Τα έντυπα ή οι ιστοσελίδες που υπάγονται σε κοινότητες ή φορείς που σχετίζονται με τον πολιτισμό, εκτός της ενημερωτικής τους υποχρέωσης, έχουν και μια «ιερά» αποστολή!
Να θυμίζουν, να υπενθυμίζουν και να διδάσκουν τις παρούσες και μελλοντικές γενιές των ανθρώπων, που σχετίστηκαν ή πρόκειται να σχετιστούν με την ιστορική διαδρομή των κοινωνιών εντός των οποίων αναπτύχθηκαν και εξελίχθηκαν οι ίδιοι ή έλκουν την καταγωγή τους εξαιτίας των προγόνων τους.
Η Αλεξάνδρεια όσα χρόνια και αν περάσουν θα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του παροικιακού ελληνισμού και ίσως το κορυφαίο.
Στον αέναο χρόνο σκάλισαν οι δικοί της αιώνες, το χαρακτικό της Πόλης των Πόλεων!
Σαφώς και δεν είναι μόνο ο Μέγας Αλέξανδρος για τον οποίο δύνανται να επαίρονται οι Αιγυπτιώτες. Προυπήρξαν ή ακολούθησαν φιλόσοφοι, πατριάρχες, ποιητές, καλλιτέχνες συγγραφείς, επιστήμονες, ευεργέτες, εφευρέτες και πάσης φύσεως κατηγορίες εμπνευσμένων δημιουργών και ηγητόρων, μέσω των οποίων αναπτύχθηκε ο πολιτισμός και θεμελιώθηκε η πρόοδος, ως ποιοτική στάση ζωής.
Μια σημαντική σελίδα της αλεξανδρινής πολιτείας, κατέγραψαν οι καταξιωμένοι επιχειρηματίες της.
Γι αυτό και στον «Αλεξανδρινό Ταχυδρόμο» φροντίζουμε άνευ διακρίσεων να αναδεικνύουμε πρόσωπα του παρόντος, αλλά να μην λησμονούμε καταστάσεις και δόξες, μιας όχι και τόσο μακρινής εποχής.
Για σήμερα λοιπόν προβάλλουμε έναν χώρο που σφράγισε την κοινωνία των Αιγυπτιωτών και Αιγυπτίων, καθώς κατέγραψε το όνομά του μέσα από μια ισχυρή διαχρονικότητα αίγλης και επαίνων, τη δική του ιστορία στις σελίδες της Αλεξανδρινής Πόλης.
Αφορμή στάθηκε η συζήτηση του γράφοντος με την κα. Λουκία Πυρίλλη, της οποίας η οικογένεια δημιούργησε το «Τριανόν».
Ας διαβάσουμε όμως το αυθεντικό κείμενο του Μανώλη Δημελλά, των «Καρπαθιακών Νέων» όπου μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Ας δώσω λίγο παραπάνω χρόνο στο Τριανόν, που χρησιμοποιήθηκε για τα γυρίσματα της βρετανικής αντιπολεμικής ταινίας Ice Cold in Alex (1959), των οποίων οι χαρακτήρες πάλεψαν με τον εφιάλτη της ερήμου και βρέθηκαν στο πανέμορφο καφέ να πίνουν μια μπύρα Stella!
Το Ice Cold in Alex είναι μια ταινία με θέμα τον Β ‘ Παγκόσμιο Πολέμο. Το σενάριο αφορά μια ομάδα βρετανών στρατιωτών, που προσπαθεί να ξεφύγει από το Afrika Korps, στην έρημο της Βόρειας Αφρικής, με ένα ασθενοφόρο, μετά την επίθεση του Rommel.
Θεωρήθηκε η πρώτη μεταπολεμική ταινία στην οποία οι Γερμανοί δεν απεικονίστηκαν απλά ως ένας απρόσωπος κι ανάξιος εχθρός.
Ίσως όλα αυτά να ακούγονται ξένα κι αδιάφορα, ειδικά σε κείνους που δεν τα έχουν επισκεφθεί, όμως είμαι σίγουρος ότι έστω και μια φορά τη ζωή σου να έχει βρεθεί περαστικός από αυτά τα μέρη, ακόμη κι αν έχεις κλειστά τα μάτια, μα είμαι απόλυτα σίγουρος, ότι οι μυρωδιές κι γεύσεις από τα γλυκά, οι φωνές των ανθρώπων, ακόμη και ο ήχος των κρυστάλλινων ποτηριών, όλα θα έχουν κάνει τη μνήμη να δαγκώσει γερά εκείνη τη στιγμή.
