Από τον Ντέιβιντ Χόκνεϊ στην Άννα Μποκιγιάν και από το πορτρέτο του Εγγονόπουλου στον Τσαρούχη και στον Γκίκα: Τόσο οι στίχοι όσο και η μορφή του Κωνσταντίνου Καβάφη υπήρξαν πηγή έμπνευσης για μερικούς σπουδαίους καλλιτέχνες.
Όποιος έρχεται σε επαφή με την ποίηση του Κ.Π. Καβάφη, ακόμα και ένα παιδί ή ένας αμύητος αναγνώστης, φτιάχνει εικόνες, έναν δικό του κόσμο, με κάθε στίχο που αγκαλιάζει τα αισθήματα, τις συγκινήσεις και τα βιώματα τα οποία φέρνει στην επιφάνεια η οικουμενική διάσταση της ποίησης του Αλεξανδρινού ποιητή.
Η σκιά και το φως, το σκληρό, υπαρξιακό άσπρο και μαύρο, το απόθεμα των χρωμάτων, αχνών ή ζωηρών, και οι αποχρώσεις τους συγκροτούν ένα λεξιλόγιο απαράμιλλο που μεταδίδει στον αναγνώστη μια ακριβή εντύπωση του τόπου, του χώρου, των προσώπων, της έκφρασης, των αισθημάτων.
«Σαν καλός ζωγράφος, γλύπτης ή χαράκτης ο Καβάφης ακολουθεί τους κανόνες της εικαστικής σύνθεσης, επιλέγει τι θα περιλάβει και τι θα αφήσει απέξω, απομονώνοντας τις κρίσιμες λεπτομέρειες, και αποδίδει με ζωντάνια και ακρίβεια τις μορφές των επώνυμων ή ανώνυμων ηρώων του, ιδίως τα κινήματα της ψυχής τους, τον λογισμό και τα όνειρά τους», γράφει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος.
Ο ποιητής διατηρούσε επαφές με αρκετούς ζωγράφους και χαράκτες, Αιγυπτιώτες και μερικούς Ελλαδίτες, που τον συνάντησαν.
Ανάμεσά τους ο Γιώργος Γουναρόπουλος, ο Γιάννης Κεφαλληνός, ο Κωνσταντίνος Μαλέας, ο Περικλής Αναστασιάδης, ο Σοφοκλής Αντωνιάδης, ο Νίκος Γώγος, ο Γιώργης Δήμου, ο Τάκης Καλμούχος, ο Μιχάλης Τόμπρος, η Θάλεια Φλωρά-Καραβία, η Χαρίκλεια Αλεξανδρίδου-Στεφανοπούλου, ο Κίμων Ε. Μαραγκός, ο Μίκης Ματσάκης, ο Ευθύμης Παπαδημητρίου και ο Εδμόνδος Σούσα.
Στον χώρο του Αρχείου Καβάφη εκτίθενται έξι προσωπογραφίες που ο ποιητής είχε στην κατοχή του: μία που ο Τάκης Καλμούχος έκανε στις 13 Οκτωβρίου 1927 (μολύβι σε χαρτί), άλλη μία, μελάνι σε χαρτί, του Ευθύμιου Παπαδημητρίου, δύο του Γιάννη Κεφαλληνού (ένα χαρακτικό που αποτελεί την πρωιμότερη απεικόνιση του Καβάφη, το 1921, και ένα με μολύβι σε χαρτί), μία του Κωνσταντίνου Μαλέα και εκείνη που η Χαρίκλεια Αλεξανδρίδου-Στεφανοπούλου έφτιαξε με μολύβι και κηρομπογιά σε χαρτί – οι δύο τελευταίες χρονολογούνται τον Δεκέμβριο του 1923.
