Ο Αλεξανδρινός Βασίλειος Κωνσταντής

Όποιος σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με το παρελθόν, απαξιώνει το παρόν και σβήνει τους ορίζοντες που του ανοίγουν διαδρόμους προς το μέλλον. Συχνάκις αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό των ανθρώπων της ώριμης ηλικίας, κυρίως όταν η έννοια της δημιουργίας εξασθενεί στο νοηματικό περιεχόμενο της ζωής τους. Υπάρχουν όμως οι γλυκές εξαιρέσεις που ενισχύουν τον κανόνα και πρεσβεύουν την ομορφιά της δράσης και της «μη παράδοσης», μέχρι και τη στερνή ώρα του φευγιού τους.

Αυτό αισθάνθηκα την ώρα που βρέθηκα στο γραφείο του διευθυντή τη Ελληνικής Κοινότητας κ. Γιώργου Μπούλου, μετά από την πρόσκληση του Αιγυπτιώτη πολυγνώστη κ. Κωνσταντίνου Βρουλιωτάκη να μου γνωρίσει έναν αλεξανδρινό θρύλο. Και βρέθηκα σε μια από τις ωραιότερες εκπλήξεις κατά την διαμονή μου στη Νύφη της Μεσογείου, την πόλη του Ελληνισμού και της ιστορίας. Ο Βασίλειος Κωνσταντής αλεξανδρινός κυπριακής καταγωγής, εισερχόμενος εντός ολίγου στα ενενήντα χρόνια του, εμπλουτισμένος σωματικά και πνευματικά με την αλεξανδρινή ευγένεια της πάλαι ποτέ εποχής, χαμογελούσε ολάκερος. Τα μάτια του μια οθόνη σινεμασκόπ, όπου επάνω της καταγράφονταν οι εικόνες του πολύπλευρου βίου του. Ένιωθες οι σκηνές να εναλλάσσονται η μία την άλλη καθώς η χειραψία και το αστικό μειδίαμα στην αρχή, καθίστατο σταδιακά ξεκαρδιστικό γέλιο ευτυχίας μόνο και μόνο επειδή πατούσε τα χώματα της γενέτειράς τους. Δίπλα του η αγαπημένη του κόρη και σύνοδός του Χριστίνα, ενώ στην συντροφιά μας είχε προστεθεί ο κ. Μιχάλης Αρσλανίδης, πρώην Γενικός Γραμματέας και Α΄ Αντιπρόεδρος της ΕΚΑ, ο οποίος γαλλοτραφής γαρ, προσέφερε ως αρωγός το μεταφραστικό έργο, του διαλόγου με την θυγατέρα του κ. Βασίλη Κωνσταντή.

Ποιος είναι όμως αυτός ο 90χρονος αλεξανδρινός που μας γέμισε αισιοδοξία και χαμόγελα, συμβολίζοντας την ίδια τη ζωή, πως είναι ωραία αρκεί να έχεις ωραία καρδιά; Ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές της διαπρέπουσας Αθλητικής Ενώσεως Ελλήνων Αλεξανδρείας. Φημισμένος αμυντικός εκείνης της εποχής που γέμιζαν τα στάδια από Αιγυπτιώτες και οι αθλητές με τον βυζαντινό δικέφαλο στο στήθος ίδρωναν τη φανέλα τους και πληρωνόντουσαν με χειροκρότημα και το γλυκό πιοτό της επιβεβαίωσης. Το σπίτι του επάνω από την έδρα της εφημερίδας «Ταχυδρόμος» τού θύμιζε μνήμες η αναφορά σ αυτό, αλλά όπως προείπαμε η ψυχή του ζούσε στο τώρα και στην χαρά που προσφέρει η αναμονή της επόμενης ημέρας. Σ αυτές τις ηλικίες η κάθε ημέρα και η προσδοκία του ανατέλλοντος ηλίου, ισοδυναμεί με δεκαετία. Εκείνος αναζητούσε τη συζήτηση περί του παρόντος και του μέλλοντος κι από την πλευρά μου ως ανελέητο «αρπακτικό» ράμφιζα το παρελθόν του.
Αιτία για τα απώτερα χρόνια της αλεξανδρινής ζωής του, η αναφορά του κ. Κωνσταντίνου Βρουλιωτάκη, πως ο ευχάριστος και ευγενής επισκέπτης μας, υπήρξε στα εφηβικά του χρόνια βαθμοφόρος ναυτοπρόσκοπος και καθοδηγητής του.

