Ο Άκης Σαββόπουλος συνομιλεί «καβαφικώς»

Η συνέντευξη που ακολουθεί δόθηκε για τον “Αλεξανδρινό Ταχυδρόμο” στο προαύλιο των Ξενώνων της ΕΚΑ

Κύριε Σαββόπουλε πρόσφατα εγκαινιάσθηκε το Μουσείο Καβάφη. Ποια η άποψη σας γι αυτό το γεγονός στο οποίο παρευρέθη και η ΠτΔ που το εγκαινίασε;

Το γεγονός ότι ήρθε η ίδια η ΠτΔ και η υπουργός Πολιτισμού δίνει μια ιδιαίτερη σημασία.  Από κει και πέρα είμαστε σε μια εποχή που τα νέα και οι εικόνες ταξιδεύουν τόσο σύντομα, καλύπτοντας άμεσα την περιέργεια, με δεδομένο ότι έχω πάει πολλές φορές στο μουσείο. Απ΄ ότι κατάλαβα από τις πρώτες εικόνες, και στη συνέχεια από την πρώτη επίσκεψη, στην οικία έχει εισχωρήσει έντονα το σύγχρονο στοιχείο, με εντονότερο επίσης το στοιχείο της ιστορικότητας. Από κει και πέρα, να σας πω την αλήθεια, σε καθαρά προσωπικό επίπεδο, νομίζω ότι αυτό που ήταν να μου δώσει η οικία Καβάφη μου το έχει δώσει ήδη, εδώ και χρόνια.  Άλλωστε προσφάτως άνοιξε ξανά το (Ελληνορωμαϊκό) ΜΟΥΣΕΙΟΝ, μετά από σχεδόν 20 χρόνια. Αυτός είναι ο φυσικός μου χώρος. Εκεί θα με βρείτε συνήθως.

Τι θα θέλατε να δείτε από ένα σύγχρονο Μουσείο Καβάφη;

Δεν θεωρώ τον εαυτό μου άνθρωπο του πνεύματος.  Οι αρχαιολόγοι είμαστε ίσως οι πιο «υλιστές» της φιλοσοφικής σχολής. Οπότε είμαι άνθρωπος του απτού σε πρώτη φάση. Πάνω σ΄ αυτό λοιπόν, προσωπικά, και μια ταμπέλα έξω απ΄ το σπίτι του, την οποία θα συναντούσα όπως περιηγούμαι στην πόλη, που το κάνω ακόμα συχνά, θα  αρκούσε να μου δώσει την αναφορά του Καβάφη στην πόλη. Και εν τέλει θέλω να βιώνω την Αλεξάνδρεια όταν υπάρχει αναφορά στον Καβάφη με τη λογική του Καβάφη.

Γιατί πιστεύετε ότι ο Καβάφης έχει τόση διεθνή απήχηση;

Δεν ξέρω αν είναι για το σωστό ή για το λάθος λόγο. θέλω να πω ότι για μένα ο Καβάφης είναι πρωτίστως ένας «ιστορικός» ποιητής – φαινόμενο!

Ρεπόρτερ στο χρόνο τον αναφέρω…

Το σχόλιο του πάνω στα ιστορικά δεδομένα που αναλύει·  η γνώση πάνω στις ιστορικές πηγές· ξέρει πάρα πολύ καλά την αρχαιολογία της πόλης, την πραγματική αρχαιολογία, είναι τρόφιμος του Ελληνορωμαϊκού Μουσείου. Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες και για αυτό το «Μουσείο  Καβάφη», το Ελληνορωμαϊκό Μουσείο: ήταν βασική  πηγή έμπνευσης των ποιημάτων του. Από τα ίδια τα ποιήματα καταλαβαίνουμε πως συμπεριφέρεται μέσα στο Μουσείο… «σαν στο σπίτι του». Και διαβάζοντας πάλι άλλα ποιήματα, αφουγκραζόμαστε την ανάγκη του να κρατήσει εντός της οικίας του απόκρυφα βιώματα, επιθυμίες, σκέψεις.

Διευκρίνιση παρακαλώ επ΄ αυτού…

Στο σπίτι του νομίζω ότι ο Καβάφης περιχαράκωνε την «ιδιωτικότητά» του, ίσως ήθελε να κρυφτεί· καμιά φορά σκέφτομαι,  ότι είναι πολλά αυτά, κι έρχομαι σ΄ αυτό που λες… δεν θα θέλε να διαβαστούν.

