Η Θάλεια Φλωρά – Καραβία μια καταξιωμένη κοσμοπολίτισσα ζωγράφος εγκαταλείπει στα σαράντα της τα καλλιτεχνικά σαλόνια της Αλεξάνδρειας για να ταξιδέψει στην εμπόλεμη Ελλάδα και να ακολουθήσει βήμα – βήμα τον Ελληνικό Στρατό σε ολόκληρο τον πόλεμο του 1912-1913.
Παρακολούθησε από κοντά τις επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού κρατώντας ημερολόγιο και αποτυπώνοντας διάφορα στιγμιότυπα, τα οποία εξέδωσε το 1936 σε βιβλίο με τίτλο “Εντυπώσεις από τον πόλεμο του 1912-1913. Μακεδονία-Ήπειρος”. Παρακολούθησε επίσης τη Μικρασιατική Εκστρατεία και τις επιχειρήσεις στο αλβανικό μέτωπο, απεικονίζοντας τη ζωή των στρατιωτών, τοποθεσίες και μνημεία.
Την βρίσκουμε στο αυτοκίνητο που μπαίνει πρώτο, μαζί με τον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο στα Γιάννενα, έχοντας παρακολουθήσει όλη τη προσπάθεια για να καταληφθεί το Μπιζάνι, το κλειδί για να ανοίξουν οι πύλες της πρωτεύουσας της Ηπείρου. Να τι γράφει στο ημερολόγιο της λίγο πριν την κρίσιμη μάχη:
«Παρ’ όλο το δριμύ ψύχος, βγαίνομε από τη σκηνή.
Τι γαλήνη στη φύση και τι άγρια την ταράζουν οι βροντές των τηλεβόλων στον καθαρόν ουρανόν με το βαθύ σαπφειρένιο χρώμα!
Ξεχωρίζει, σαν από σμάλτο, η χιονισμένη άσπρη κορυφή της Ολύτσικας με τα σκοτεινά πλευρά της, σαν αμέθυστο.
Κάτω βαθειά, στη δεντροσκεπασμένη και χαλικόστρωτη κοίτη του, ο Λούρος όλο και ψιθυρίζει κι αυτός με τους αφρούς του…
Και όλην αυτή την ωραία συμφωνία της γαλήνης και της χαράς του ανοιξιάτικου ξυπνήματος σπαράσσουν άγρια οι απαίσιες βαρειές βροντές των τηλεβόλων, των έργων του θανάτου και του ολέθρου…
Χαρά στα παλληκάρια, που δίνουν τόση ομορφιά στη φωτιά και στο θάνατο, με την υπέροχη περιφρόνηση του κινδύνου και με την αγάπη της ωραίας πάλης για την ελευθερία.
Τραγουδούν τα ηρωικά παιδιά, ενώ οι οβίδες πέφτουν επάνω στα βουνά, εκεί που θ’ ανεβούν…»