Του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου
Διαμένω επτά μήνες στην Αλεξάνδρεια και για πρώτη φορά η ματιά μου κατέγραψε τον Καθεδρικό Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, να έχει κατακλυστεί από Αλεξανδρινούς, σε σημείο να μην υπάρχει κάθισμα. Και αυτό συνέβη την Κυριακή 23ης Απριλίου 2023, στην Εξόδιο Ακολουθία του ευπατρίδη κυρίου Βύρωνα Βαφειάδη.
Διαφωνώ κάθετα με την σημειολογία της γλώσσας, που θέλει να αφαιρείται η λέξη «κύριος» από τους τεθνεώτες. Τους ανθρώπους που με ενέπνεαν σεβασμό, ακόμα κι αν έχουν περάσει χρόνια, τους αποκαλώ με το ανωτέρω ουσιαστικό.
Ο κύριος Βύρωνας Βαφειάδης λοιπόν, απέδειξε μέσα από το στερνό του αντίο, πώς η εκτίμηση όταν κυριαρχεί στην συνειδησιακή μας κρίση για έναν άνθρωπο, ουδόλως επηρεάζεται από θρησκευτικά, εθνικά ή άλλα χαρακτηριστικά που ορίζουν διαφορετικότητες.
Στον Ιερό Ναό οι παρευρισκόμενοι ήταν: Αιγυπτιώτες, Έλληνες, Αιγύπτιοι, Χριστιανοί, Κόπτες, Μουσουλμάνοι, φίλοι, συνεργάτες, γνωστοί, εργαζόμενοι, πάσης φύσεως συνάνθρωποι, σχετιζόμενοι με το πρόσωπο που αποχαιρετούσαν.
Ο θάνατος κατ΄ εμέ, δεν είναι διόλου τρομακτικός. Αποτελεί την συνέχεια και την μετεξέλιξη της ανθρώπινης ζωής. Ο Επίκουρος ισχυριζόταν στην «Επιστολή του προς τον Μενοικέα» τα εξής: «…Να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Γιατί κάθε καλό και κάθε κακό γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις μας, όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι αυτό η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου, όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια αλλά γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που έχει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει αλλά επειδή υποφέρει με το δεδομένο ότι θα έρθει. Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε βασανίζει όσο το περιμένεις. Το πιο φρικτό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός δεν υπάρχουμε εμείς».
Σ αυτό το σημείο παρεμβαίνει η θρησκεία και μέσω της πίστης, διατείνεται ότι γνωρίζει πως υπάρχει συνέχεια. Η Χριστιανοσύνη το επιβεβαιώνει με την Ανάσταση και την πνευματική ζωή, καθότι θεωρεί ότι το σώμα είναι απλώς ένας «ενοικιαζόμενος» χώρος, εντός του οποίου εδρεύει η ψυχή.
Ίσως εδώ η παρηγορία ταύτη, να προσδίδει την δυναμική που οδηγεί στη καρτερία, έτσι ώστε να καταργείται η θεώρηση της μη επόμενης ζωής.
Ο κύριος Βύρων Βαφειάδης, πιστός χριστιανός, είχε δεθεί στο άρμα της ανώτερης πνευματικής μετεξέλιξης της ύπαρξης, και προς τούτο είχε αποφασίσει η στάση ζωής του να συνάδει με το πιστεύω του και κυρίως να εναρμονίζεται με την θρησκευτική του καλλιέργεια. Ευπρεπής, ευγενής, ευαίσθητος, προσιτός και με γνωστικό πεδίο ισχυρό, ξεχώριζε για το ύφος και την συμπεριφορά του.
Είχα την τύχη να συνομιλήσω μαζί του, περί κοινωνικών θεμάτων και άλλων τινών, και να διαπιστώσω το ανοικτό μυαλό και την διαλεκτική του σκέψη. Πριν από λίγες ημέρες που επέστρεψα στην Αλεξάνδρεια, μου είπε με συναίσθημα: «Μας λείψατε». Του αποκρίθηκα: «Κι εσείς μου λείψατε κύριε Βαφειάδη». Ένιωσα ιδιαίτερη συγκίνηση για την ανοικτή του καρδιά, τη γαλαντομία της ψυχής του και το καθάριο βλέμμα του.
Προσωπικά πιστεύω ότι η φυγή του που οργανώθηκε με τον πλέον αιφνίδιο τρόπο απ’ τη θεϊκή μοίρα, ήταν ένα συμπαντικό δώρο. Το να αποχωρείς απ’ τη ζωή όρθιος, αγέρωχος, με αγάπη και σεβασμό, φρονώ πως αποτελεί επιδιωκόμενο στόχο κάθε αξιοπρεπούς ανθρώπου.