Συγχωρείστε μου την επιτηδευμένα μη-δόκιμη ορολογία για ένα τέτοιο θέμα. Ακόμα και αυτή την στιγμή που μιλάμε, χρησιμοποιώ την ιδιότητά μου. Έχοντας όμως συμβάλει στην διαμόρφωση συλλογών μεγάλων αρχαιολογικών μουσείων, συμπεριλαμβανομένου και του Νέου Ελληνορωμαϊκού Μουσείου, νομίζω είμαι σε θέση να αντιληφθώ και το είδος κοινού που απευθύνεται ο οιοσδήποτε χώρος μνήμης, ανάλογα την περίπτωση και την προσέγγιση, που όπως πάντα χωρά συζήτηση.  Ο χώρος πλέον ανήκει στο κοινό. Δεν έχουμε παρά να παρατηρήσουμε σε βάθος χρόνου,  τι είδους κοινού θα προσελκύσει, πως οι νέες αλλαγές θα επηρεάσουν την όλη εμπειρία, με δεδομένο ότι ο χώρος ήταν γνωστός για δεκαετίες.

Αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει το έμψυχο υλικό εκτός απ΄ τα ντουβάρια…

Ακριβώς, γι αυτό σ΄ αυτό το σημείο, επιτρέψτε μου να σημειώσω τα ονόματα του Κωστή Μοσκώφ, χωρίς να χρειάζεται να εξηγήσω τον λόγο, καθώς και του Βασίλη Φιλιππάτου και της Σταυρούλας Σπανούδη του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού. Είχα την τύχη να τους γνωρίσω, με τους δυο τελευταίους να ζήσω μαζί τους στα καλύτερα και στα χειρότερα της Αλεξάνδρειας, και να γνωρίσω το «δον-κιχωτικό» φιλότιμό τους, όταν οι προβολείς της «Ελλάδας μας» πάνω στην Αλεξάνδρεια σβήνουν, συχνά πυκνά. Αυτό πρέπει να είσαι Αλεξανδρινός για να το νιώσεις, γηγενής ή από επιλογή.  Και αν θέλετε έχουμε μάθει να λειτουργούμε έτσι, στα «σβηστά φώτα».  Και δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με αυτό. Αυτό που είναι να γίνει θα γίνει, και κάθε τόσο, το σκοτάδι θα σπάει από μικρές εκρήξεις «ηφαιστείων», που δουλεύαν για χρόνια υπογείως…βλέπε ελληνιστική νεκρόπολη του Σάτμπι.

Παρακαλώ μπορείτε να κάνετε έναν παραλληλισμό της Νεκρόπολης που βγήκε στο φως,  με το ημίφως τω κεριών του Καβάφη… στο σήμερα;

Τώρα αν θέλετε να «σκανδαλιστούμε» εκ του ασφαλούς (αστειεύομαι), και αν πιστεύουμε στα «πνεύματα», ας αναρωτηθούμε, πως να νιώθει άραγε το πνεύμα του Καβάφη στην «πολυκοσμία»; Πάλι βρήκατε άνθρωπο να ρωτήσετε… έναν αρχαιολόγο των τάφων. Ασφαλώς και δεν πιστεύω στα πνεύματα. Θεωρητικά, και εκ του ασφαλούς απαντάω, μάλλον θα δυσανασχετούσε.

Ο λόγος;

Ήταν ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας του, αν θέλετε. Είναι ότι δεν ήθελε πλέον να συμμετέχει στα όποια «κοινά», έχοντας αλλάξει η οικονομική του κατάσταση ραγδαία κατά τη διάρκεια της ζωής του. Προφανώς κάποια στιγμή θα είπε ότι «δεν μου χρειάζεται πλέον ούτε δημοσιότητα ούτε κοσμικότητα, ούτε τίποτα… ένα κερί αρκεί…». Μάλιστα λέγεται ότι πήγαινε πχ στο θέατρο Ζιζίνια και έβλεπε όλες αυτές τις κυρίες που πήγαιναν στο θέατρο, για να πάνε στο θέατρο, και όχι για να δούνε θέατρο· τις πετούσε ποιήματα.. φτιαγμένα σε αεροπλανάκια μέσα στα φουρά. Ωραίος θρύλος!

Ήταν ένας άνθρωπος που σάρκαζε και αυτοσαρκαζόταν. Επίσης μαθαίνουμε ορισμένα ιστορικά γεγονότα στο χρόνο αποτυπωμένα από τη δική του ποιητική δημιουργία.

