Ομιλία του κ. Μητσοτάκη στο ΥΠΕΞ για τον Απόδημο Ελληνισμό 2024-2027

Κύριε Υπουργέ, κυρία και κύριοι Υφυπουργοί, κυρίες και κύριοι, αγαπητά στελέχη του Υπουργείου Εξωτερικών,

Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας σε αυτή την εξαιρετική παρουσίαση του Στρατηγικού Σχεδίου για τον Απόδημο Ελληνισμό. Επιτρέψτε μου εισαγωγικά, κ. Υπουργέ, να επισημάνω ότι αν θέλατε να ήσασταν πραγματικά ευρηματικοί και συντονισμένοι με τη διεθνή συγκυρία, θα είχατε βάλει έναν υπέρτιτλο, ο οποίος θα έλεγε «make Greeks abroad great again» (κάντε τους Έλληνες του εξωτερικού σπουδαίους ξανά). Η συγκυρία, λοιπόν, το θέλησε να βρισκόμαστε σήμερα εδώ, στην έδρα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, λίγες μόλις ώρες μετά τις προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Θέλω, λοιπόν, να ξεκινήσω συγχαίροντας τον Πρόεδρο Trump για την εμφατική νίκη του, βέβαιος ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θα είναι σταθερά ισχυρές και παραγωγικές. Ο χαρακτήρας τους, άλλωστε, όπως έχω πει πολλές φορές, είναι στρατηγικός και το πρόσημό τους είναι εθνικό και όχι παραταξιακό. Προσδοκώ, συνεπώς, σε μία ακόμα πιο στενή συνεργασία μεταξύ και των δύο κυβερνήσεων, αλλά και των δύο λαών.

Θυμίζω, επίσης, ότι η συνεργασία της Αθήνας και της Ουάσινγκτον υπήρξε άψογη και στη διάρκεια της πρώτης θητείας του νέου Προέδρου. Όπως, επίσης, θέλω να θυμίσω ότι και η πολύ τιμητική πρόσκληση να μιλήσω στο Κογκρέσο υπήρξε μία πρόσκληση κοινή, και από το Δημοκρατικό και από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα.

Θα επαναλάβω, τέλος, ότι η στάση της Ελλάδας, τόσο ως μέλους του ΝΑΤΟ όσο και ως εταίρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι πάντα μια στάση αρχών, και οι αρχές αυτές δεν ετεροπροσδιορίζονται. Αναγνωρίζουν, ωστόσο, πάντα ότι οι εξελίξεις πέραν του Ατλαντικού επηρεάζουν και το σύνολο των διεθνών συσχετισμών.

Αν είχα, λοιπόν, να κάνω ένα πρώτο σχόλιο, αυτό θα αφορούσε συνολικά την Ευρώπη, γιατί όλα πλέον δείχνουν -όπως έχω πει πολλές φορές στο παρελθόν- ότι η ήπειρός μας οφείλει να αναζητήσει δυναμικά τη θέση της σε έναν παγκόσμιο χάρτη συσχετισμών και συμφερόντων που αλλάζει διαρκώς. Να χαράξει τολμηρούς δρόμους, ώστε να κάνει πιο ανταγωνιστική την ευρωπαϊκή οικονομία, ενδυναμώνοντας ταυτόχρονα την κοινωνική συνοχή. Να οργανώσει, να οργανώσουμε ως Ευρωπαίοι, επιτέλους, την ενεργειακή μας ανεξαρτησία, αλλά και να δρομολογήσουμε την κοινή μας άμυνα. Με άλλα λόγια, να οικοδομήσουμε τη στρατηγική μας αυτονομία σε νέες συνθήκες.

Πιστεύω ότι και αυτά τα ζητήματα θα συζητηθούν και θα καταστούν ολοένα και πιο επίκαιρα και στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής η οποία θα λάβει χώρα αύριο και μεθαύριο στη Βουδαπέστη.

Με δεδομένη, πάντως, την ισχυρή παρουσία του ελληνικού στοιχείου στις Ηνωμένες Πολιτείες, νομίζω ότι ευτυχή σύμπτωση αποτελεί και το γεγονός ότι αντικείμενο της σημερινής μας συνάντησης είναι το Στρατηγικό Σχέδιο για τον Απόδημο Ελληνισμό.

Συγχαρητήρια για την εκπόνησή του, πρωτίστως στον αρμόδιο Υφυπουργό, τον Γιώργο Κώτσηρα, διότι είναι μια πρωτοβουλία που «χαλυβδώνει» τους δεσμούς της διασποράς με την μητέρα πατρίδα. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και μια συνειδητή επιλογή, που δηλώνει την απόφαση της πολιτείας να διαμορφώσει μια διπλωματία που κινείται σε πολλά επίπεδα, η οποία θα προωθεί τα συμφέροντα της χώρας, βελτιώνοντας και τη διεθνή εικόνα της πατρίδας μας.