Με αφορμή τα παραπάνω καταστήματα ας σταθούμε σε μια Καρπαθιά, που βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια έκανε μια μεγάλη φαμίλια και σήμερα η εγγονή της, η κυρία Λουκία Πυρίλλη όχι μόνο δε ξεχνά, μα μνημονεύει συχνότατα την ξεχωριστή καρπάθικη καταγωγή της!
Η ιστορία μας ξεκινά στο τέλος του 19ου. Τότε λοιπόν η Ευδοξία, από την Κάρπαθο, το γένος Λεονταρή, παντρεύτηκε με τον Σπύρο Αρώνη (το πιθανότερο από την Κύπρο).
Το ζευγάρι μάλλον γνωρίστηκε στη Σμύρνη, παντρεύτηκαν κι έζησαν τι ζωή τους στην Αίγυπτο. Μαζί έκαναν έξι κόρες. Τις Κλεοπάτρα, Κατίνα, Αναστασία, Βασιλική, Μαρίκα και τελευταία ήρθε η Εύχαρις.
Για το ζευγάρι δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Η πρωτοκόρη τους, Κλεοπάτρα Αρώνη, παντρεύτηκε τον Κύπριο Μιχάλη Κασκάνη.
Όμως δεν πρόλαβε να χαρεί τη ζωή, η νεαρή γυναίκα σκοτώθηκε μόλις 30 χρονών από αδιευκρίνιστες αιτίες. Ακούστηκε ότι άρπαξαν φωτιά τα μαλλιά της από μια γκαζιέρα κι έτσι κάηκε, ενώ κάποιοι άλλοι είχαν πει ότι αιτία ήταν το πέτρινο μπαλκόνι του σπιτιού. Όταν εκείνο ξεκόλλησε την παρέσυρε στο θάνατο. Η τραγωδία της οικογένειας δεν είχε τελειωμό, ο σύζυγος της, ο Μιχάλης, άφησε τα τρία του παιδιά και τα μεγάλωσε η αδελφή της γυναίκας του, η θεία Μαρίκα.
Τον Κώστα (πέθανε 1972), τον Σπύρο (πέθανε 2008) και την Ευδοξία (1922-1983).
Με τη σειρά του ο πρωτογιός της Κλεοπάτρας, ο Κώστας, άφησε πίσω 3 κόρες, την Κλεοπάτρα, τη Δέσποινα και την Αντωνία, πολέμησε το 1940, τραυματίστηκε σοβαρά όμως κατάφερε να τα βγάλει πέρα.
Ο αδελφός του Σπύρος, ήταν ναυτικός-μάγειρας και ζαχαροπλάστης, παντρεύτηκε και έκαμε δυο κόρες και ένα γιο, την Κλεοπάτρα, τη Γεωργία και τον Γεράσιμος.
Η τρίτη κόρη, η Ευδοξία Κασκάνη, τον Αύγουστο 1958 παντρεύτηκε τον Γιώργο Πυρίλη (1911-1965).
Η κόρη τους Λουκία Πυρίλλη, όπως ήδη αναφέραμε, γνωρίζει και νιώθει την καρπάθικη καταγωγή της, έχει βρεθεί αρκετές φορές στο νησί για να συναντήσει τους συγγενείς της.
Ο Γιώργος Πυρίλης υπήρξε μεγαλοεπιχειρηματίας, γνώρισε τη σύζυγο του Ευδοξία μάλλον κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν εκείνη ήταν εθελόντρια νοσοκόμα, είχαν σχέση περισσότερα από 10 χρόνια, από την εποχή που εκείνη ήταν στο Γαλλικό σχολείο στις καλόγριες.
Ο Γιώργος Πυρίλλης ήταν γιος του Δημήτρη Πυρίλη και της Λουκίας Αλισάφη. Είχε τις επιχειρήσεις εστίασης, κάποια από τα περίφημα καφεζαχαροπλαστεία της Αλεξάνδρειας.
Ο πατέρας του, ο Δημήτρης Πυρίλλης, πέθανε το 1957, ήταν περίπου 88 ετών, είχε καταγωγή από την Ανατολική Θράκη, μάλλον από την παλιά Ρουμελιά και το χωριό του λεγόταν Μπουνίρ Χισάρ.
Η ιστορία λέει ότι στην Αλεξάνδρεια έφτασε μέσα σε ένα βαρέλι!
Η γυναίκα του, η Λουκία Αλισάφη, είχε καταγωγή από τη Μύκονο.
Ο Δημήτρης λοιπόν ξεκίνησε να πουλάει με ένα καρότσι τυρόπιτες, γιαούρτια και διάφορα ζυμωτά, όμως δε στάθηκε εκεί, άνοιξε το πρώτο κατάστημα και συνεταιρίστηκε με κάποιον Κωνσταντινίδη.