Απ΄ ότι κατάλαβα απ΄ τα ποιήματα του, τα οποία ως επί το πλείστον, εκτός απ΄ αυτά που είναι εντελώς προσωπικά, αφορούν άμεσα ή έμμεσα την αρχαία Αλεξάνδρεια. Για τον Καβάφη, η πραγματική Αλεξάνδρεια είναι η αρχαία Αλεξάνδρεια. Την σύγχρονή του Αλεξάνδρεια δεν την είχε σε ιδιαίτερη εκτίμηση και ούτε είμαι σίγουρος αν ήθελε πραγματικά να βρίσκεται σ΄ αυτήν. Ίσως και γι΄ αυτό τόση «απομόνωση», όλο αυτό το παράλληλο σύμπαν που χτίζει μέσα από την ιδιωτική του, ποιητική ας πούμε, γλώσσα. Η Αλεξάνδρεια που αγαπάει, που πιστεύει ότι είναι σημαντική και είχε λόγο ύπαρξης, είναι η αρχαία Αλεξάνδρεια. Νομίζω συμφωνούν πολλοί σε αυτό.

Δηλαδή «ζωγράφιζε» με τις λέξεις του το παρελθόν στο οποίο θα ήθελε να ζει… και όχι το «τώρα»  που ζούσε…

Μας μεταφέρει «προσωπικές εμπειρίες» από το αρχαίο παρελθόν (πχ. πάει σε κηδεία!),  και το κάνει με μια επιστημονικότητα η οποία είναι όχι απλά αξιοθαύμαστη, θα μπορούσε ο σύγχρονος αρχαιολόγος να διαβάσει Καβάφη αντί για θεωρητικά βιβλία για να ξέρει με ποια μεθοδολογία να προσεγγίσει το υλικό του. Είναι τόσο εύστοχος!

Το Ίδρυμα Ωνάση επί ένα μεγάλο διάστημα ασχολήθηκε με την ανακαίνιση της οικίας. Θα μπορούσε πιστεύετε να γίνει αναπαλαίωση αντί για ανακαίνιση…  

Μπορούμε να ανταλλάσουμε απόψεις πάνω σε αυτό μέχρι το πρωί. Υπάρχουν πιο ειδικοί από μένα να απαντήσουν επί αυτού,  με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Αν μου δοθεί η αφορμή θα μιλήσω πρώτα με αυτούς. Τώρα αν κάναμε την κουβέντα αυτή προ «κόβιντ», να μην πω προ «επανάστασης», το πρώτο δεδομένο που, φαντάζομαι, θα είχα μηρυκάσει για καιρό είναι ότι μιλάμε για τον προσωπικό χώρο ενός «διάσημου ιδιώτη» (στην περίπτωσή μας ποιητή).  Ο Καβάφης δεν υπήρξε ποτέ δημόσιο πρόσωπο. Δεν υπήρξε ποτέ «ο Κυβερνήτης», «ο Πρόεδρος», δεν έβαλε ποτέ την υπογραφή του σε μεγάλα δημοσίου χαρακτήρα ιστορικά γεγονότα, ώστε να είμαστε αναγκασμένοι λόγω ιστορίας και μελέτης να πέσουμε πάνω του. Μιλάμε για έναν «ιδιώτη» λοιπόν ο οποίος χαρακτήρισε σύμφωνα με τους μελετητές του έργου του μια περίοδο στην ποίηση, όχι απαραίτητα στη ζωή της πόλης. Αυτό κρατάω και ως βασική σημείωση όσον αφορά την όποια προσέγγισή μου στο φαινόμενο Καβάφη. Κατά τα άλλα, τα λόγια του ποιητή μου έρχονται μερικές φορές στη σκέψη, ιδιαίτερα σε περιόδους πρωτόλειας έρευνας.

Σε έναν αρχαιολόγο ο Καβάφης τι μπορεί να του προσφέρει;

Εκ των πραγμάτων ο Καβάφης αποτελεί έμμεση δίοδο στις απαρχές της Αλεξανδρινής αρχαιολογίας και σε προσωπικότητες όπως ο Αναστάσιος Νερούτσος τον οποίο επισκεπτόταν ο νεαρός τότε ο Καβάφης για να ζητήσει αρχαιολογικά δεδομένα και αρχαιολογική σκέψη ώστε πάνω σ΄ αυτά να δουλέψει κι αυτός.