Έτσι λοιπόν το γαϊτανάκι άρχισε να ξετυλίγεται αργά και σταθερά.
«Έπαιζα ποδόσφαιρο στην Ένωση κεντρικό αμυντικό μπακ». Με τη βοήθεια της κόρης του Χριστίνας η οποία προστάτευε τις μνήμες του ωσάν κόρη οφθαλμού πληροφορηθήκαμε τα εξής. Συμπαίκτες του ήταν ο Νικήτας Κλάψης, ο Γιάννης Σαρρής και άλλα ποδοσφαιρικά μεγαθήρια της αλεξανδρινής ομάδας. Μάλιστα θυμόταν με συγκίνηση τον επιμελητή του γηπέδου και μασέρ των παικτών, τον αλησμόνητο Φάρακ. Ακόμα καλύτερα θυμάται τα ντέρμπυ με τον αγγλικό στρατό που έδιναν οι ποδοσφαιριστές της ΑΕΕΑ. Καθώς λοιπόν, το όνομά του αφήνει γερή σφραγίδα στα αθλητικά δρώμενα της Αιγύπτου, το 1952 ο Βασίλειος Κωνσταντής δέχεται πρόταση να μεταγραφεί σε ομάδα της Γαλλίας. Μεταγράφεται σε μια πρωταθλήτρια στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα την Σαμπερί. Διακρίνεται εκεί για το ήθος του και την ποδοσφαιρική του αξία. Μένει στη Λυών και επιδίδεται στον πρωταθλητισμό σε μια σειρά άλλα σπορ. Πρωταθλητής στην κολύμβηση στο ύπτιο, στο τένις, σε μια αλλοτινή εποχή με την έννοια «επαγγελματισμός» να μην υπάρχει στο λεξιλόγιο του αθλητισμού όπως νοείται σήμερα με τα εκατομμύρια ευρώ να διακινούνται σαν στραγάλια. Αβερωφίτης και με σπουδές στη συνέχεια, αναδείχθηκε σε υψηλόβαθμο στέλεχος στον κλάδο της μεταλλουργίας. Σήμερα, όπως δηλώνει ο ίδιος, όλοι οι φίλοι του έχουν πεθάνει, μα αυτός με το χαμόγελο στη ματιά του αναζητεί, τον οραματιζόμενο ορίζοντα του μέλλοντος! Ναι του μέλλοντος! Και αποδεικνύει περίτρανα πως η διελκυστίνδα Ζωής και Θανάτου, είναι από γενέσεως σύμπαντος μια μονομαχία, μέσω της οποίας ο αυτοσεβασμός απαιτεί να μην παραδίδει κανείς από τους δύο τα όπλα του.
«Ούτε μία μέρα στη ζωή μας δεν υπάρχει που να μην μου μιλά για την Αλεξάνδρεια» μας λέει η κόρη του κι εκείνου τα μάτια βουρκώνουν ενώ τα χείλη χαμογελούν. Τι μεγαλείο κρύβει η ανθρώπινη ψυχή! Δύναται να φιλοξενεί στο ίδιο πρόσωπο τα ρυάκια των δακρύων και τους ποταμούς της χαράς.

Ίσως ο Έλληνας, Αιγυπτιώτης, Αλεξανδρινός επισκέπτης μας, να βρέθηκε την κατάλληλη στιγμή στην πόλη που γεννήθηκε καθώς η μηχανή του χρόνου ανακατεύει συθέμελα σκέψεις, έγνοιες, ιστορίες και ντοκουμέντα στο κατασταλαγμένο μυαλό του. Είναι σαν να λέει προς τους απογόνους των τότε συμπαροίκων του: «Είσθε μια χούφτα άνθρωποι, μονιάστε, αγαπηθείτε, συνεργαστείτε, αξιοποιήστε τη ζωή σας και το μέλλον σας. Εγώ ο Βασίλειος Κωνσταντής αν και αμυντικός στην ομάδα της εποχής μου, σας προτρέπω σε φουλ επίθεση για δημιουργία, συνεργασία!»
Τον αποχαιρετώ με ένα δώρο, για να περάσει η ώρα του διαβάζοντας στο αεροπλάνο της επιστροφής για τη Λυών.
Τον «Αλεξανδρινό Ταχυδρόμο» πεσκέσι μνήμης και ευγνωμοσύνης για τις στιγμές που μας χάρισε ο Βασίλειος Κωνσταντής. Στο επανιδείν φίλε…