Πέτρος Μάγνης (1880-1953): ένας αιγυπτιώτης λυρικός ποιητής

001

002

Ο Κωνσταντίνος Γ. Κωνσταντινίδης (ψευδ. Πέτρος Μάγνης) γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου στα 1880. Μαθήτευσε στο δημοτικό σχολείο και στο σχολαρχείο του χωριού του και συνέχισε τις σπουδές του σε γυμνάσια του Βόλου και της Σύρου. Από την εφηβική του ηλικία άρχισε να γράφει τα πρώτα ποιήματά του. Σώζεται ένα νεανικό ποίημα του 1899 σε καθαρεύουσα με τίτλο «Επί τη θανή του εθνικού ευεργέτου Γεωργίου Αβέρωφ». Αργότερα φοίτησε στη Νομική Σχολή και στην Ανωτάτη Εμπορική Ακαδημία Ρουσσοπούλου.

Αρκετά πρωτόλεια ποιήματα δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες του Βόλου και σε περιοδικά της Αθήνας. Το ποιητικό ταλέντο του, όμως, ωρίμασε στην Αίγυπτο. Αναλογιζόμενος τα χρόνια που πέρασε στην Αθήνα σημειώνει σε λίγες γραμμές:

«Στην Αθήνα ζώντας, ουδέποτε πλησίασα, να γνωριστώ από κοντά και να με γνωρίσουν, λογίους εκείνης της εποχής. Ούτε και ζήτησα κανενός τη γνώμη για την αξία των έργων μου. Ανέκαθεν στάθηκα δάσκαλος και κριτής του εαυτού μου».

Στην Αίγυπτο ο Μάγνης έφτασε το 1903 για να εργαστεί για πολλά χρόνια σε πόλεις και κωμοπόλεις της αιγυπτιακής ενδοχώρας στα εμπορικά γραφεία του Γ. Κανισκέρη που εμπορεύονταν κατά κύριο λόγο βαμβάκι.

Λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, εγκατεστημένος στη Γκίργκα, αφηγείται ότι η μετανάστευσή του στην Αίγυπτο έγινε όχι με σκοπό να αποκτήσει μεγάλο πλούτο, αλλά για να μην λιμοκτονήσει «αλά Μαρτζώκη και Παπαδιαμάντη, παραμένοντας στην Αθήνα και ασχολούμενος αποκλειστικά με τη λογοτεχνία. Θεραπεύοντας όμως εδώ συγχρόνως τον Λόγιο με τον Κερδώο Ερμή, πείσθηκα, ύστερα από μαύρη πείρα, πως το ρητό «ουκ έξεστιν δυσίν Κυρίοις δουλεύειν», έχει τη θέση του». Η περίπτωση του Μάγνη είναι ανάλογη με εκείνη πολλών αιγυπτιωτών που έγραψαν λογοτεχνικά, πεζογραφικά και ποιητικά κείμενα ενώ εργάζονταν σκληρά για την επιβίωσή τους.

Επηρεασμένος από κάποιες ουμανιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες της εποχής του γράφει ποιήματα που τα ομαδοποιεί με την ονομασία «Κόκκινες σελίδες» και καυτηριάζει από τη μια μεριά την πλουτοκρατία, ενώ, από την άλλη υπερασπίζεται το δίκαιο των φτωχών και των καταπιεσμένων. Αξίζει να αναφερθεί το γεγονός ότι στέλνει στο αθηναϊκό περιοδικό «Νουμάς» ένα επαινετικό άρθρο για τον Μουστάφα Κάμελ, τον νεαρό ηγέτη της αιγυπτιακής αντίστασης στη βρετανική αποικιοκρατία. Ανάμεσα σε άλλα παρατηρεί:

«Νάταν Ρωμηός και να ζούσε στην Ελλάδα με τέτοια αρχή και πρόγραμμα, σίγουρα θα πέθαινε στην ψάθα περιφρονημένος. Γιατί για την επικράτηση μιας σωστικής ιδέας δεν αρκεί μονάχα ένας Μουστάφα Κάμελ˙ χρειάζεται και λαός μορφωμένος να τον καταλαβαίνει και ο λαός μορφώνεται με τα σκολειά και τις υγιεινές διδασκαλίες των διδασκάλων του. Πράγματα ανύπαρχτα στο έθνος μας».

Από την έναρξη κυκλοφορίας του αλεξανδρινού λογοτεχνικού περιοδικού «Νέα Ζωή» στα 1904 ο Μάγνης στέλνει ποιήματά του για δημοσίευση. Στα 1908 εκλέγεται μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού. Τον επόμενο χρόνο, όμως, διαφωνώντας με τις γλωσσικές επιλογές του το εγκαταλείπει και μαζί με τον αδερφό του Πήλιο Ζάγρα και άλλους λογοτέχνες (Χρ. Ζερβό, Κ. Τσαγκαράδα κ.ά) εκδίδει το περιοδικό «Σεράπιον» που τάσσεται ανεπιφύλακτα στο πλευρό των δημοτικιστών της εποχής.