Τι εστί για την Αλεξάνδρεια Νερούτσος;

Ο Αναστάσιος Νερούτσος είναι ο πατέρας των σύγχρονων αλεξανδρινών σπουδών, γιατρός, φιλόλογος, αρχαιολόγος, με σπουδαίο συγγραφικό έργο για την επιγραφική της Αλεξάνδρειας και της Αιγύπτου, την Αιγυπτιολογία, την Αλεξανδρινή τοπογραφία… κατά την γνώμη μου, είναι η σημαντικότερη αρχαιολογική προσωπικότητα που πέρασε ποτέ από την Αλεξάνδρεια, κατά τα άλλα μάλλον άγνωστος σε μας τους Ελλαδίτες. Ο Νερούτσος όμως ήταν ένας «μικρός θεός» της εποχής του Καβάφη. Ο ίδιος ο Καβάφης και μέσω φίλων του, σημειώστε το, λέει ότι ο Νερούτσος άνοιγε το σαλόνι του, αν θυμάμαι καλά, κάθε Σάββατο για να υποδεχτεί αρχαιολόγους της εποχές,  Άγγλους (π.χ ο Χόγκαρθ), Γάλλους, Ιταλούς… και πήγαινε και ο Καβάφης για να δει πως συμπεριφέρονται μπροστά στον μεγάλο Τάσο Νερούτσο, αναζητώντας τα βασικά της τοπογραφίας της Αλεξάνδρειας απ΄ αυτόν. Και όλα αυτά πριν την ίδρυση του Ελληνορωμαϊκού Μουσείου (ιδρύθηκε το 1892).

Διαβάζουμε κι ακούμε για ευεργέτες, ιστορικούς, επιστήμονες που εξελίχθηκαν και έκαναν διεθνή καριέρα σε διάφορους τομείς. Αυτή η προσωπικότητα γιατί έχει μείνει στην αφάνεια;

Ο Νερούτσος υπήρξε για την εποχή του πολύ σημαντική προσωπικότητα – έφερε τον τίτλο του  Μπέη – αλλά έχω την εντύπωση ότι η κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα δεν ενδιαφερόταν τόσο πολύ, όσο μπορούμε να φανταζόμαστε, για την επιστημονική έρευνα. Δεν σου κάνει εντύπωση ότι μια πόλη που ήταν τόσο σύγχρονη, τόσο εύρωστη, δεν είχε πανεπιστήμιο (μέχρι το 1942); Οπότε νομίζω ότι κάπου εκεί χάθηκε ο Τάσος Νερούτσος, συν το ότι η ελληνική αρχαιολογία υπήρξε ως επί το πλείστον  ελλαδική (είμαστε ελάχιστοι, κατά αναλογία, ακαδημαϊκοί με αρχαιολογική δράση εκτός Ελλάδας). Δεν είναι τυχαίο που ακαδημαϊκά τουλάχιστον δεν έχω συνεργαστεί ιδιαιτέρως με Έλληνες ακαδημαϊκούς παρά μόνο με αυτούς που συνεργάζομαι τα τελευταία χρόνια, όπως οι Δ. Πλάντζος και Ν. Δημάκης, καθηγητές του ΕΚΠΑ.

Οι προαναφερόμενοι όντως αποτελούν γερά χαρτιά της ακαδημαϊκής «κοινότητας». Όμως εσείς που αποδίδετε την ελλιπή γνώση άλλων συναδέλφων σας;

Όλα ξεκινούν από την άγνοια, κατά τη γνώμη μου. Άλλωστε δεν είναι και υποχρεωτικό να γνωρίζουμε όλοι τα της Αλεξάνδρειας, δεν το λέω καθόλου απαξιωτικά. Αγνοούν λοιπόν τον Τάσο Νερούτσο αν και ο Τάσος Νερούτσος στολίζει με το πορτρέτο του τη βασική σάλα της Βιβλιοθήκης στην Ακαδημία Αθηνών (Μου το υπέδειξε φίλος-συνάδελφος στην Αθήνα). Τελικά, λες να μην είναι και τόσο άγνωστος;

 Άλλωστε και  ο ποιητής ήταν κι αυτός εξίσου άγνωστος κατά τη διάρκεια της ζωής του. Έγινε γνωστός πρωτίστως από τους ξένους μελετητές.

