Σαν σήμερα 8 Ιουνίου 1987 πέθανε ο Αλεξανδρινός συλλέκτης Αλέξανδρος Ιόλας. Ήταν ο άνθρωπος που «ένωσε» την Ελλάδα με την παγκόσμια τέχνη του 20ου αιώνα. Ο Ιόλας γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1908 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ως Κωνσταντίνος Κουτσούδης και ήταν γόνος ευκατάστατης οικογένειας βαμβακεμπόρων.
Ας τον τιμήσουμε μέσω της παράθεσης ενός άρθρου από το Capital.gr που έγραψε ο Αντώνης Κυριαζάνος και έχει να κάνει με το βιβλίο “Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας – Ο Άνθρωπος πίσω από τον Μύθο” (εκδ. Μίνωας) που εξέδωσε η ανιψιά του, Ελένη Κουτσούδη – Ιόλα.
Γράφει λοιπόν ο κ. Κυριαζάνος:
«Υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς γκαλερίστες του 20ού αιώνα. Η σωστή λέξη είναι “εμψυχωτής”, αφού, με τη δυναμική του προσωπικότητα, ενέπνεε και ενθάρρυνε τους καλλιτέχνες της μοντέρνας και της σύγχρονης τέχνης να ανοίξουν τους νέους δρόμους της εικαστικής επανάστασης που συντελέστηκε στο πρώτο μισό αυτού του αιώνα.
Ο Έλληνας εξ Αλεξανδρείας, Αλέξανδρος Ιόλας, σε αυτή την επανάσταση, ήταν μπροστά. Με ένστικτο και πάθος, με “μάτι” στο σημαντικό που ακόμη δεν έχει αποκαλυφθεί, τολμηρός αλλά και υπερβολικός σε όλα, ξεκίνησε ως χορευτής για να στραφεί μετά στην τέχνη. Φίλος και μέντορας των περισσότερων μεγάλων ονομάτων της εποχής του, με γκαλερί σε όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, διέγραψε μια λαμπρή πορεία, που όμως έμελλε να σβήσει άτσαλα.
Το 1976 επέστρεψε στην Ελλάδα χωρίς να χωράει σ’ αυτήν, δεν κατάφερε να προσφέρει τη συλλογή του στο ελληνικό κράτος όπως ήθελε και, μέσα από διάφορες αρνητικές συγκυρίες, το άστρο του έσβησε – άδοξα. Στην Ελλάδα, γιατί στην Ευρώπη και στον χώρο της τέχνης παραμένει ο μεγάλος Ιόλας.
Και τώρα ένα βιβλίο, γραμμένο από την ανιψιά του, Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, που τον έζησε πολλά χρόνια από κοντά, μας τον αποκαλύπτει: “Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας – Ο Άνθρωπος πίσω από τον Μύθο” (εκδ. Μίνωας). Πιο σωστά, ένας μύθος που ήταν όμως πραγματικότητα.
Η συγγραφέας
-Με ποιο σκεπτικό και γιατί γράψατε τη βιογραφία του θείου σας, Αλέξανδρου Ιόλα;
Έγραψα το βιβλίο αυτό πρωτίστως για τον θείο μου. Του το είχα υποσχεθεί, αλλά δυστυχώς ήρθαν έτσι τα πράγματα ώστε να μην μπορέσω να το γράψω ενώ ήταν εν ζωή. Βέβαια, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, το γεγονός αυτό είχε δύο όψεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η καθυστέρηση με βοήθησε να πάρω την απόσταση που χρειαζόταν για να γίνω περισσότερο αντικειμενική, κάνοντας την απαραίτητη έρευνα. Ο στόχος μου ήταν να γράψω ένα τεκμηριωμένο βιβλίο. Μέχρι τότε διάβαζα επαναλαμβανόμενες ανακρίβειες σε ΜΜΕ και βιβλία. Ο δεύτερος λόγος της συγγραφής είχε να κάνει με τα παιδιά μου, τα οποία, δυστυχώς, δεν είχαν την τύχη να γνωρίσουνε μέλη της οικογένειάς μου. Το θεώρησα, λοιπόν, πολύ σημαντικό να έχουν πληροφορίες για την καταγωγή και τη ζωή της μητέρα τους.
