Ο κήπος της Εζμπεκίας

ΓενικάΗ Εζμπεκία, που σήμερα είναι ένας από τους πιο σημαντικούς συγκοινωνιακούς κόμβους του Καΐρου, κάποτε ήταν ένα αχανές έλος, το οποίο αποξηράνθηκε το 1837 και άρχισε να αναμορφώνεται στα 1869. Στο κέντρο της σχεδιάστηκε ένας κήπος 20 στρεμμάτων με λοφίσκους και μικρές κοιλάδες, στα πρότυπα των παρισινών κήπων, όπως επιθυμούσε ο Χεδίβης Ισμαήλ.

Συγκεκριμένα σχεδιάστηκε για το Χεδίβη από τον Jean-Pierre Barillet-Deschamps (1824-1873), ο οποίος είχε διατελέσει Jardinier en Chef du Bois de Boulogne et de la Ville de Paris, πήγε στην Αίγυπτο το 1869 και το 1870 διορίστηκε Director General of the Service of Promenades of the Government and the Private Estates of the Khedive. Ο Barillet-Deschamps πρόσθεσε επίσης στον κήπο έναν τεχνητό καταρράκτη, περίπτερα, λούνα παρκ, κ.ά., ενώ ο Χεδίβης διέταξε να χτιστούν στο νότιο τμήμα του ένας ιππόδρομος, ένα θέατρο και μία όπερα, καθώς και πολλοί καινούργιοι δρόμοι μέσα στις παλιές συνοικίες. Στη δε βορειοδυτική γωνία του υπήρχε το φημισμένο Shepherd΄s Hotel, καθώς επίσης προξενεία, όμορφα καφενεία, μπιραρίες και άλλα ξενοδοχεία όπως το New Hotel. Αργότερα, γύρω από την Εζμπεκία άνοιξαν μεγάλα καταστήματα, όπως το Σεντνάουι, το Ταϊρινγκ εντ Στάιν, το Ομάρ Αφέντη και το Σικουρέλ.

Ο Κήπος της Εζμπεκίας, που πριν τη δημιουργία της πλατείας Ταχρίρ αποτελούσε το κεντρικότερο σημείο για τους ξένους επισκέπτες, από τη δεκαετία του ΄60 παραμελήθηκε και σήμερα διασχίζεται από την προέκταση της οδού 26ης Ιουλίου, ενώ έχει κατακλυστεί από κάθε λογής κτίρια και δύο πολυώροφα παρκινγκ που κατασκευάστηκαν στους χώρους του.

Παρόλα αυτά, 53 χρόνια μετά τη δημιουργία του και συγκεκριμένα στα 1922, μέσα από μία ανταπόκριση από το Κάιρο του Κόκλη στην αλεξανδρινή εφημερίδα ¨Ταχυδρόμος-Ομόνοια¨, διαβάζουμε πως τα πράγματα για τον Κήπο της Εζμπεκίας δεν πήγαιναν και πολύ καλά. Σας παρουσιάζουμε λοιπόν τούτη την ανταπόκριση – διατηρώντας την ορθογραφία της εποχής – η οποία μέσω δεινών περιγραφών μας μεταφέρει σε μια ζοφερή, αλλά ζωντανή εικόνα μιας περασμένης εποχής, σ΄ ένα tableau vivant της αιγυπτιακής πρωτεύουσας προ 92 ετών:

¨Συνήθως ψεύτικες πέτρες βάζουν σε ωραία χρυσά δαχτυλίδια. Αλλά ωραία μπριλάντια σε μολυβένια ή ντενεκεδένια δαχτυλίδια δεν θα είδατε βέβαια. Αυτό το παράξενο το βλέπω διαρκώς στο Κάιρο. Ο οκταγωνικός κήπος της Εζβεκίας που τον έκαμε με τόση φιλοκαλίαν και ηγεμονικήν αρχοντιά ο Ισμαήλ, μετακομίσας δένδρα από τα τέσσερα άκρα της υδρογείου, έχει τριγύρω στο κομψό του κυγκλίδωμα πλατύ πεζοδρόμιο. Λοιπόν από ετών ελείφθησαν όλα τα μέτρα από την κυβέρνησιν και τον λαόν προς συχασιάν και καταστροφήν μέσα κι έξω.