Είναι ολίγον άδικο ένας δημιουργός εν ζωή να μην έχει καταξιωθεί και μετά θάνατον να διδάσκεται στα πανεπιστήμια όλου του κόσμου…

Τώρα που το λέμε… βλέπω ότι παρα-ασχοληθήκαμε με τον Καβάφη με την έννοια ότι ασχολούμαστε με πράγματα που δεν θα ενδιέφεραν το ίδιο.

Μήπως είναι και λίγο της μόδας το ζήτημα; Είναι σπουδαιότατος ποιητής και δεν τον αρνείται κανείς. Μου έχει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ότι τα πάντα το 23 και το 24 γυρίζουν γύρω από Καβάφη. Υπάρχει Λαπαθιώτης, Γκάτσος, Παπατσώνης, Ελύτης, Ρίτσος, Παλαμάς, Βρεττάκος…

Υπάρχει και ο Τσίρκας στην Αίγυπτο…

Ακριβώς! Γιατί έχει υπερτερήσει τόσο πολύ ο Καβάφης;

Βλέπω κόσμο που εκτιμώ απεριόριστα να θεωρεί τον Καβάφη «πνευματικό πατέρα», ακόμα και αν δεν έχουν κανένα απολύτως κοινό σημείο στην προσωπική διαδρομή. Κάτι λέει αυτό από μόνο του. Απ’ την άλλη, για μένα, ο Καβάφης ως προσωπικότητα είναι ένα γοητευτικό σενάριο «νεορεαλιστικού κινηματογράφου». Τέτοιους ήρωες «ψάχνει» αυτού του είδους η τέχνη.

Καλό ή κακό αυτό;

Άκριτο, δεν το κρίνω. Πουλάει πάντως. Δεν είναι ταμπού να το λέμε.

Μπορούμε να πούμε ότι σημαντικό ρόλο στη φήμη του Καβάφη δημιούργησε ή υποδαύλισε ερεθίσματα και ο τρόπος ζωής του;

Ε άμα συζητιέται τόσο μάλλον ενδιαφέρει! Εκ των πραγμάτων, αφού το συζητάμε… Όμως, στην πραγματικότητα, για να παρακολουθήσεις την ποίηση του Καβάφη, να καταλάβεις τα ιστορικά του ποιήματα που είναι η πλειοψηφία, χρειάζεσαι ιστορική και αρχαιολογική γνώση που είναι αδύνατον να την έχει εκ των προτέρων ο μέσος αναγνώστης. Άλλωστε δεν θυμάμαι να μας έχουν πει κάτι στο σχολείο (να μην πω στο ελληνικό πανεπιστήμιο) για την σημαντικότερη πόλη της ελληνιστικής οικουμένης, άρα από που;

Για να εκτιμήσεις τα καλολογικά στοιχεία που επιλέγει, το ύφος, την παράλληλη ή κάθετη ματιά του, πρέπει να ξέρεις το βασικό γεγονός ή πρόσωπο που αναφέρεται. Γιατί αναφέρεται  σε βασικά γεγονότα και απτό αρχαιολογικό υλικό. Πολλές φορές ο Καβάφης μέσα στα ποιήματά του συλλαβίζει επιγραφές υπαρκτές. Αν δεν ξέρεις αυτό το υλικό, πόσο κοντά να φτάσεις τον Καβάφη; (είπε ο αρχαιολόγος πάλι)

Ας πούμε για την οικονομία της συζήτησης ότι το ξέρουμε το υλικό. Τι περισσεύει να μάθουμε γι αυτόν;

Νομοτελειακά οδηγούμαστε σε αυτό που περισσεύει. Και τι είναι αυτό που περισσεύει; Τα προσωπικά του, τα απόκρυφά του κτλ.. Ναι, μάλλον έχουμε δικαίωμα μετά θάνατον να τα δούμε και αυτά. Από την άλλη καταλαβαίνω ότι είναι όντως εντελώς «προσωπικά» του. Τώρα μέσα σ΄ αυτό «τον προσωπικό χώρο» ο κόσμος μπορεί να ταυτιστεί, να βρει κάποια στοιχεία που τον αφορούν κλπ. Αλλά και πάλι νομίζω ότι τραβάμε μια σκέψη παραπάνω απ΄ ότι θα ΄πρεπε γύρω από τον Καβάφη αντί να διαβάσουμε. Διαβάστε Καβάφη και αν πραγματικά σας ενδιαφέρει ο Καβάφης κοιτάξτε γι΄ αυτά που μιλάει, κοιτάξτε πιο βαθιά, καταλάβετε τα δεδομένα, πως τα χρησιμοποιεί για να εμπνευστεί και νομίζω ότι ο καθένας θα βρει το δρόμο του.

