τότε άνοιξαν και τα mall, οπότε σταματήσαμε το «Οντεόν» γύρω στο 2000 και το λειτουργούσαμε μόνο με εκδηλώσεις, γάμους και εορταστικές συνάξεις».