Στα 1839 ήταν εκεί έλος και ένας πελώριος κροκόδειλος έφαγεν ένα γάλλον στρατιώτην. Τότε το Κάιρο τελείωνε στην Άταμπα ελ Χάδρα. Το Χαμζάουϊ ήταν η αριστοκρατικότερη συνοικία με τη πρωτεύουσα της και εκεί ο Πατριάρχης Ιερόθεος έκτισε το Πατριαρχείον, το οποίον μετέφερεν από το Χαρτ ερ ρουμ όπου σώζεται ο άγιος Μάρκος και όπου την Έδραν επεσκέφθη ο Ναύαρχος Κανάρης. Το Μούσκι ήταν η κυρία αρτηρία της πόλεως ποτιζόμενη με τουλούμπια από το Χαλίγκ. Το διέσχισεν ο Βοναπάρτης ντυμένος αραβικά με σαρίκι όταν επέστρεφεν απ΄ το Χαλίγκ που δήλωσε πως θα πήγαινε στη Μέκκα να προσκυνήση κι έγινε ο Σουλτάν ελ Κεμπίρ. Επέστρεφε στο κονάκι του όπου τώρα το κατάστημα Σπύρου και το δένδρον του μικρού ξενοδοχείου ¨Ακρόπολις¨.

Το αγγλικό Προξενείον ήταν ακριβώς πίσω απ΄ την Φραγκισκανική εκκλησία του Μουσκιού, όπου το 1901 ανεκάλυψαν τα αρχεία του ανέπαφα. Επί Μεχμέτ Αλή εξετάθη η πόλις έως την γαλλικήν Πρεσβείαν. Τότε και το έλος της Εζβεκίας εχερσεύθη και κατόπιν ο Ισμαήλ το μετέβαλεν εις μικρόν παράδεισον.

Σήμερα μετά μισού αιώνος πρόοδον, όταν περνάς το πεζοδρόμι του βαστάς τη μύτη σου. Όχι πως βρωμούν τα λουλούδια, αφού λουλούδια δεν έμειναν, αλλά γιατί στις τέσσαρες πλευρές του έχει ουρητήρια. Είμαι υπέρ των ουρητηρίων και νομίζω ότι ο πολιτισμός φαίνεται από τα πολλά ουρητήρια και τις λίγες εκκλησίας που έχει μία πόλις. Αλλά με την συμφωνίαν τα μεν να είναι καθαρά και άοσμα, αι δε ευπρεπείς και συχνά γεμάτες. Η βορεία πλευρά είναι κατά μήκος σταθμός όνων και ανθρωπομόρφων ονηλατών. Όνοι και ονηλάται, επειδή διημερεύουν εκεί και εκεί τρώγουν και πίνουν, εννοούν να διεξαγάγουν επί τόπου όλα τα στάδια της πέψεως.

Εις συμπλήρωμα εκεί είναι στημένα ή καταγής σε σκάφες ή σε δίσκους απάνω σε καφασωτά τρίποδα τα φορητά μηχανικώς αλλ΄ αφόρητα οσφραντικώς εστιατόρια, κόκκαλα θεόγυμνα, ταμίες με μυίες, παντζάρια στο ξύδι, κρεμμύδια, σπαράγγια, ντομάτες, ταμπούνια και όλο το εδεσματολόγιον των πεινόντων. Κατά γης δε, εννοείται ό,τι είδος σκουπίδια και υγρά φαντασθήτε. Η συνεχής ανατολική πλευρά είναι αφιερωμένη ειδικώτερον εις τους μάγους και τους φωτογράφους. Τέσσαρα πέντε κοδάκ καρφωμένα σε κασσονάκια πινέλων ή κεριών με βρώμικα σχοινιά προσαρμοσμένων και με παλιόχαρτα φραγμένα τις τρύπες των, περιμένουν τους πελάτες. Ένας σουδανός στρατιώτης, μια ιέρεια της Βάσσας με πολύχρωμες μπογιές λυωμένες στον ιδρώτα, ένας άλλος στρατιώτης και καμιά φορά κανείς εύπορος ομογενής που θέλει πορτραίτο για το διαβατήριο του, στέκονται στα κάγκελα ατενώς και τριγύρω το αμφιθέατρον των περιέργων χαμινίων που περιμένουν να ιδούν το μυστύριον του Λαμέρ. Μεταξύ των διπλοπόδιδες χάμω, ένας μάγος με άμμο και μια παρέκει μαύρη μάγισσα με χαρτιά κρυφομιλούν με τον πελάτην που κατέφυγε στα φώτα τους προς επισκευήν καρδιακών ζημιών. Παρέκει, μεταξύ των δύο μάγων και τριών όνων, άλλος, εβραίος αυτός, πωλεί χρωματιστές γυαλιστερές εικόνες : Κυνήγιον λεόντων, την ναυμαχίαν του Τραφάλγκαρ, τον απαραίτητον Ζαγλούλ με μπογιατισμένο φέσι, την Αγία Αικατερίνα να βαστά το δισκοπότηρο, μια Σουσάννα να βγαίνη απ΄ το μπάνιο της, μία θεόγυμνη να κυλιέται σε δέρμα τίγρεως, ¨ο πωλών τοις μετρητοίς και ο πωλών επί πιστώσει¨, η σταύρωσις του Χριστού και ένας κόπτης επίσκοπος. Όλ΄ αυτά κρεμασμένα σε μπάγγους με καρφίτσας ξύλινες της απλωσιάς. Στο πλάι του όρθιος ένας μπαρμπέρης, ξυρίζει την κορυφήν ενός μπουάμπη καθισμένου στο πεζοδρόμιον και σκυμμένου και με ένα θραύσμα καθρέπτου στο χέρι παρακολουθούντος τον εξωραϊσμόν και αναμετρούντος τας εκ τούτου αποψινάς κατακτήσεις. Αυτό δεν εμποδίζει άλλον να πωλή πιο εκεί μία κολώνα δύο μέτρων από φέσια μετά και άνευ φούντας, άλλον σακκάκια και πανταλόνια προς τρία δίγροσα και πιο εκεί τρίτον με τα περιστεράκια της τύχης και κάπου κρυμμένος από τους σκυμμένους πελάτας ο επιτήδειος που με τρία χαρτιά παίζει τον παπά.