Δώστε ένα παράδειγμα εσείς…

Επιτρέψτε μου να σημειώσω αυτό που μου έρχεται πιο άμεσα με την ερώτηση. Ο Καβάφης είναι ένας εκπληκτικός χειριστής του λόγου, με ιδιαίτερους «νεολογισμούς» και άλλα πολλά. Αρκεί μόνο να ανακαλέσουμε πόσο εύστοχα ενσωματώνει στον «Καισαρίωνα», το πλουταρχικό ελληνιστικό «πολυκαισαρίη»… «πήξαμε στους Καίσαρες»!

Και ασφαλώς η απόδοσή του σε άλλες γλώσσες αποτελεί διαχρονικό ζήτημα.  Υπάρχει π.χ. αμερικανική/αγγλο-σαξωνική σχολή, η οποία αποδίδει κατά βάση το «νόημα». Για μένα ο καλύτερος μεταφραστής στην Αγγλική υπήρξε ο Ευάγγελος Σαχπέρογλου, ο οποίος απέδιδε και τον αριθμό των συλλαβών ακόμα και των ήχων, π.χ. διαλέγει το «Fugitives» και όχι το «Exiles» για να αποδώσει τους «Φυγάδες» δηλ. η επιλογή των όρων που χρησιμοποιούσε στα αγγλικά αντανακλούσαν, όσο γινόταν, και ηχητικά-ρυθμικά το αυθεντικό. Είχα (και έχω) την τύχη να χρησιμοποιήσω την μετάφραση του Σαχπέρογλου ως ενδεδειγμένο ακαδημαϊκό εγχειρίδιο στην Σχολή Κλασσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης όπου εργάζομαι. Άλλωστε η Οξφόρδη εκδίδει και την μετάφραση Σαχπέρογλου.

Αν ο Καβάφης ζούσε στη σημερινή εποχή και περνούσε από την οδό Καβάφη… τι θα έκανε;

Μάλλον θα πήγαινε για καφεδάκι στο Τριανόν! Και μετά σπίτι. Ήταν όμως μανιακός και με τις επιγραφές. Θα κοντοστεκόταν στην σημερινή ταμπέλα σίγουρα. Θα την διάβαζε 5-6 φορές, θα την συλλάβιζε. Τώρα τι θα σημείωνε στα τετράδιά του, δεν προλαβαίνω να φανταστώ, να ρωτήσουμε τους ειδικούς του είδους.

Στη σημερινή Αλεξάνδρεια έτσι όπως είναι διαμορφωμένη, με την Παροικία των Ελλήνων θα συναναστρεφόταν με τους σημερινούς Αιγυπτιώτες;

Όσο και με τους παλιούς.

Άρα μιλάμε ότι είναι ένας άνθρωπος που έζησε τελείως μόνος,  ασχέτως της κοινωνικής και εργασιακής του ενασχόλησης…

Έτσι δεν φαίνεται;

Ένας αρχαιολόγος είναι μοναχικός κι αυτός;

 
Το επάγγελμά μας  στην οργάνωση και τη δομή του, έχει και τα κομμάτια που πρέπει να είσαι μόνος σου και τα κομμάτια που δεν είσαι καθόλου μόνος σου. Μια ανασκαφή, επί παραδείγματι, δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι μια μοναχική διαδικασία όταν έχεις να συνεργαστείς με τόσο κόσμο. Και επειδή πολλές φορές δυο  ή τρία μυαλά είναι καλύτερα από ένα, κι εμείς οι αρχαιολόγοι νομίζω ότι δημιουργούμε τις οικογένειές μας τις αρχαιολογικές. Δεν νομίζω ότι η μοναχικότητα εξυπηρετεί τον αρχαιολόγο σε κανένα κομμάτι. Αργά ή γρήγορα θα εγκλωβιστείς στο χαρτόκουτο που ο ίδιος κατασκεύασες.

Άλλωστε ακόμα και όταν κάθομαι μπροστά από το υλικό μόνος μου, πάλι διάλογο προσπαθώ να κάνω, λαμβάνοντας νοερά και τις απόψεις των συναδέλφων μου. Και ο συμπαθής Καβάφης αυτή την συντροφιά έψαχνε μέσα από τους ήρωές του, τους ιστορικούς, αυτήν την παρέα και αυτούς τους διαλόγους αναζητούσε.