Στα 1914 ο Μάγνης κυκλοφορεί στην Αλεξάνδρεια την πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Από τα τραγούδια της Σέμης», ενώ στα 1926 προσθέτοντας και ορισμένα καινούρια ποιήματα ξανατυπώνεται με την ονομασία «Τα τραγούδια της Σέμης και άλλα».  Αρκετά χρόνια αργότερα, στα 1933, κυκλοφόρησε τη συλλογή «Αρχιλόχεια», με εμφανή αναφορά στον Αρχίλοχο, τον αποκαλούμενο και «Όμηρο των ιάμβων». Η παραπάνω ποιητική συλλογή με δέκα όλα κι όλα ποιήματα θεωρείται ως το ωριμότερο έργο του ποιητή, για το οποίο, μεταξύ άλλων, ο ίδιος σημειώνει σε μια επιστολή του στον γιατρό Θεόδωρο Καβούρ:

«Έγραψα τ’ «Αρχιλόχειά»  μου, όχι βέβαια για να μυκτηρίσω και μαστιγώσω, καθώς εκείνος μέχρι θανάτου, αλλ’ απλώς για ν’ αστειευθώ και θωπεύσω ειρωνικά μερικές ανθρώπινες αδυναμίες.

Γι’ αυτό και σαν προσέξη κανείς μ’ αγάπη τα ποιήματά μου, θα δη πως διαπνέονται από κάποια ευγενικιά κι αιθέρια ειρωνεία που και σ’ αυτόν ακόμα τον αμέσως θιγόμενον προκαλεί το φαιδρό γέλωτα.

Με το να γραφούν όμως τ’ «Αρχιλόχεια» σε φόρμα ελεύθερη, τους κόλλησε η ρετσινιά πως είνε Καβαφικά, γι’ αυτό και κανείς δεν τα πρόσεξε στην ουσία, άλλοι από αντιπάθεια προς το Καβαφικό είδος, κι άλλοι με τη θεωρία πως από του Καβάφη ανώτερα δε μπορεί να είνε, άρα κι ανάξια προσοχής».

Στις «Λαδανιές κι’ ερείκια» του 1936, γραμμένες στην επαρχιακή Γκίργκα, πηγή της έμπνευσης είναι η νοσταλγία του γενέθλιου τόπου, η οποία αποδίδεται με λυρικούς τόνους. Τα «Κυκλάμινα» του 1938 είναι χωρισμένα σε δυο μέρη, το πρώτο αποπνέει έναν λυρισμό που αντλείται από βιώματα του παρόντος, ενώ το δεύτερο κυριαρχείται από μια «φιλοσοφική στοχαστικότητα» και μια θεματική ενότητα που έχει επίκεντρο την Αίγυπτο και τα φαραωνικά μνημεία. Στις «Πασχαλιές και χειμωνάνθια» του 1944 υπάρχει μια σύνθεση των «Αρχιλόχειων» και του γνώριμού του λυρισμού της νοσταλγίας και της φυγής. Της τελευταίας αυτής συλλογής προηγήθηκε η απόδοση στη δημοτική του τροπάριου της Κασσιανής. Στα 1947 κυκλοφορεί τη συλλογή «Τα μετά το έπος», η οποία χαρακτηρίζεται από την λατρεία για την Ελλάδα, την έκφραση πικρίας και οργής για τις τραγικές τύχες της μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.

Τα «Άπαντα» του Πέτρου Μάγνη κυκλοφόρησαν στην Αλεξάνδρεια στα 1957 σε δυο τόμους όπου συμπεριλαμβάνονται και πολλά ανέκδοτα ποιήματα.

Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος σημειώνει επιγραμματικά στα 1943 για τον ποιητή: «Ο Πέτρος Μάγνης, ένας λαμπρός ποιητής, [είναι] ο σπουδαιότερος ίσως μετά τον Καβάφη». Ο Μανώλης Γιαλουράκης, έχοντας μελετήσει το σύνολο του έργου του ποιητή, παρατηρεί: «Φυσιολάτρης μυστικιστής – υπήρξε τέκτων – κάποτε αρνητής της Θρησκείας («Κόκκινες σελίδες»), κι άλλοτε πιστός της, (αξιόλογη είναι η μετάφρασή του τού τροπαρίου της Κασσιανής), εικονοκλάστης και συντηρητικός, βασανίστηκε από αντιφάσεις, ίσως γιατί έζησε σε μιαν εποχή ζυμώσεων κι ανακατατάξεων». Ο Ι. Μ Χατζηφώτης επισημαίνει: «Με τον Πέτρο Μάγνη κλείνει ο κύκλος των τριών πρώτων αλεξανδρινών ποιητών. Με δεδομένη την απόσταση από τον Καβάφη, ποιητή πανελληνίου κύρους με παγκόσμια απήχηση, Αλιθέρσης και Μάγνης συνθέτουν, μ’ εκείνον στην κορυφή, την πυραμίδα των αξιολογότερων ποιητών της Αλεξάνδρειας.

003004005