Το διάσημο Ελληνορωμαϊκό Μουσείο στην Αλεξάνδρεια άνοιξε επιτέλους τις πύλες του μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες μακράς και σχολαστικής διαδικασίας αποκατάστασης. Το μοναδικό εκτός Ελλάδος Μουσείο με την επιγραφή “Μουσείον”.
Ο Πρωθυπουργός της Αιγύπτου Mostafa Madbouly εγκαινίασε το Μουσείο την Τετάρτη, συνοδευόμενος από τον Υπουργό Τουρισμού και Αρχαιοτήτων Ahmed Issa, τον Υπουργό Τοπικής Ανάπτυξης Hisham Amna, την Υπουργό Πολιτισμού Nevine El-Kilani και τον Κυβερνήτη της Αλεξάνδρειας Mohamed El-Sherif.
Ο Πρωθυπουργός Madbouly περιέγραψε το μουσείο ως ένα νέο τουριστικό αξιοθέατο στην Αλεξάνδρεια και μια προσθήκη στον αιγυπτιακό τουρισμό που ευθυγραμμίζεται με το σχέδιο της κυβέρνησης αναβίωσης αρχαιολογικών χώρων και μουσείων.
Από την πλευρά του, ο Ίσα μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο εξής: «Η αποκατάσταση του Μουσείου στοχεύει να ενισχύσει το μήνυμα διαφώτισης ενός εκ των σημαντικότερων μουσείων στη λεκάνη της Μεσογείου και να προσελκύσει περισσότερους επισκέπτες».
Πρόσθεσε ότι το μουσείο περιλαμβάνει 10.000 αρχαιολογικά ευρήματα. Οι αναστηλωτές, είπε ο Issa, διατήρησαν την κλασική ρωμαϊκή πρόσοψη του Μουσείου, αντανακλώντας έτσι την ταυτότητά του.
Ο Mostafa Waziry, Γενικός Γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, είπε ότι η αποκατάσταση αποκτά πρόσθετη σημασία δεδομένης της ποικιλίας των αντικειμένων που εκτίθενται στους εκθεσιακούς χώρους του Μουσείου.
Ο Waziry πρόσθεσε ότι το Μουσείο καλύπτει την ιστορία της αρχαίας Αιγύπτου, ιδιαίτερα της Αλεξάνδρειας.
Επιπλέον, επεσήμανε ότι η διαδικασία αποκατάστασης περιελάμβανε την προσθήκη νέων τμημάτων στο μουσείο για να προσελκύσει περισσότερους επισκέπτες και να αναδείξει το πνευματικό και καλλιτεχνικό κράμα των αρχαίων αιγυπτιακών, ελληνικών, ρωμαϊκών, κοπτικών και βυζαντινών πολιτισμών.
Ο Waziry εξήγησε επίσης, ότι κατά την ανακαίνιση του Μουσείου, οι αναστηλωτές τόνισαν την ιδέα της Αλεξάνδρειας ως μιας πόλης που κάποτε ήταν φάρος γνώσης και των επιστημών που προσέλκυσαν μελετητές και φιλοσόφους από όλα τα μέρη του αρχαίου κόσμου.
Τόνισε ακόμα, ότι το Μουσείο εκθέτει κειμήλια που αντιπροσωπεύουν τις βυζαντινές και κοπτικές τέχνες και αρχιτεκτονική και άλλα που αντιπροσωπεύουν την αιγυπτιακή χειροτεχνία και το εμπόριο.
Ο Moamen Othman, επικεφαλής του τομέα των Μουσείων, εξήγησε ότι το 2005, το Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων (SCA) έκλεισε το Μουσείο για αποκατάσταση.
Λόγω έλλειψης κεφαλαίων και της επανάστασης του 2011, το έργο αναβλήθηκε για το 2018, είπε ο Othman.
Τόσο το Μουσείο όσο και η βιβλιοθήκη του, ενοποιήθηκαν και αποκαταστάθηκαν, ενώ οι προθήκες βελτιώθηκαν για να διασφαλιστεί η καλύτερη προβολή των αντικειμένων, είπε.
Μετά την αποκατάσταση, δημιουργήθηκε ένα νέο εκθεσιακό σενάριο για την εμφάνιση των αντικειμένων χρονολογικά και θεματικά, ενώ εγκαταστάθηκαν επίσης νέα συστήματα φωτισμού και ασφάλειας, πρόσθεσε ο Othman.
Επιπλέον, σημείωσε ότι οι εργασίες αποκατάστασης του Μουσείου πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με την Αρχή Μηχανικών Ενόπλων Δυνάμεων της Αιγύπτου, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης του ίδιου του κτιρίου, της αντικατάστασης προθηκών, της εγκατάστασης νέων συστημάτων φωτισμού, εξαερισμού και ασφάλειας και ανανέωσης της συνολικής διάταξης της έκθεσης.
Το Μουσείο διαθέτει 30 εκθέσεις με ευρήματα από την ελληνορωμαϊκή περίοδο. Διαθέτει επίσης υπερσύγχρονο κέντρο συντήρησης και έρευνας και αίθουσα πολυμέσων.
Το Ελληνορωμαϊκό Μουσείο, που χτίστηκε το 1892, εγκαινιάστηκε από τον Χεδίβη Abbas Helmy II το 1895 για να εκθέσει ελληνορωμαϊκά αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν σε αρχαιολογικούς χώρους στην Αλεξάνδρεια.
Εγγράφηκε στον κατάλογο κληρονομιάς της Αιγύπτου για ισλαμικές, κοπτικές και εβραϊκές αρχαιότητες το 1983.
Στα εγκαίνεια του Μουσείου, είχαν προσκληθεί θεσμικώς και παρέστησαν, ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος Β’, ο κ. Νικόλαος Παπαγεωργίου Πρέσβυς της Ελλάδος στην Αίγυπτο και η κ. Πόλυ Ιωάννου Πρέσβυς της Κύπρου στην Αίγυπτο.