-Ο θείος σας, λοιπόν, ξεκίνησε τη ζωή του ως επιτυχημένος χορευτής και μετά έγινε αυτοδίδακτος γκαλερίστας και έμπορος τέχνης, προβάλλοντας νέους καλλιτέχνες που μετά έγιναν διάσημοι. Πώς απέκτησε αυτό το “μάτι” πάνω στη σύγχρονη τέχνη;
“Το μάτι” δεν ήταν τίποτα άλλο από το ένστικτό του. Στον τομέα της τέχνης δούλευε εξαιρετικά. Αντιθέτως, δεν το είχε καθόλου με τους ανθρώπους που τον περιτριγύριζαν.
Ο Ιόλας στο Παρίσι με την ανιψιά του
-Ο Ιόλας συναναστράφηκε και συνεργάστηκε με όλα τα μεγάλα καλλιτεχνικά ονόματα του 20ού αιώνα. Ποιο ήταν εκείνο το χάρισμα που τον έκανε τόσο συνεργάσιμο με όλους αυτούς τους μάλλον δύσκολους ανθρώπους;
Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι οι καλλιτέχνες στους οποίους αναφέρεστε ήταν άνθρωποι της γενιάς του, δηλαδή ξεκινούσαν μαζί την καριέρα τους. Οι περισσότεροι συνέδεσαν το όνομά τους με το κίνημα του σουρεαλισμού, που τότε δεν ήταν και πολύ γνωστό. Δύο μόνο ήταν μεγαλύτερης ηλικίας: ο Πικάσο και ο Ντε Κίρικο, που είχαν ήδη εδραιωθεί. Είχα την τύχη να γνωρίσω όλους αυτούς τους ανθρώπους και μπορώ να πω ότι πραγματικά θαύμασα την απλότητά τους και την ευγένειά τους. Από την πλευρά του, ο Ιόλας είχε ένα ταλέντο να πλησιάζει τους ανθρώπους, να μιλάει τη γλώσσα τους, να γίνεται υποστηρικτικός, και αυτό το αναγνώρισαν όλοι ανεξαιρέτως οι ξένοι καλλιτέχνες.
Ο Αλέξανδρος Ιόλας την εποχή που ήταν χορευτής
-Πώς ερμηνεύετε το γεγονός ότι ένας από τους μεγαλύτερους γκαλερίστες της Ευρώπης δεν δεχόταν ότι αυτό είναι το επάγγελμά του, ότι αρνιόταν αυτόν τον τίτλο;
Το σκεπτικό του ήταν ότι δεν έβλεπε τον εαυτό του ως έμπορο. Δεν ήθελε, λοιπόν, απλώς να πουλήσει έργα. Ο σκοπός του ήταν να κάνει τους συλλέκτες του να αγαπήσουν τους καλλιτέχνες και τα έργα τους. Υπό αυτή την έννοια, διαφοροποιούσε τον εαυτό του από τους κλασικούς εμπόρους τέχνης, και ειδικά της σημερινής εποχής.
-Χορευτής, γκαλερίστας, sui generis και αυτό που λέμε διαδραστική προσωπικότητα, είχε επιβληθεί σε όλους και σε όλα. Από πού αντλούσε τόση ενέργεια;
Πιστεύω ότι ήταν το πάθος του για την τέχνη που τον καθοδηγούσε.
- Ο θείος σας, από το ξεκίνημά του στην Αλεξάνδρεια, έζησε μια ζωή σαν παραμύθι. Δίπλα του ζήσατε κι εσείς πολλά, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Παρίσι. Τι σας έχει μείνει από εκείνη την εποχή, που μοιάζει παραμυθένια;
Κοιτάξτε, η Αλεξάνδρεια ήταν ένας σταθμός πολύ σημαντικός για τη ζωή του, με την έννοια ότι είχε την τύχη να συναναστραφεί με καλλιτέχνες, με ποιητές σαν τον Καβάφη. Από την άλλη, υπήρχε η απόρριψη από τον πατέρα του, ο οποίος δεν μπορούσε να αποδεχτεί προφανώς τη διαφορετικότητα του γιου του. Ένα αγόρι να ενδιαφέρεται μόνο για τα καλλιτεχνικά και καθόλου για το εμπόριο του βαμβακιού; Μιλάμε τώρα για την περίοδο 1925-1930. Δεν θα έλεγα ότι ήτανε παραμυθένιο το ξεκίνημα της ζωής του. Κάθε αρχή και δύσκολη όμως. Έπρεπε να πάρει τις αποφάσεις του μιλώντας με ανθρώπους όπως τον Μητρόπουλο, τον Σικελιανό. Πήρε την απόφαση ότι πρέπει να πάει στη Γερμανία να ξεκινήσει εκεί τον χορό, έχοντας ως ίνδαλμα την Πάβλοβα. Τα οικονομικά του ήταν πολύ σφιχτά, αλλά δεν παραιτήθηκε. Μου έχουν μείνει ως πολύτιμες αναμνήσεις τα ταξίδια που κάναμε μαζί ανά την Ευρώπη και η χρυσή ευκαιρία να γνωρίσω μοναδικούς καλλιτέχνες. Θα μπορούσα να τα ονομάσω εκπαιδευτικές εμπειρίες.
