Ένα συναρπαστικό ταξίδι στην ιστορία της ελληνικής Αλεξάνδρειας, προσέφερε στη δημοσιογράφο Γιούλη Επτακοίλη και στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», μία από τις πιο μεγάλες αρχόντισσες της Αλεξάνδρειας, η Χρύσα Μαλτέζου, διαπρεπής ιστορικός, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και τέως διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας.
Στη συνέντευξη που με ιδιαίτερη χαρά αναδημοσιεύσουμε, η κα Χρύσα Μαλτέζου μιλά για την πόλη όπου γεννήθηκε, την πόλη της οικογένειάς της, την πόλη όπου έζησε τα μαθητικά της χρόνια, αυτή που σε μεγάλο βαθμό καθόρισε τον τρόπο με τον οποίο έμαθε να βλέπει και να κατανοεί τον κόσμο.
Η οικογένειά της
Οι γονείς της ήταν τέταρτη γενιά στην Αλεξάνδρεια. «Η οικογένεια του πατέρα μου έχει καταγωγή από τη Ρόδο. Διέθεταν μεγάλη ακίνητη περιουσία στο νησί η οποία χάθηκε από χρησικτησία, διότι οι Αιγυπτιώτες δεν είχαν ιδέα για το τι μπορούσε να τους συμβεί και δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τα πατρογονικά τους στον ελληνικό χώρο
Ο παππούς μου ήταν δάσκαλος, ο αδελφός του πατέρα μου ήταν ο Διαγόρας Μαλτέζος, γνωστός λόγιος Αλεξανδρινός, στον κύκλο του Καβάφη και του Τσίρκα με τον οποίο είχαν οικογενειακή φιλία. Από τη μεριά της μάνας μου οι ρίζες μας φτάνουν στην Καλλίπολη απ’ όπου έφυγαν, πήγαν στη Λήμνο και στη συνέχεια στην Αίγυπτο.
Οι γονείς μου παντρεύτηκαν λίγο πριν από τον πόλεμο. Υπάρχει και μια αστεία ιστορία: Ο πατέρας μου είχε δύο υπηκοότητες, την ελληνική και την ιταλική που τη διατηρούσε για λόγους επαγγελματικούς, καθώς ήταν βαμβακέμπορος. Όμως ο πεθερός του, ο παππούς μου, δεν ήθελε να δώσει την κόρη του σε κάποιον με ιταλική υπηκοότητα και τον ανάγκασε να την αφήσει.
Για τον μήνα του μέλιτος πήγαν στην Αθήνα. Γυρίζοντας με το πλοίο, έξω από την Κρήτη, κηρύσσεται η έναρξη του πολέμου και ο καπετάνιος του πλοίου που ήταν ιταλικό, παίρνει εντολή να διακόψει το ταξίδι και να επιστρέψει στο Πρίντεζι με όλους τους Ιταλούς υπηκόους. Έτσι οι γονείς μου μπήκαν σε μια βάρκα, που τους πήρε από την Κρήτη, και λίγες μέρες αργότερα επιβιβάστηκαν σε ένα σταφυλάδικο με προορισμό την Αλεξάνδρεια.
Έφτασαν ένα μήνα μετά και από το αλάτι, τα μαλλιά της μητέρας μου είχαν γίνει άσπρα. Η μάνα της τρόμαξε όταν την είδε. Δυστυχώς ο πατέρας μου πέθανε νέος. Από ανακοπή καρδιάς. Ήμουν 15 ετών, δεν πρόλαβα να τον ζήσω καλά».
Η δημοσιογράφος ρωτάει τη Χρύσα Μαλτέζου τι θυμάται περισσότερο από την Αλεξάνδρεια. «Κυρίως τα μαθητικά χρόνια στο Αβερώφειο, τις παραστάσεις που έδιναν οι ελληνικοί θίασοι, καθώς οι Αιγυπτιώτες ήταν πολύ φιλότεχνοι και καλούσαν συχνά καλλιτέχνες από την Ελλάδα.
Τις εικόνες που έχω από τον Λογοθετίδη, τη Λαμπέτη και τον Χορν, που όλες στην τάξη ήμασταν ερωτευμένες μαζί του και μια μέρα με τις φίλες μου πήγαμε κρυφά στο καμαρίνι του να μας δώσει αυτόγραφο. Μάλιστα με τον Λογοθετίδη υπάρχει ένα αστείο περιστατικό. Την πρώτη χρονιά που ήρθα στην Αθήνα για να σπουδάσω, πήγα στην Όθωνος να βγάλω αεροπορικό εισιτήριο για να κάνω Χριστούγεννα με τους δικούς μου. Όμως είχαν τελειώσει. Έτσι, όπως έφευγα βουρκωμένη, συναντάω τον Λογοθετίδη που με γνώρισε και μου λέει “τι συμβαίνει;”.
Όταν του είπα ότι δεν μπορώ να πάω στην Αλεξάνδρεια πήγε στην υπάλληλο της Ολυμπιακής και άρχισε να την παρακαλάει να μου βρει εισιτήριο. Μέχρι που της είπε πως αν με βάλει στην πτήση, θα πάρει το σημαιάκι της Ολυμπιακής και θα κάνει τον γύρο της πλατείας Συντάγματος, φωνάζοντας “Ολυμπιακή, Ολυμπιακή!”. Και εισιτήριο μου βρήκε, και τον γύρο της πλατείας έκανε. Είναι πολύ έντονες όλες αυτές οι αναμνήσεις.
Ήρθα από ένα νεοκλασικό σχολείο σε ένα μίζερο πανεπιστήμιο
Όταν αποφοίτησε από το Αβερώφειο, ήρθε με υποτροφία στην Αθήνα για σπουδές Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Άλλαξαν όλα. Το πανεπιστήμιο δεν μου άρεσε. Εγώ βγήκα από ένα νεοκλασικό σχολείο με βιβλιοθήκη, με χημείο, με θέατρο, με όλα τα καλά και ήρθα εδώ σε ένα μίζερο, βρώμικο πανεπιστήμιο. Το οποίο παραμένει ίδιο και χειρότερο.
Επιπλέον, εκείνη την εποχή δεν είχα αποφασίσει ακόμη τι ήθελα να κάνω. Αγαπούσα την ψυχολογία, αγαπούσα τα παιδαγωγικά, δεν είχα κατασταλάξει. Αυτός που καθόρισε τη διαδρομή μου ήταν ο Διονύσιος Ζακυθηνός. Όταν έμαθε πως ήμουν από την Αίγυπτο με ρώτησε αν ήξερα αραβικά. Τότε φυσικά τα μιλούσα πολύ καλά. Οπότε μου λέει: “Θα ασχοληθείς με τη σχέση Βυζαντίου και Αράβων”.
Oι σταθμοί της Χρύσας Μαλτέζου
1941: Γεννιέται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
1965: Φοιτά με υποτροφία στο Ελληνικό Ινστιτούτο Βενετίας.
1980-1994: Διευθύντρια του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
1982-1995: Καθηγήτρια Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
1998: Εκλέγεται από την Ακαδημία Αθηνών διευθύντρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, όπου παραμένει έως το 2012.
2003: Για την επιστημονική της προσφορά τής απονέμεται ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής.
2011: Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στη θέση της «Ιστορίαςτου Νέου Ελληνισμού, 1453-1821». Επόπτρια του Κέντρου Ερεύνης Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού.
2012: Γίνεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.