Ο Δημήτρης είχε το μυαλό και δημιούργησε, ξεκίνησε εργοστάσιο.
Με τη Λουκία έκαμαν 4 παιδιά, την Πηνελόπη (παντρεύτηκε κάποιον Ιταλό), τον Γιώργο ( παντρεύτηκε την Ευδοξία Κασκάνη με ρίζες από Κάρπαθο), τη Μαρία (παντρεύτηκε τον βαμβακέμπορο Κων. Δούκα) και τον Σταύρο, που πέθανε 19 ετών από φυματίωση στην Ελβετία.
Ο Γιώργος Πυρίλλης, που αναφέραμε πιο πάνω, συνέχισε τη δουλειά του πατέρα του, μάλιστα γύρω στο 1930 ταξίδεψε και σπούδασε στο Παρίσι ζαχαροπλαστική.
Τα πρώτο του κατάστημα ήταν το Petit Trianon (υπάρχει ακόμη και σήμερα με το όνομα Baudrot).
Στη συνέχεια άνοιξε τα Grand Trianon, Unica (σήμερα δεν υπάρχει, έγινε τράπεζα), το Baudrot με την μεγαλύτερη ποικιλία ζαχαρωτών! Εκτός από τα παραπάνω είχε την κουζίνα στο σπόρτ κλαμπ, την κουζίνα σκοποβολής, επίσης είχε το κλάμπ Miami και πολλές κουζίνες στα ποταμόπλοια του Νείλου.
Επίσης είχαν εργοστάσιο παραγωγής των εδεσμάτων (στην πρώην οδό Λειψούς, που έγινεSarm el seich και σήμερα λέγεται Καβάφη, γιατί εκεί ήταν η κατοικία του ποιητή). Το εργοστάσιο του Πυρίλλη έφτιαχνε τα προϊόντα για όλα τα καταστήματα, τα περισσότερα από αυτά ήταν γλυκά και είχε 100 άτομα προσωπικό, ενώ τα καφεζαχαροπλαστεία δούλευαν σε διπλές βάρδιες, από 30 άτομα στην κάθε μία από αυτές!
Το 1947 το Grand Trianon κάηκε όμως στη συνέχεια ανακαινίστηκε και συνέχισε τη λειτουργία του.
Ο Γιώργος Πυρίλλης πέθανε το 1965, ωστόσο οι επιχειρήσεις συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι το θάνατο της γυναίκας του Ευδοξίας (1978).
Το σημερινό Baudrot βρίσκεται στις εγκαταστάσεις του πρώην Petit Trianon και παραμένει κλειστό από το 2015. Η ιδιοκτήτρια Λουκία Πυρίλλη ανακαίνισε την επιχείρηση και σήμερα αναζητά τον θαρραλέο επενδυτή που θα νιώσει την ενεργή αύρα του κτηρίου, θα αισθανθεί την 80χρονη ιστορία του και θα θελήσει να ανάψει τα φώτα, να ανοίξει τις πόρτες και να το γεμίσει με γλυκιές κι αλμυρές γεύσεις, από εκείνες που αφήνουν τις πιο ισχυρές, τις αναλλοίωτες μνήμες.
Μπορεί στην σημερινή Αλεξάνδρεια να μη συναντήσεις τον Κωνσταντίνο Καβάφη, ούτε τον Laurence Durrell και τα διάφορα ενσταντανέ των δρόμων να μην προκαλούν νοσταλγική διάθεση.
Όμως αν βρεθείς περαστικός έξω από ένα ελληνικό καφεζαχαροπλαστείο, τότε πρέπει να αφήσεις τη διαίσθηση να σε οδηγήσει, να μην αντισταθείς στις κρυφές επιλογές των αισθήσεων. Μα κάπως έτσι, σχεδόν αθόρυβα, κερδίζονται οι πιο όμορφες εμπειρίες της ζωής μας».
Για την ιστορία, οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν ευγενώς από την κα. Λουκία Πυρίλλη, οι δε πρόσφατες εντός του σημερινού Τριανόν τραβήχτηκαν από τον γράφοντα.
Κλείνουμε με την απάντηση της κας Πυρίλλη στο ερώτημά μας: «πως γίνεται μετά από τόσα χρόνια οι εργαζόμενοι να σας αντιμετωπίζουν θαρρείς και είσθε η ιδιοκτήτρια του ιστορικού καφέ;»
«Μα αυτό είναι το στέκι μου. Οι πάντες εδώ με γνωρίζουν, ποτέ δεν άλλαξα χώρο. Άλλωστε μέσα στους διαδρόμους και τις αίθουσες του Τριανόν, από μικρή γέμισα με εικόνες τις μνήμες μου!»