Η συμβολή των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας στη μουσική παραγωγή υπήρξε μεγάλη και σημαίνουσα. Πολλά ήταν τα οργανικά και χορωδιακά σύνολα (οι λεγόμενοι όμιλοι) που διατηρούσαν οι ελληνικοί φορείς, ενώ τις συναυλίες τους παρακολουθούσε και η διεθνής κοινότητα της πόλης.
Η αρχή έγινε το 1893 όταν ο Κερκυραίος Ναπολέων Λαμπελέτ εγκαταστάθηκε (για δύο χρόνια) στην Αλεξάνδρεια. Ο αναγνωρισμένος συνθέτης, πιανίστας και μαέστρος συνέλαβε την ιδέα μιας Μουσικής Ακαδημίας, δίδαξε, συνέθεσε, ανέβασε έργα και ίδρυσε μια χορωδία που κέρδισε τις εντυπώσεις και οδήγησε την ίδια χρονιά στη σύσταση της Ελληνικής Φιλαρμονικής Εταιρείας Αλεξανδρείας. Ο πρώτος αυτός ελληνικός μουσικός φορέας της πόλης, που έπαιζε στις δημόσιες εκδηλώσεις της ελληνικής παροικίας αλλά και σε άλλες συναυλίες με διεθνές κοινό, εκπροσώπησε επάξια την ομογένεια στην απαιτητική μουσικά κοινωνία της πόλης. Επιπλέον ενίσχυσε τον αταξικό χαρακτήρα της μουσικής, η οποία δεν αποτελούσε πλέον αποκλειστικό προνόμιο των εύπορων, αλλά –και αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό– συνένωνε όλο το ελληνικό στοιχείο. Μέσα στους κόλπους της Ελληνικής Φιλαρμονικής Εταιρείας ο μαέστρος και συνθέτης Νικόλαος Συναδινός ίδρυσε τη «Société Musicale» (μια διεθνή μουσική εταιρεία), και οργάνωσε και διηύθυνε την επαγγελματική της ορχήστρα που ερμήνευε συμφωνική μουσική επικεντρώνοντας στο έργο του Richard Wagner. Η δε Φιλαρμονική μακροημέρευσε δίνοντας συναυλίες μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Το 1902 ιδρύθηκε ο Μουσικός Όμιλος «Ορφεύς» που συγκρότησε μαντολινάτα και μεικτή χορωδία «για την εκτέλεση νυκτωδιών», έδωσε εξαιρετικές συναυλίες και εξέδωσε το Ορφεύς, το πρώτο ελληνικό μουσικό περιοδικό (1910-1912). Το 1915 από την ένωση δύο προγενέστερων συλλόγων προέκυψε η Ελληνική Ένωσις «Αισχύλος-Αρίων» που λειτούργησε υποδειγματικά στα χρόνια της πλούσιας δραστηριότητάς της, ίδρυσε βιβλιοθήκη, μουσικό και δραματικό τμήμα, τύπωνε περιοδικό, ενώ είχε τη φροντίδα πολλών ιδρυμάτων και έπαιρνε πρωτοβουλία σε θέματα πνευματικής και καλλιτεχνικής διαμόρφωσης των ομογενών. Με τη μύηση των Αλεξανδρινών στη μουσική, είτε ως ενεργά συμμετέχοντες στην ορχήστρα και χορωδία του «Αισχύλου» είτε ως ακροατές, διαμόρφωνε «τη φυσιογνωμία του τέλειου ερασιτέχνη, του ντιλετάντη, του κοσμοπολίτη εραστή της μουσικής, που ξέρει να ψυχαγωγεί και να ψυχαγωγείται, να διδάσκει και να διδάσκεται, να κινείται με άνεση στον προθάλαμο του επαγγελματισμού, να συνυπάρχει με τους καταξιωμένους ή με εκκολαπτόμενους καλλιτέχνες», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Μάρω Φιλίππου. Σημαντική ήταν και η δράση του Ομίλου Φιλομούσων (1917), των σωματείων «Παρνασσός» και «Απόλλων» (1917), της Ελληνικής Μουσικής Εταιρείας (1925) που με πρωτοβουλία του Σπυρίδωνα Παπασταθόπουλου προσπάθησε να εισαγάγει τον θεσμό των λαϊκών συναυλιών με χαμηλό εισιτήριο (δεν κατάφερε όμως να τον καθιερώσει, μιας και η παρουσία της «Société des Concerts d’ Αlexandrie» που ιδρύθηκε την ίδια περίοδο και οργάνωνε συναυλίες με κορυφαίους διεθνείς σολίστες υπήρξε πιο ισχυρή), της Ελληνικής Καλλιτεχνικής Ένωσις Αλεξανδρείας (αρχές δεκαετίας 1930).