Είναι προκλήσεις στις οποίες απαντούν τα όσα μας εξήγησαν προηγουμένως τόσο ο Υπουργός, ο Υφυπουργός, η Γενική Γραμματέας Απόδημου Ελληνισμού και Δημόσιας Διπλωματίας, αλλά αυτό το οποίο είδαμε να παρουσιάζεται περιληπτικά, είναι και η αποκρυστάλλωση πολλών προτάσεων που κατέθεσαν ομογενειακές μας οργανώσεις από όλον τον κόσμο. Διότι, όπως ειπώθηκε, το σχέδιο αυτό είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση και αποτέλεσε αντικείμενο ενός πολύ ζωηρού και δημιουργικού διαλόγου.

Και στη βάση αυτή ερχόμαστε τώρα, με έναν τρόπο πολύ πιο οργανωμένο και μεθοδικό, να ενισχύσουμε τις γέφυρες που μας ενώνουν με τους απανταχού Έλληνες. Να πυκνώσουμε τα δίκτυα επαφής μεταξύ τους, να αξιοποιήσουμε τα σύγχρονα εργαλεία και την τεχνολογία, να πολλαπλασιάσουμε εξαιρετικά καινοτόμες δράσεις, όπως αυτές που άκουσα για τις γυναίκες της διασποράς.

Είναι δράσεις που ήδη συναντούν πολύ θετική ανταπόκριση. Αναφέρω, για παράδειγμα, την εξαιρετικά χρήσιμη πλατφόρμα εκμάθησης ελληνικών. Αναπτύχθηκε, θέλω να θυμίσω, ως αποτέλεσμα μιας σύμπραξης πριν από κάποια χρόνια μεταξύ του Υπουργείου Παιδείας, με τη στήριξη του ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», και του Πανεπιστημίου Simon Fraser στο Βανκούβερ. Αριθμεί παραπάνω από 50.000 χρήστες παγκοσμίως και, σε μια εποχή όπου η τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει τα πάντα, αντιλαμβανόμαστε ότι και η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας πρέπει να προσαρμοστεί και να αξιοποιήσει τα εργαλεία της σύγχρονης τεχνολογίας. Mε την πλατφόρμα «StaEllinika» έχουμε ήδη κάνει ένα βήμα σε αυτή την κατεύθυνση, μπορούμε όμως να κάνουμε και πολλά περισσότερα, ανάλογα με το επίπεδο γνώσης ελληνικών που κάποιος θέλει να έχει.

Το ίδιο, βέβαια, ισχύει για τα προγράμματα φιλοξενίας νέων τους καλοκαιρινούς μήνες. Επιμένω πολύ σε αυτά, ξέρετε, διότι αυτή η πρώτη εμπειρία που μπορεί να έχει κάποιος απόδημος νέος με την Ελλάδα, είναι εμπειρίες αυτές, ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, που εντυπώνονται και συνοδεύουν τους ανθρώπους σε όλη τους τη ζωή.

Εγώ θυμάμαι χαρακτηριστικά πως 15 χρονών γνώρισα ουσιαστικά τις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσα από ένα ταξίδι ενός μήνα που είχα κάνει μαζί με τη ΧΑΝ Θεσσαλονίκης, όπου διέσχισα σχεδόν όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι αναμνήσεις με συνόδευσαν και με συνοδεύουν έως σήμερα και αποτέλεσαν και τη βάση των πολύ στενών σχέσεων που έχτισα στη συνέχεια με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Θέλω να σταθώ ιδιαίτερα, επίσης, και στις «Ημέρες Καριέρας». Διοργανώνονται από το Υπουργείο Εργασίας και τη ΔΥΠΑ, ειδικά για τη γενιά του brain drain, η οποία έχει διάθεση πια να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Σε αυτές τις ενέργειες, το σχέδιο προσθέτει ακόμα πολλές δράσεις, με ορίζοντα το 2027, ώστε να κινηθούμε σε μία διπλή κατεύθυνση: αφενός να δημιουργήσουμε συνθήκες ευνοϊκές για εκείνους τους απόδημους, ειδικά αυτούς που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης, εφόσον θελήσουν να επιστρέψουν, αλλά δίνοντας και μεγαλύτερη έμφαση σε αυτούς που επιλέγουν τελικά να μείνουν στις νέες τους πατρίδες, ειδικά στους Έλληνες δεύτερης, τρίτης, τέταρτης γενιάς, να γίνουν επιτέλους πραγματικά ενεργοί πρεσβευτές της Ελλάδος.