Αυτό είναι το πλαίσιον. Μέσα δε; Υπήρξε μια λίμνη με ένα τεχνητό ποταμάκι χαριτωμένα. Διαυγή νερά διαρκώς ανανεούμενα με κόκκινα ψαράκια και κύκνους ήταν η χαρά των παιδιών που έβαζαν τα καραβάκια των και χαίρονταν. Η λίμνη επεχωματώθη και τελευταία κατελείφθη από παράγγες εγγλέζικες. Χωρίς να είμαι ζαγλουλιστής, θυμώνω με αυτήν την ειδεχθή ασχημίαν της κατοχής.

Έτσι το εν τρίτον του κήπου έγινε καντίνα. Έπειτα ένα μεγάλο καφενείο, ένα θέατρο και ένα ρεστωράν και τα ουρητήρια δεν άφηκαν τόπο για δένδρα και λουλούδια. Αλλ΄ ο συναγωνισμός του βανδαλισμού είναι πυρετώδης. Αρμένιοι, Ιταλοί (προ πάντων αυτοί), Γάλλοι, Όρουα ελ Όσκα, Εταιρία προς προστασίαν της παρθενίας των υπηρετριών, φιλική εταιρία των ζώων, και άλλαι φιλανθρωπικαί ή φιλοκτηνικαί συμμορίαι δίνουν εκεί τας καταστρεπτικάς ευεργετικάς των. Κοντάρια λοιπόν στραβοβαλμένα και τυλιγμένα σε πανιά χρωματιστά, σκοινιά με ηλεκτρικά φώτα, φαναράκια ντενεκεδένια με κεριά, παντιέρες των 30 συμμάχων που αλληλοτρώγονται αφού έφαγαν την Γερμανίαν και έφαγαν απ΄ αυτήν ως και του Αννάμ τη σημαία για να μην παραπονεθή το Αννάμ, λάκκοι εδώ, γενικό τσαλαπάτημα χλόης και λουλουδιών και η πόρτα του Βουλάκου με σκαλωσιές από παλιόξυλα και πανικά και επιγραφές και θυρεούς γερμένους και μέσα μεγάλα τσαντίρια με χρυσωμένες γύψινες πολυθρόνες με τις εν τέλει που μοιάζουν σαν καμήλες σε μπουντουάρ κομψές κυρίες και δυο τρεις μουσικές να ορύωνται απελπιστικά, όλ΄ αυτά μαζί αποτελούν την ευεργετικήν. Την άλλη μέρα το θέαμα είναι σπαρακτικό. Όλα ριχμένα, σπασμένα, απαίσια, γυμνωμένα μαρτυρούν πως απ΄ εδώ πέρασε το αριστούργημα της πλάσεως, το βρωμερότερον ζώον που λέγεται Άνθρωπος. Λέγουν πως μας έπλασε ο Θεός καθ΄ ομοίωσιν του. Πως θα ήμασταν αν μας έπλαττε ο διάβολος;¨.