Κάθε κομμάτι ενός αρχείου είναι μια ιστορία από μόνο του. Ξέχωρη από κάθε άλλη, παίρνει μορφή από κάθε έγγραφο, ή ακόμα κι από κάθε σημάδι που ανακαλύπτει ένας ιστορικός και με τη μεριά του, το μεταφέρει σε άλλο χρόνο και τόπο· το κρατάει ζωντανό με την καταγραφή.
Στην Αλεξάνδρεια, έφτασα κατά τα τέλη του περασμένου Μάη, με σκοπό να μαζέψω υλικό για τη διδακτορική μου έρευνα. Με πρώτο σταθμό την ελληνική κοινότητα Αλεξανδρείας και επόμενο αυτή του Καΐρου, η έρευνά μου είχε και έχει ως σκοπό να συγκεντρώσει υλικό σχετικό με την ελληνική παροικία της Αιγύπτου. Σε ποιά ακριβώς παροικία αναφέρομαι, ίσως διερωτηθείτε. Θα σας πω πως, το ενδιαφέρον μου εστιάζεται στους παροίκους που πήραν την απόφαση να παραμείνουν στην Αίγυπτο μετά τη δεκαετία του 1960 και συγκεκριμένα, μετά τον απόηχο των εθνικοποιήσεων. Οι λόγοι παραμονής και όχι οι λόγοι φυγής, που έχουν κατά καιρούς καταγραφεί και αναλυθεί, είναι το βασικό στοιχείο αυτής της εργασίας. Σ’αυτό το άρθρο δε θα αναφερθώ στο θέμα της εργασίας μου, αλλά θα μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου, όσον αφορά την παροικία και τη μέχρι τώρα ιστορική της καταγραφή, καθώς και τις ερωτήσεις που μου γεννήθηκαν ερευνώντας το συγκεκριμένο θέμα, από αρχειακής και ιστοριoγραφικής σκοπιάς.
Όπως είναι γνωστό, στο μεγαλύτερο μέρος της Αλεξανδρινής παροικίας, η κοινότητα Αλεξανδρείας δε διατηρεί κάποιο οργανωμένο αρχείο, ωστόσο διαθέτει ένα πολύ σημαντικό υλικό, σχεδόν εξ ολοκλήρου ανεξερεύνητο. Ως νέα ιστορικός, οι προκλήσεις που συνάντησα με σκοπό να ερευνήσω ένα μικρό μέρος αυτού του αρχείου ήταν μεγάλες. Το ανεκμετάλλευτο υλικό, το οποίο έχει συλλεχθεί και ίσως ξεχαστεί μέσα στο χρόνο, με έκανε να σκεφτώ την πορεία της ίδιας της παροικίας και πώς αυτή αντιμετωπίστηκε και καταγράφηκε στη μέχρι πρότινος ιστορία. Το γεγονός ότι η μέχρι τώρα ιστοριογραφία έχει ασχοληθεί με ένα συγκεκριμένο κομμάτι του παροικιακού παρελθόντος, το οποίο διακόπτεται εκεί κάπου γύρω στο 1960, χτίζοντας ένα ορισμένο κομμάτι αναμνήσεων, δηλώνει ξεκάθαρα το ποιά κομμάτια της ιστορικής μνήμης θέλουμε να κρατήσουμε και πώς τα διαχειριζόμαστε, με σκοπό την ιστορική σύνθεση. Επιπλέον, το ότι δίνεται έμφαση στους λόγους που έθεσαν τέλος σ’ αυτό το “ιστορικό παρελθόν” χωρίς καμία σχεδόν αναφορά στη συνέχειά του, γεννά την ερώτηση, για ποιό λόγο αφήνουμε άλλα κομμάτια της ιστορικής μνήμης ανεκμετάλλευτα; Ποιού είδους ιστορική μνήμη ψάχνουμε και καταγράφουμε, και με ποιό σκοπό; Επί προσθέτως, πως μπορεί να συσχετιστεί το ιστοριογραφικό “τέλος” της παροικίας με ένα ημιτελές αρχείο; Τι είδους ενδιαφέρον, ή καλύτερα, έλλειψη ενδιαφέροντος αποκαλύπτει; Από τη μια είναι το υλικό ενός αρχείου που δίνει έναυσμα στους ιστορικούς για μελέτη, αλλά κι από την άλλη είναι η επιλογή των ιστορικών για συγκεκριμένα κομμάτια ιστορίας, που δίνει ή στερεί ζωή από ένα αρχείο.
Σίγουρα οι λόγοι για να δημιουργηθεί ή και να διατηρηθεί ένα αρχείο δεν αρχίζουν και σταματούν μόνο στη θέληση. Λόγοι όπως οι οικονομικοί παίζουν ένα σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την απόφαση. Το ερώτημα όμως είναι και βαραίνει εδώ περισσότερο τους ιστορικούς και μελετητές του χώρου: Ποιός είναι ο ρόλος μας στην επεξεργασία ενός αρχείου και κατ’ επέκταση, στην “αποκάλυψη” ξεχασμένων κομματιών της ιστορίας; Από την άλλη, πως μπορούμε εμείς οι ίδιοι, ως καταγραφείς της ιστορίας, να ευαισθητοποιήσουμε και κατ’ επέκταση, να παρακινήσουμε τους αρμόδιους φορείς για κάποιο “ξεσκόνισμα” της μνήμης; Πως μπορεί αυτό να συμβάλει στην οργάνωση ενός αρχείου και έπειτα, σε μια πιο ολιστική καταγραφή της ιστορίας;
Τα ερωτήματα προφανώς είναι αρκετά και γεννιούνται ακόμη περισσότερα αν κάποιος τα αναλογισθεί. Πως μπορούν να απαντηθούν; Αναγνωρίζοντας πρωτίστως πως η ιστορία και η ιστορική μνήμη δε δημιουργούνται από μόνες τους. Πως τόσο η παραγωγή καινούριων κομματιών, όσο και η αναπαραγωγή των ήδη υπαρχόντων σηματοδοτούν το ποιά ιστορία θέλουμε να κρατήσουμε, καθώς και ποιά κομμάτια μνήμης έχουμε επιλέξει να αναπολούμε.
ΕΥΤΥΧΙΑ ΜΥΛΩΝΑ
*Η Ευτυχία Μυλωνά είναι Υποψήφια Διδάκτορας Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Λάιντεν στην Ολλανδία. Παράλληλα διδάσκει στο Προπτυχιακό πρόγραμμα του Τμήματος Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Λάιντεν στην Χάγη.