Και βέβαια, πάγιο καθήκον, υποχρέωση της πατρίδας μας, είναι να μπορούμε να εξυπηρετούμε κάθε Ελληνίδα, κάθε Έλληνα πέρα από τα εμπόδια των συνόρων. Βάλατε ως στρατηγικό στόχο -έκτο, αν πρόσεξα καλά- την εξυπηρέτηση των Ελλήνων μέσα από τις προξενικές αρχές. Εγώ ενδεχομένως να το έβαζα ως πρώτο στόχο και το λέω αυτό διότι, δυστυχώς, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και αυτό δεν οφείλεται στην προθυμία και στην αυταπάρνηση των υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι η επαφή με τις προξενικές αρχές στο μυαλό των Ελλήνων του εξωτερικού ήταν -και σε έναν βαθμό μπορεί να είναι ακόμα- ταυτισμένη με μία λέξη και αυτή η λέξη είναι «ταλαιπωρία».

Αυτό πρέπει να το αλλάξουμε και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι το οποίο αναγνωρίζεται από την ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Γι’ αυτό και επιμένω τόσο πολύ στη χρησιμοποίηση νέων ψηφιακών εργαλείων, σε συνδυασμό βέβαια και με τη στήριξη στο αναγκαίο προσωπικό, την οποία προσωπικά έχω εξασφαλίσει, έτσι ώστε να αλλάξει τελείως και να απλοποιηθεί δραστικά η επικοινωνία των συμπολιτών μας στο εξωτερικό με τις προξενικές μας αρχές.

Οι Πρεσβείες, τα Προξενεία είναι το πρόσωπο της χώρας στο εξωτερικό και πρέπει να λειτουργούν άψογα. Χαίρομαι που ήδη και διαδικασίες όπως η έκδοση διαβατηρίων έχει επιταχυνθεί και μπορεί, όπως είπε και ο κ. Υπουργός, να επιταχυνθεί ακόμα πολύ περισσότερο, όταν ολοκληρώσουμε όλες τις σχετικές διαλειτουργικότητες μεταξύ των συστημάτων της ελληνικής πολιτείας.

Και βέβαια, θέλω να τονίσω, το είπε και ο Υπουργός, την κορυφαία θεσμική αλλαγή η οποία δρομολογήθηκε από τη δική μας κυβέρνηση, που δεν είναι άλλη από τη δυνατότητα που δώσαμε στις Ελληνίδες και στους Έλληνες να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα από τον τόπο κατοικίας τους, στη δεύτερη εκδοχή του νόμου, μέσω της επιστολικής ψήφου. Είναι ένα δικαίωμα το οποίο υπάρχει σχεδόν σε όλες τις χώρες εδώ και δεκαετίες.

Στην Ελλάδα, δυστυχώς, συνάντησε προσχηματικές ενστάσεις της αντιπολίτευσης. Ψηφίστηκε για τις ευρωεκλογές -θέλω να θυμίσω- μόνο από την κυβερνητική πλειοψηφία. Έγινε πράξη, εφαρμόστηκε στις ευρωεκλογές με απόλυτη επιτυχία και αποτελεί μία απόδειξη ότι οι μεταρρυθμίσεις που κάποιοι έλεγαν ότι «δεν μπορούν να γίνουν», μπορούν και γίνονται αρκεί να υπάρχει η βούληση.

Ήταν μία κίνηση βαθιά δημοκρατική, βαθιά εκσυγχρονιστική. Νομίζω ότι έχει ωριμάσει πια πλήρως το επόμενο βήμα, που δεν είναι άλλο από την επέκταση της επιστολικής ψήφου και στις επόμενες εθνικές εκλογές, του 2027. Αυτό προϋποθέτει, βάσει του Συντάγματος, μία ευρύτερη συναίνεση, καθώς χρειαζόμαστε 200 βουλευτές προκειμένου να υπερψηφιστεί.

Αλλά, πιστεύω, είμαι σίγουρος ότι απέναντι σε μία τέτοια προοπτική, όλα τα κόμματα θα επανεξετάσουν τη θέση τους ώστε να στείλουμε όλοι μαζί στους συμπολίτες μας στο εξωτερικό ένα μήνυμα ενότητας και ένα μήνυμα προόδου.

Κυρίες και κύριοι, είναι ένα πραγματικά μεγάλο προνόμιο για την πατρίδα μας να διαθέτει μία μεγάλη και ενεργή διασπορά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου, με πολύ ενεργό παρουσία, με θετική συμβολή στις χώρες που την υποδέχθηκαν, που της έδωσαν μεγάλες ευκαιρίες προκοπής. Προκοπής που οι πρόγονοί μας, αλλά και η γενιά που έφυγε τα τελευταία χρόνια, άδραξαν.