Η πόλη διέθετε σπουδαία θέατρα και αίθουσες εκδηλώσεων, όπου έδιναν συναυλίες και τα ελληνικά σωματεία και μουσικά σύνολα (πέρα από τις δικές τους μικρές σκηνές). Τέτοια ήταν το Θέατρο Αλάμπρα, το Θέατρο Μπελβεντέρε, η Αίθουσα Λιφόρντι, η αίθουσα της Αμερικανικής Αποστολής, η Αίθουσα Παπαζιάν, το Ξενοδοχείο-Καζίνο Σαν Στέφανο, το Ξενοδοχείο Κλάριτζ, το Κινηματοθέατρο Ριάλτο, το Θέατρο Λούνα Παρκ στην Ιμπραημία (τη συνοικία της πόλης που έσφυζε από ελληνικό πληθυσμό), το Conservatoire de Musique d’ Alexandrie (που ίδρυσε το 1945 ο ελληνοϊταλικής καταγωγής Αλεξανδρινός μαέστρος και πιανίστας Piero Guarino), τα κοσμικά κέντρα L’Aiglon, Chatby και Μεγάλος Αθηναίος. Όμως και ο ελληνισμός της Αλεξάνδρειας διέθετε το δικό του εξαιρετικής αισθητικής και ακουστικής ευρωπαϊκό θέατρο, το περίφημο Θέατρο Ζιζίνια που ανήγειρε το 1865 (στην οδό Ροζέττης, μετέπειτα Φουάτ) ο επιφανής Αλεξανδρινός Στέφανος Ζιζίνιας. Στη σκηνή του ανέβηκαν παραγωγές πολυάριθμων ευρωπαϊκών δραματικών και λυρικών θεάτρων με την αφρόκρεμα διάσημων πρωταγωνιστών της εποχής, όπως η παραγωγή της όπερας Madama Butterfly που παρακολούθησε και ο ίδιος ο συνθέτης Giacomo Puccini. Το θέατρο δυστυχώς κατεδαφίστηκε και στη θέση του χτίστηκε το 1922 το Θέατρο Μωχάμετ Άλη (σήμερα γνωστό ως Θέατρο Sayed Darwish).
Τέλος, ξακουστά υπήρξαν και τα φιλολογικά σαλόνια της Αλεξάνδρειας, όπου οι Αιγυπτιώτες Έλληνες είχαν επιπλέον ευκαιρίες πνευματικής ανάπτυξης μέσα από ποιητικά και μουσικά «σουαρέ». Ενώ το περίφημο βιβλιοπωλείο/εκδοτικός οίκος του Αθανάσιου Μαρσέλου (1888/9-1953, φιλόλογου και δεσπόζουσας φυσιογνωμίας της αλεξανδρινής κοινωνίας), που ονομαζόταν αρχικά Νέα Ζωή (στην οδό Ντεμπάν, 1923) και στη συνέχεια Σεράπειον (στην οδό Νέμπι Ντανιέλ), αποτελούσε ένα ακόμα στέκι των ανθρώπων του πνεύματος.
Πηγή: Ελληνικό ίδρυμα Πολιτισμού – OPUS ALEXANDRINUM