Στον ίδιο χώρο συναντάμε προσωπογραφίες του που φιλοτεχνήθηκαν μετά τον θάνατό του: του David Levine (μελάνι σε χαρτί, 1972), του Γιώργου Ιωάννου (λάδι σε καμβά, Ιούνιος, 1983), του Σωτήρη Σόρογκα (ξυλομπογιά και μολύβι σε επεξεργασμένο χαρτί, 1983) και του Γιάννη Κυριακίδη (2018). Αυτές που έκαναν ο Νίκος Εγγονόπουλος (1948) και η Άρια Κομιανού (1983) βασίζονται στη φωτογραφία που τράβηξε ο Κυριάκος Παγώνης στο εργαστήριο του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου, προκειμένου να φιλοτεχνηθεί η προτομή του ποιητή όταν πλέον είχε υποβληθεί σε τραχειοτομή και είχε χάσει τη φωνή του – ήταν και οι τελευταίες.
Η προτομή δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, ενώ με τις μετρήσεις και τα προσχέδια του Τόμπρου η Ασπασία Παπαδοπεράκη φιλοτέχνησε αυτήν που βρίσκεται στο Γενικό Προξενείο της Αλεξάνδρειας. Μία ακόμα στήθηκε το 2013 έξω από την εκκλησία της Κουμαριώτισσας στο Νιχώρι της Πόλης.
Στο αρχείο του ποιητή, στο Ίδρυμα Ωνάση, ανάμεσα σε άλλα έργα, υπάρχει ενδεικτικά μια ιχνογραφία με μαρκαδόρο του Σόφο (Σοφοκλής Αντωνιάδης) που απεικονίζει τον Καβάφη το 1933 – στο πίσω μέρος δηλώνεται γραπτώς ότι πρόκειται για αντίγραφο του 1966· ένα σκίτσο με μολύβι του Νικολάου Γώγου του 1925, όπου ο Καβάφης, με γυαλιά, κοιτάζει προς τα δεξιά· μια φωτογραφία υδατογραφίας του Νικολάου Γώγου που τον απεικονίζει να κρατά .κομπολόι στο δεξί χέρι· ένα γελοιογραφικού χαρακτήρα σκίτσο του Kem (Κίμων Ε. Μαραγκός), κομμένο από γαλλόφωνη εφημερίδα του 1929, με τον Καβάφη να φοράει κοστούμι, καπέλο και γυαλιά.
Αξιοσημείωτο είναι και ένα σκίτσο που με βάση τον γραφικό χαρακτήρα θα μπορούσε να αποδοθεί στον αδελφό του Καβάφη, Τζον. Φτιαγμένο με μελάνι, εν είδει γελοιογραφίας, απεικονίζει έναν φαραώ καθισμένο σε θρόνο και στα πόδια του έναν υπήκοο που τον προσκυνάει. Από κάτω η σημείωση: «The scribe Fri-a implores King Ka-fafi to eat bread at his house».
Ντεϊβιντ Χοκνεϊ – Illustrations for fourteen poems from C.P. Cavafy
Το 1950 ο νεαρός Ντέιβιντ Χόκνεϊ ανακάλυψε την ποίηση του Καβάφη και έκλεψε ένα αντίγραφο της συλλογής των ποιημάτων του από τη δανειστική βιβλιοθήκη στο Μπράντφορντ – η επιρροή του ποιητή επάνω του ήταν μεγάλη. Δέκα και πλέον χρόνια αργότερα, επέλεξε να επικεντρωθεί σε αυτήν: αποτέλεσμα αυτής της εργασίας ήταν η σειρά «Illustrations for fourteen poems from C.P. Cavafy» με σχέδια που εικονογραφούν 14 ποιήματά του.
Το 1966 ταξιδεύει στη Βηρυτό, την οποία θεώρησε ως το αντίστοιχο εκείνη την εποχή της Αλεξάνδρειας του Καβάφη, ελπίζοντας να ανακαλύψει το φιλελεύθερο, κοσμοπολίτικο, αστικό περιβάλλον όπου είχε ζήσει ο Καβάφης τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα. Έκανε πολλά σχέδια με στιλό και μελάνι, εμπνεόμενος από τη ζωή του δρόμου στη Βηρυτό, ενώ άντλησε επίσης από τις δικές του εμπειρίες και από το περιβάλλον του.