-Πώς θυμάστε τη βίλα του Ιόλα στην Αγία Παρασκευή, στις καλές της εποχές;
Πριν ακόμη χτιστεί ο δεύτερος όροφος, το σπίτι της Αγίας Παρασκευής ήταν πραγματικά πάρα πολύ ωραίο και πρωτότυπο. Όταν ο Ιόλας ερχόταν τα καλοκαίρια, το σπίτι μεταμορφωνόταν. Έφευγαν τα καλύμματα από τα έπιπλα στα σαλόνια και γέμιζε το σπίτι με καλεσμένους. Ζωντάνευε. Όταν έφευγε ο θείος μου, ήτανε σαν να έπεφτε το σπίτι σε χειμερία νάρκη. Αλλά παρέμενε για μένα ένας ζεστός χώρος.
-Γιατί εδώ στην Ελλάδα και στον επίλογο της ζωής του πήγαν όλα στραβά; Δεν τον άντεξε η Ελλάδα της δεκαετίας του ’80, επέλεξε λάθος στάση ζωής, αγνοούσαμε την αξία του, έγινε στόχος από φθόνο, τι από όλα;
Ήταν σίγουρο ότι στεναχωρήθηκε αφάνταστα που δεν αναγνώρισαν την καλή του πρόθεση στο να βοηθήσει την τέχνη στην Ελλάδα. Γίνονται σήμερα πράγματα που εκείνος τα είχε σκεφτεί δεκαετίες πίσω. Π.χ. πως θα έπρεπε η Ελλάδα να ανοίξει τα σύνορά της χωρίς φόβο. Το μεγάλο λάθος που έκανε ήτανε ότι δεν προσαρμόστηκε ποτέ στην ελληνική πραγματικότητα. Οπότε αυτή η στάση του και το χιούμορ του, που ήταν πάρα πολύ προσωπικό και που γινόταν πολλές φορές και πολύ καυστικό, δεν τον βοήθησαν στην τελική φάση της ζωής του. Πάντως η πρόθεση του ήτανε πάντα θετική στο να προωθήσει την ελληνική τέχνη στο εξωτερικό και στο εσωτερικό.
-Ο Adrian Dannantt στον πρόλογο του βιβλίου σας επισημαίνει μια αλήθεια: “Ο διασημότερος έμπορος τέχνης του 20ού αιώνα που κανείς δεν έχει ακουστά”. Πώς έγινε αυτό;
Μπορώ να πω ότι δεν συμφωνώ με τον Dannatt για το ότι ο Ιόλας “χάθηκε”. Ερχόμενη τα τελευταία χρόνια σε επαφή με νέους γκαλερίστες στο Μιλάνο, αν και νέοι σε ηλικία, μιλάνε με θαυμασμό για τον Ιόλα και το έργο του και προωθούν τους καλλιτέχνες του. Το ίδιο ισχύει και στην Αμερική και στο Παρίσι.
-Πώς έχετε κρατήσει τον Ιόλα στη σκέψη σας; Τι θα άξιζε να μείνει από αυτόν στη σκέψη του κόσμου;
Νομίζω ότι θα άξιζε να μείνει στη σκέψη των ανθρώπων ως ένας δημιουργικός άνθρωπος, πρωτοπόρος και γενναιόδωρος υλικά και πνευματικά. Προσωπικά, για να προωθήσω την κληρονομιά και το έργο που άφησε πίσω του για τις επόμενες γενιές, πρόσφατα δημιούργησα την πλατφόρμα www.iolasofficial.com. Στόχο έχει να γνωρίσουν τη σπουδαία αυτή προσωπικότητά οι νέοι άνθρωποι, να μπορούν να αναζητούν πληροφορίες φοιτητές και μελετητές της τέχνης και, βεβαίως, για να κρατήσω ζωντανή τη μνήμη του.