Ένα προνόμιο, όμως, αποτελεί και το γεγονός ότι οι Έλληνες του εξωτερικού δεν έσβησαν ποτέ αυτή τη γραμμή που τους ενώνει με τον τόπο στον οποίο γεννήθηκαν οι ίδιοι ή οι πρόγονοί τους. Διατήρησαν με υπερηφάνεια την ιστορία και τον πολιτισμό τους, και αυτόν τον έμψυχο πλούτο καλούμαστε σήμερα να αγκαλιάσουμε.

Δεν πρόκειται, λοιπόν, απλά για μία εύλογη ευθύνη απέναντι στη συνέχεια του έθνους, αλλά για ένα αναντίρρητα πατριωτικό καθήκον στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον μεγάλης ρευστότητας.

Όταν, συνεπώς, μιλάμε για την πολιτική μας απέναντι στον απόδημο ελληνισμό, να τη θεωρήσουμε ως έναν σημαντικό βραχίονα της ενεργητικής εξωτερικής μας πολιτικής -είναι κάτι το οποίο ο Υπουργός και η κα Υφυπουργός το γνωρίζουν πολύ καλά-, αυτής της ενεργής εξωτερικής πολιτικής που τα τελευταία χρόνια «βάρυνε» το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας και ύψωσε το κύρος της πατρίδας, ώστε όλοι πλέον να αναγνωρίζουν την Ελλάδα μας ως έναν πυλώνα σταθερότητας σε μία ταραγμένη περιοχή του πλανήτη.

Θέση, βεβαίως, στη διεθνή σκηνή, καθόλου ανεξάρτητη και από τις εξελίξεις στην εσωτερική μας πολιτική ζωή. Κανένα κράτος δεν μπορεί να αποκτήσει ηχηρή διπλωματική φωνή και αποτρεπτική αμυντική θωράκιση χωρίς δυναμική και ισχυρή οικονομία. Και καμία κοινωνία δεν μπορεί τελικά να είναι ανθεκτική αν δεν είναι ταυτόχρονα και συνεκτική.

Είναι, λοιπόν, αυτή η συνολική τροχιά της χώρας, εδώ και μια πενταετία, που μας επιτρέπει σήμερα να σχεδιάζουμε τόσο την ενίσχυση των δεσμών μας με τη διασπορά όσο και τη μεγέθυνση της εθνικής επιρροής πέρα από τα σύνορά μας.

Πράγματι, η Ελλάδα του 2024 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 2019. Είναι κάτι το οποίο νομίζω ότι το αναγνωρίζουν πρωτίστως οι Έλληνες του εξωτερικού, οι οποίοι ενδεχομένως να μπορούν να βλέπουν την πρόοδο της πατρίδας μας μακριά από τα παραμορφωτικά φίλτρα της τοξικής εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεσης.

Όπως και πολύ διαφορετική είναι σίγουρα η χώρα που άφησαν πίσω γενιές μεταναστών τον προηγούμενο αιώνα. Με μία οικονομία η οποία αναπτύσσεται με ρυθμό πολύ γρηγορότερο των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, μία ανεργία η οποία υποχωρεί, το εισόδημα στηρίζεται, το επιχειρηματικό κλίμα βελτιώνεται, Έλληνες της διασποράς έρχονται και επενδύουν με χαρά στην Ελλάδα, το κράτος γίνεται φιλικό και ψηφιακό.

Με άλλα λόγια, η Ελλάδα αλλάζει. Κάθε μέρα, παρά τις δυσκολίες, γίνεται καλύτερη, σε έναν δρόμο στον οποίο πρέπει και οφείλουν να είναι συνοδοιπόροι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, όπου κι αν αυτοί κατοικούν.

Το στοίχημα αυτό, της εθνικής προόδου, δεν είναι μόνο ένα στοίχημα δικό μας, των 10 εκατομμυρίων Ελλήνων που κατοικούμε στην Ελλάδα, είναι ένα στοίχημα σύσσωμης της ελληνικής ομογένειας, σύσσωμου του απόδημου ελληνισμού. Είναι ένα στοίχημα, κ. Υπουργέ, την κρισιμότητα του οποίου εσείς στο Υπουργείο Εξωτερικών την αντιλαμβάνεστε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον και αναλαμβάνετε να το μεταφέρετε αυτό το σχέδιο στις απανταχού κοινότητές μας.

Και με σχέδιο, με δουλειά, με επιμονή και με αφοσίωση, να είστε σίγουρες και σίγουροι ότι θα πετύχουμε τους στόχους μας και θα μπορέσουμε να υλοποιήσουμε με απόλυτη συνέπεια αυτό το εξαιρετικό σχέδιο το οποίο μας παρουσιάσατε σήμερα.

Σας ευχαριστώ πολύ.