Ένα Μουσείο μιας προσωπικότητας και όχι ανασκαφικών εκθεμάτων, τι πρέπει να έχει για να θεωρείται πετυχημένο; Μην σταθείτε στον Καβάφη.

Ένας σωστός οδηγός στο αεροδρόμιο του Καΐρου ή της Αλεξάνδρειας ή της όποιας πόλης. Η Αλεξάνδρεια του Καβάφη. Η Αίγυπτος του Τσίρκα. Η Ελλάδα του Ελύτη. Εκεί πάει πρώτα από όλα το μυαλό μου. Ο λόγος π.χ. του Τσίρκα  ή του Καβάφη σε συνδυασμό με ωραίο εικονογραφημένο υλικό και με «μονοπάτια» για να πατήσεις στα πατήματά τους. Τώρα, – για άλλη μια φορά να σημειώσω ότι μιλάω ως μελετητής υλικού πολιτισμού και όχι ως βιογράφος ή ιστορικός ή φιλόλογος – αφήνω περιορισμένο ρόλο στην υλικότητα όταν έχεις να κάνεις με ανθρώπους του πνεύματος.

Διηγηθείτε μου έναν σταθμό αυτής της  περιήγησης που επικαλείσθε;

Μέσα από την περιήγηση αυτή, γιατί όχι, να φτάσεις και στην Οικία Καβάφη. Άλλωστε το ίδιο έκανα και εγώ, κάπου 23-24 χρόνια πριν. Μπήκα μέσα στην Οικία και ζεστάθηκε η ψυχή μου, άγουρος ακόμα στην Αλεξάνδρεια του Μιλένιουμ…. άλλη πόλη. Και κάπου εκεί, στους τοίχους, έκανα την πρώτη μου μικρή ανακάλυψη…τον λόγο που «τραβιόμουνα» στην Νειλοχώρα (και θα συνέχιζα να τραβιέμαι μέχρι σήμερα).

Θα μας τον αποκαλύψετε;

Ήταν οι στίχοι του ποιητή, ένα απόσπασμα:

Ναι. Τραγουδώ την Αίγυπτο. Αυτήν,

που δε σας δείχνει ο Κουκ, αυτήν,

που σκουντουφλάτε χρόνια δίχως να τη δείτε.

Και τραγουδώ την Αίγυπτο

γιατί με τρέφει και με σκέπει σα μητέρα,

γιατί πονάει σα μητέρα

και γιατί ελπίζει σα μητέρα.

(Σ. Τσίρκας)

…και μόλις είχα ανακαλύψει την Αλεξάνδρεια. Όχι την πλαστή Αλεξάνδρεια,  την «παρ’ Αιγύπτω», αλλά την «ορίτζιναλ», την εν Αιγύπτω. Την Αλεξάνδρεια, με άλλα λόγια, του Πτολεμαίου!

Κλείστε αυτή τη συζήτηση με όποιο τρόπο θέλετε εσείς…

Αγαπητέ Βασίλη, δεν ξέρω αν στο είχα πει ποτέ, αλλά αν το έβαλες εσύ στο τοίχο της πάλαι ποτέ αίθουσας Τσίρκα, στο χρωστάω (και αυτό)!

Γιατί κράτησες  σφιχτά τα «καλοκαίρια»,  μη μας φύγουν από τα χέρια.

Αλλά ας μην κλείσουμε ποιητικά, αλλά καβαφικά… με ένα Αλεξανδρινό ελληνιστικό επίγραμμα. Τα λέει όλα μαζεμένα:

Παρόλο που είστε [μόνο] βοσκοί, εσείς που διαβαίνετε τον δρόμο τούτο

και βοσκάτε κοπάδια προβάτων,

εσύ ταξιδιώτη, που ανατράφηκες με τα έργα των Μουσών,

στάσου και προσκύνησε τον τάφο της Αλίνης, και μετά συνέχισε το δρόμο

σου.

Ο χαιρετισμός μπορεί να σου επιστραφεί διπλά. Έχω αφίσει πίσω στο σπίτι  τρία παιδιά και έναν δυστυχή σύζυγο

(επιγραμμα της Αλίνης, 3ος αι. π.Χ. Αλεξάνδρεια)