Είχε αναφερθεί και σε προηγούμενα έργα του στα γραπτά του Καβάφη, αλλά αυτή η εργασία ήταν η πρώτη σημαντική δήλωση του Χόκνεϊ, εμπνευσμένη από τον ποιητή, στην οποία αποφάσισε να συμπεριλάβει μόνο εκείνα τα ποιήματα που αφορούσαν το θέμα του ομοφυλοφιλικού έρωτα και δημοσιεύθηκαν σε μετάφραση από τους ποιητές Stephen Spender και Νίκο Στάγκο το 1967. Στη σειρά που δημοσιεύθηκε την ίδια χρονιά που η Βρετανία αποποινικοποίησε την ομοφυλοφιλία, ο Χόκνεϊ δεν κάνει καμία προσπάθεια συγκάλυψης του ομοερωτικού βλέμματος.
Οι εικόνες του δεν αποτυπώνουν ένα συγκεκριμένο ποίημα αλλά αποτελούν οπτικά ισοδύναμα της διάθεσης και του θέματος των ομοερωτικών ποιημάτων του Καβάφη, όπου η μνήμη έγινε το αντίδοτο για τις απολαύσεις που ξεθώριασαν, παροδικές καθώς ήταν, και φευγαλέες· παρά τη νοσταλγία για το ερωτικό και μια επιθυμία να εμπλακεί βαθιά στις ζωές των άλλων, ο θεατής παραμένει αποστασιοποιημένος. Ο φόρος τιμής του Ντέιβιντ Χόκνεϊ στον Καβάφη αποτελεί μία από τις πιο ασυνήθιστες μεταφράσεις αυτών των τρυφερών ποιημάτων, με τις φειδωλές γραμμές που χρησιμοποιεί να απηχούν την οικονομία του ύφους του ποιητή.
Άννα Μποκιγιάν – «Ταξιδι στην Αλεξανδρεια του Καβαφη»
To 2010 η βραβευμένη με Χρυσό Λέοντα στη Βενετία, αρμενικής καταγωγής εικαστικός Άννα Μποκιγιάν, μία από τις κορυφαίες σύγχρονες καλλιτέχνιδες της Αιγύπτου, παρουσιάζει στο Μουσείο Μπενάκη τη σειρά έργων της «Ταξίδι στην Αλεξάνδρεια του Καβάφη». Η ζωή του Καβάφη ήταν το κλειδί για να ανοίξει την πόλη, την ιστορία της Αλεξάνδρειας και της μυθικής, φαντασιακής πόλης του ποιητή. «Ο Καβάφης έδειξε μια κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια που δεν υπήρχε πια», λέει.
Οι ακουαρέλες της λειτουργούν ως οδηγοί στον κόσμο της καβαφικής ποίησης αλλά και στο ταξίδι στο μαγικό τοπίο της Αλεξάνδρειας, που φαίνεται λυρικό και ταυτόχρονα εκρηκτικό και σκοτεινό, μεταφέροντας το παρελθόν στο παρόν, κρύβοντας τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες μέσα σε ένα αστικό τοπίο. Στο έργο της Μποκιγιάν η φιγούρα του Καβάφη επαναλαμβάνεται σε μια σαρωτική αναδρομή με κλασικές, πρόσφατες και προσωπικές ιστορίες άρρηκτα δεμένες.