Επίσης εκείνο που ενδυναμώνει την ιστορία εκάστου θνητού, είναι η σφραγίδα που αφήνει, η περπατησιά που ακολούθησε, τα χαράγματά του πάνω στις μυλόπετρες των δυσκολιών, το δούναι και λαβείν με τους τριγύρω του και κυρίως η ενσυναίσθηση με την οποία αφουγκράστηκε τα θεία μηνύματα και τα πραγμάτωσε.
Η σπουδαιότερη αξία που απορρέει από έναν θάνατο, είναι η παρακαταθήκη που εγγράφεται στη σελίδα της ζωής των επόμενων γενεών. Στους επιγόνους που αναζητούν τη σκάλα που οδηγεί στο Φως!
Και αυτό το κατάφερε επάξια ο κύριος Βύρων Βαφειάδης!
Ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος Β΄, απέναντι απ’ το φέρετρο του εκλιπόντος τέλεσε την Εξόδιο Ακολουθία, με την στήριξη των Αρχιερέων του. Μαζί του ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυκράτιδος κ. Παντελεήμων, Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πηλουσίου κ. Νάρκισσος, Πατριαρχικός Εκπρόσωπος, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ταμιάθεως κ. Γερμανός, ο Πανοσιολογιότατος Αρχιμανδρίτης και Σχολάρχης της ιερατικής σχολής του Πατριαρχείου κ. Ισαάκ, ο Αρχιερέας των αραβοφώνων, και ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Πάνος Γαζής στο ψαλτήρι, με τις βυζαντινές νότες της εκκλησιαστικής παράδοσης της Ορθοδοξίας, συνόδεψαν τον εκλεκτό κύριο Βύρωνα Βαφειάδη, με την λαμπρότητα που του έπρεπε και του αναλογούσε.
Ο Μακαριώτατος τόνισε την αγάπη και τον σεβασμό που έτρεφαν μεταξύ τους, με αμοιβαιότητα και εκτίμηση, υπερτόνισε την προσφορά του ευπατρίδη εκλιπόντος προς τον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού, ανεφέρθη σε κατ΄ ιδίαν συζητήσεις που είχαν, και απευθύνθηκε στην οικογένεια του μεταστάντος, ζητώντας τους να συνεχίσουν τη στήριξή τους προς τον Ευαγγελισμό, τον Ναό που εκκλησιαζόταν ο αποχωρών μαζί με την αγαπημένη του σύντροφο, κυρία Αγγελική Βαφειάδη.
Επισφράγισε μάλιστα, τα όσα υποστήριξε για την βαθύτατη αγάπη που έτρεφε ο αποθανών για τον Ελληνισμό, με το να τραγουδήσει τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδος, πράξη την οποία ακολούθησαν οι παρευρισκόμενοι.
Ο Δημήτρης Βαφειάδης υιός, βουρκωμένος και σιωπηλός, έχοντας δίπλα του ως στήριγμα τον επίσης κατασυγκινημένο Ανδρέα Βαφειάδη, εξάδελφό του με ισχυρούς δεσμούς οικογενειακής αγάπης, καθώς και όλους τους στενούς συγγενείς, παιδιά και εγγόνια, ανέλαβε το ιερό καθήκον του αποχαιρετισμού.
Η συναισθηματική φόρτιση, με το ζόρι του επέτρεπε να εκφράσει τον βαθύτατο πόνο του. Ανεφέρθη με το βλέμμα προς τον πατέρα του, τιμώντας τον με λόγια σεβασμού και αγάπης, γιου προς πατέρα. Ήταν το κατευόδιο τέτοιο, που αν μπορούσαμε να αντιληφθούμε με κλίμακα μεταφυσική, την αντιληπτικότητα του εκλιπόντος, είναι σίγουρο πώς αποχαιρετούσε τα εγκόσμια ευτυχισμένος.
Εκ μέρους της ελληνικής πολιτειακής εκπροσώπησης, έδωσε το παρών ο Γενικός Πρόξενος – Πρέσβυς κ. Αθανάσιος Κοτσιώνης μετά της συζύγου του Ιωάννας και από την πλευρά της Ελληνικής Κοινότητας, όλοι οι παλαιοί και νεοεκλεγέντες Κοινοτικοί Εκπρόσωποι, θεσμικοί παράγοντες, οι Πρόεδροι των Σωματείων, των Συλλόγων και των Συνδέσμων της Αλεξανδρείας, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις Βαφειάδη και πλήθος φίλων και γνωστών που αγαπούσαν και εκτιμούσαν την προσωπικότητα του ανδρός.
Μετά το Αντίο στο Ελληνικό Κοιμητήριο, η οικογένεια προσέφερε στην Ένωση, καφέ και γεύμα, στη μνήμη του ανθρώπου, που χάραξε με τη στάση ζωής του την Παροικία και τον Ελληνισμό της Αλεξάνδρειας.
Αιωνία σου η Μνήμη, αγαπητέ και αξιότιμε, Κύριε Βύρωνα Βαφειάδη!