«Ο Κ.Π. Καβάφης και οι εικαστικοί καλλιτέχνες – μια αμφίδρομη σχέση»
Το 2005 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε χίλια αντίτυπα ο συλλεκτικός τόμος Ο Κ.Π. Καβάφης και οι εικαστικοί καλλιτέχνες – Μια αμφίδρομη σχέση με πίνακες δώδεκα Ελλήνων ζωγράφων και έναν εκτεταμένο πρόλογο του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, σε επιμέλεια Θανάση Νιάρχου. Με πηγή έμπνευσης ένα συγκεκριμένο ποίημα του ποιητή, καθένας από τους δώδεκα ζωγράφους φιλοτέχνησε έναν πίνακα ειδικά γι’ αυτήν τη συλλεκτική έκδοση, συμμετέχοντας έτσι στη δημιουργία μιας πινακοθήκης μοναδικών έργων.
Το ποίημα «Η Πόλις» εικονογραφείται από τον Αλέκο Φασιανό, το «Όσο μπορείς» από τον Νίκο Στεφάνου, το «Ευρίωνος Τάφος» από τον Δημήτρη Μυταρά, ο «Πολυέλαιος» από τον Δήμο Σκουλάκη, το «Ιγνατίου Τάφος» από τον Φαίδωνα Πατρικαλάκη, το «Ένας γέρος» από τον Παναγιώτη Γράββαλο, το «Ήλιος του απογεύματος» από τον Παναγιώτη Τέτση, το «Η αρχή των» από τον Στέφανο Δασκαλάκη, το «Πριν τους αλλάξει ο χρόνος» από τον Αντώνη Κέπετζη, το «Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς» από τον Κυριάκο Κατζουράκη, το «Μέρες του 1909, ’10 και ’11» από τον Μανώλη Χάρο και το «Επήγα» από τον Βασίλη Σπεράντζα.
Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας – «Ποιήματα» του Κ.Π. Καβάφη
«Δεν είμαι ποιητής, με την έννοια ότι γράφω στίχους, αλλά με ενδιαφέρουν οι στίχοι των ποιητών να τους διαβάζω. Πολλές φορές με εμπνέουν στη ζωγραφική μου», λέει ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας σε μια συνέντευξή του το 1975. Με τις εκδόσεις «Ίκαρος» συνεργάστηκε στενά για τα Ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη, που κυκλοφόρησαν το 1966.
Ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας δεν σχεδίασε μόνο το εξώφυλλο –για το οποίο επέλεξε μια λιτή διακόσμηση με τις υπογραφές μόνο του ποιητή και του ζωγράφου– αλλά επιμελήθηκε με λεπτομερή φροντίδα ολόκληρο το βιβλίο: διάλεξε τα πλάγια γράμματα για την εκτύπωση, επέλεξε ως υλικό τον αιματίτη και αποφάσισε πού θα τοποθετούνταν τα σχέδιά του, τα οποία άλλοτε είναι ολοσέλιδα και άλλοτε μπαίνουν στο περιθώριο των ποιημάτων, συμμετέχοντας έμπρακτα στη συνολική παραγωγή της έκδοσης.
Δημήτρης Γέρος – «Shades of Love»
Το 2010 κυκλοφορεί το βιβλίο Shades of Love, εμπνευσμένο από ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη, που υπογράφει ο εικαστικός και φωτογράφος Δημήτρης Γέρος, με πρόλογο του Έντουαρντ Άλμπι και εισαγωγή του Τζον Γουντ. Στη φωτογραφική αυτή συλλογή, όπου τα ποιήματα είναι μεταφρασμένα στα αγγλικά από τον David Connoly, ο Δημήτρης Γέρος έχει δημιουργήσει σχεδόν εβδομήντα φωτογραφικές εικονογραφήσεις, χρησιμοποιώντας ως μοντέλα και συναδέλφους-μέλη της καλλιτεχνικής κοινότητας όπως οι Gabriel Garcia Marquez, Gore Vidal, Carlos Fuentes, Jean Baudrillard, Duane Michals, Clive Barker, Chuck Close και Jeff Koons ως θέματά του.
Στις εικόνες του, η ποίηση και η φωτογραφία συγχωνεύονται σε μια πολύπλοκη συνεργασία που στόχο έχει να εξερευνήσει και να θολώσει τις γραμμές μεταξύ φωτός και σκότους, νεότητας και ηλικίας, ορατού και αοράτου, συλλαμβάνοντας τις αποχρώσεις της καβαφικής γραφής.
Αλεξάνδρα Αθανασιάδη – «Έργα πέρα από τις γραφές του Καβάφη»
Το 2018 η εικαστικός Αλεξάνδρα Αθανασιάδη, μετά από πέντε χρόνια ενασχόλησης με τα ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη αλλά και το ίχνος της γραφής του, παρουσιάζει έναν ολοκληρωμένο κύκλο έργο έργων στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη με τίτλο «Έργα πέρα από τις γραφές του Καβάφη». Η επανέκδοση του Τετραδίου Σεγκόπουλου με 22 χειρόγραφα ποιήματα που ο Κ.Π. Καβάφης δώρισε στον κληρονόμο του Αλέξανδρο Σεγκόπουλο, το οποίο κυκλοφόρησε το 1968 χάρη στον Γ.Π. Σαββίδη από τον Ερμή και έφτασε στα χέρια της γλύπτριας, ήταν η αφορμή να ανακαλύψει εκ νέου τη μυσταγωγική διάθεση των ποιημάτων του.
Δημιούργησε μια σειρά έργων που θυμίζουν χειρόγραφα, ξεφλουδισμένα από το πολύ διάβασμα στο πέρασμα του χρόνου, με τα βιβλία να κατέχουν περίοπτη θέση, μια και υπαινίσσονται εύγλωττα διαφορετικές καταστάσεις του εαυτού σε ανοιχτή και κλειστή μορφή.
«Ο γραφικός χαρακτήρας του Καβάφη, αλλά και το ίχνος που αφήνει η γραφή στην πίσω πλευρά κάθε σελίδας, με ενδιαφέρουν πολύ. Γι’ αυτό και επέλεξα δεκαοκτώ αντίτυπα από τη συγκεκριμένη έκδοση, παλαίωσα τις σελίδες με τσάι και καφέ, με μολύβι ή ακόμη και σκίζοντας τις άκρες, και άρχισα να δημιουργώ τα δικά μου βιβλία, άλλοτε πιο κλειστά, άλλοτε περισσότερο ανοιχτά, ώστε τα αποσπάσματά τους να μη διαβάζονται πάντα εύκολα, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον εαυτό μας: αποκαλύπτουμε ένα μέρος του κι ένα άλλο το κρατάμε κρυφό», λέει η Αλεξάνδρα Αθανασιάδη.
Το σώμα αυτών των έργων ξεκίνησε από έναν ανάγλυφο κορμό χτισμένο από μεγεθυσμένα και ταλαιπωρημένα θραύσματα χειρόγραφων ποιημάτων που δημιούργησε το 2013 για μια έκθεση στους Δελφούς με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Κ.Π. Καβάφη και 80 από τον θάνατό του.
Ψυχοπαίδης – Επάγγελμα ποιητής
«Επάγγελμα ποιητής»: Από το διαβατήριο του Κ.Π. Καβάφη δανείστηκε ο Γιάννης Ψυχοπαίδης τον τίτλο ενός λευκώματος που περιλαμβάνει εικόνες εμπνευσμένες από τη ζωή και το έργο του ποιητή και 58 ποιήματα ανθολογημένα από τον καλλιτέχνη. «Μια αχνή, επιλεγμένα λιτή εικαστική αίσθηση διαχέεται στην ποίηση του Καβάφη και ο τόπος, το τοπίο, το περιβάλλον αισθητικοποιούνται και αποκτούν ιδιαίτερους, ανεπαίσθητους χρωματισμούς», λέει ο Γιάννης Ψυχοπαίδης που δουλεύει με ποικίλα υλικά, ξεβρασμένα ξύλα, σακούλες και επιστολόχαρτα ξενοδοχείων, επιχειρώντας να προσεγγίσει το σύμπαν του ποιητή, χωρίς να επιδιώκει να εικονογραφήσει τα ποιήματα ή τη ζωή του.
Ανδρέας Γεωργιάδης – Επέστρεφε
Ο Κ.Π. Καβάφης είναι ο ποιητής της ζωής του ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη. Έκανε το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό στην Αλεξάνδρεια, όπου επισκέφθηκε το σπίτι του ποιητή, και πάντα ζωγράφιζε, παράλληλα με άλλες δραστηριότητές του, τον κόσμο του Αλεξανδρινού ποιητή. Ο τίτλος του ποιήματος «Επέστρεφε» ενέπνευσε μια σειρά έργων του που παρουσιάστηκαν στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη το 2022, την πιο αυτοβιογραφική και βιωματική του έκθεση.
Όπως λέει ο ίδιος: «Με άγγιξε πολύ η ευαισθησία με την οποία προσεγγίζει τον ερωτισμό, μ’ έκανε να νιώθω λιγότερο μόνος. Το φως και η σκιά παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενότητα αυτή. Στην πραγματική αλλά και τη συμβολική τους διάσταση, το φως δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις να ορίσεις κάτι με ακρίβεια, ένταση και καθαρότητα. Η σκιά, πάλι, αφήνει αναπάντητα ερωτήματα, καλλιεργεί τον υπαινιγμό και την αμφιβολία, στοιχεία καθοριστικά για τη σχέση ενός έργου με το θεατή του. Είναι σαν να αφήνει ανοιχτά περάσματα να εισέλθει ο θεατής που επιθυμεί να συμπληρώσει αυτά τα κενά με τη δική του συναισθηματική εκδοχή».
Κ.Π. Καβάφης – Ζωγραφισμένα
Σαράντα σύγχρονοι δημιουργοί εμπνεύστηκαν από ποιήματα του Καβάφη για την έκθεση του 2013 στο Μουσείο Θεοχαράκη «Κ.Π. Καβάφης – Ζωγραφισμένα» που έγινε με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννησή του. Εκτέθηκαν περισσότερα από εκατό έργα (λάδια, γλυπτά, σχέδια, χαρακτικά) κορυφαίων Ελλήνων εικαστικών, οι οποίοι επέλεξαν ποιήματα που απέδωσαν μέσα από το δικό τους έργο. Η οικουμενική διάσταση της ποίησης του Κ.Π. Καβάφη αναδύεται και μέσα από τους πίνακες του Γιάννη Τσαρούχη, ιδίως από το μεγαλύτερο έργο που έχει φιλοτεχνήσει ποτέ, «Σκέψεις για τον Καβάφη».
Ο Παναγιώτης Τέτσης εμπνεύστηκε από το ποίημα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς», ο Κώστας Τσόκλης και ο Χρήστος Μποκόρος από τα «Κεριά», ο Κωνσταντίνος Ξενάκης από την «Ιθάκη», ο Εδουάρδος Σακαγιάν από τις «Επιθυμίες», η Βάνα Ξένου από τα «Τείχη», ο Γιάννης Ψυχοπαίδης από το ποίημα «Μακρυά». «Ο Καβάφης ζει το μακρινό χθες, υποδυόμενος άλλες μορφές, και βαδίζει μόνος του, συντροφιά με τις επιθυμίες και τις αναζητήσεις του, άλλοτε στους δρόμους της Αλεξάνδρειας και άλλοτε στις σκοτεινές συνοικίες της Αντιόχειας», λέει ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς.
«Ο καβαφικός αισθησιασμός προσφέρει στους εικαστικούς καλλιτέχνες πάντα ένα καταφύγιο, ένα αινιγματικό δυναμικό πεδίο για νέες εκφραστικές διατυπώσεις και αισθητικές αντιπαραθέσεις, ανακαλώντας, άλλοτε άμεσα και άλλοτε υπαινικτικά, έναν ατέρμονο διάλογο ποίησης και εικαστικής δημιουργίας».
Πηγή: Έντυπη LIFO