Ο Χαλεπάς και η ιστορία της ελληνικής διασποράς

Η σκηνή έχει κάτι το μυθιστορηματικό: ένα απόγευμα του Μαΐου του 2010, δύο Ελληνες εξετάζουν ένα ένα τα μνήματα στο ιστορικό κοιμητήριο Bellu, το μεγαλύτερο και παλαιότερο του Βουκουρεστίου. Δεν καταφέρνουν όμως να εντοπίσουν αυτό που θέλουν και κοντεύουν να φύγουν άπραγοι. Λίγο προτού δύσει ο ήλιος και κλείσουν οι πόρτες, βρίσκονται τελικά μπροστά σε αυτό που αναζητούσαν: είναι ένας θαυμάσιος επιτύμβιος άγγελος, φτιαγμένος από τη σμίλη του Γιαννούλη Χαλεπά. Εκθαμβωτικά όμορφος, ο δαφνοστεφανωμένος νέος κρατάει ανάποδα μια δάδα ως νεκρικό σύμβολο. Ο γλύπτης Πραξιτέλης Τζανουλίνος και ο αρχιτέκτων Δημήτρης Κουτσογιάννης, που ειδικεύεται στην αναστήλωση, τον ξεχώρισαν αμέσως από τους εκατοντάδες άλλους αγγέλους του νεκροταφείου, διότι εξέπεμπε χάρη και φως. «Ηταν σχεδόν σαν να ανέπνεε» λένε στην «Κ», προσθέτοντας ότι μέχρι να τον δούνε από κοντά η ύπαρξή του αναφερόταν μόνο στα βιβλία για τη ζωή του καλλιτέχνη. Ο Χαλεπάς τον φιλοτέχνησε μαζί με έναν ακόμη άγγελο το 1875 προτού πάει στο Μόναχο, όταν πέρασε ένα χρονικό διάστημα στη Ρουμανία, όπου ο πατέρας του είχε ανοίξει εκεί εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής. Δυστυχώς, όμως, το δεύτερο γλυπτό έχει εξαφανιστεί και στη θέση του υπάρχει ένα αντίγραφο από τσιμέντο.

Εθνικοί θησαυροί

Ο «Αγγελος» του Χαλεπά είναι ένας εθνικός θησαυρός εκτός συνόρων. Δεν είναι ο μόνος. Τα ελληνικά νεκροταφεία του Σισλί στην Κωνσταντινούπολη, στην Τεργέστη της Ιταλίας, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου βρίσκεται η τελευταία κατοικία πολλών επιφανών Ελλήνων της διασποράς, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν υπαίθρια μουσεία νεοκλασικής γλυπτικής. Πολλά από τα ταφικά μνημεία είναι μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας διά χειρός σπουδαίων γλυπτών συμπατριωτών μας. Και μπορεί στη χώρα μας να ξέρουμε μόνον το Α΄ Νεκροταφείο με την περίφημη «Κοιμωμένη» του Τήνιου γλύπτη, όμως σπουδαία δείγματα κοιμητηριακής τέχνης υπάρχουν στην Ερμούπολη της Σύρου, στο Αργοστόλι και το Ληξούρι της Κεφαλονιάς, το Γαλαξίδι, το Ναύπλιο, το Λεωνίδιο, την Τρίπολη, τη Χαλκίδα, τη Σκιάθο, τη Μυτιλήνη και τη Θεσσαλονίκη. Την ώρα που άλλες χώρες επενδύουν στην τουριστική ανάδειξη των κοιμητηρίων τους, με συνέδρια και δράσεις (δείτε λ.χ. το πρόγραμμα του ευρωπαϊκού δικτύου Association of Significant Cemeteries), εμείς δεν έχουμε καταλάβει ακόμη την αξία τους. Η «Κ» με τη βοήθεια ειδικών κάνει σήμερα μια μικρή περιήγηση σε κάποια εξ αυτών, με αφορμή την επικείμενη μεταφορά της «Κοιμωμένης» του Τήνιου γλύπτη από τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη στο Α΄ Νεκροταφεiο Αθηνών στην Εθνική Γλυπτοθήκη στο Γουδί, ώστε να γίνουν έργα συντήρησης. Η απόφαση διχάζει τους ειδικούς, καθώς μερικοί θεωρούν ότι δεν πρέπει να φύγει από τη θέση της.

Η εκκίνηση της περιήγησης πρέπει να γίνει από το Σισλί στην Πόλη. Το μεγαλύτερο ελληνορθόδοξο νεκροταφείο εκτός ελληνικού χώρου καταλαμβάνει 38 στρέμματα σε ένα από τα πιο πολυζήτητα «φιλέτα» γης στη σημερινή Κωνσταντινούπολη. Ηδη στα όμορα οικόπεδα έχουν σηκωθεί τεράστιοι ουρανοξύστες αλλά και το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο σε ισλαμικό έδαφος. Εκεί είναι θαμμένο το DNA της ελληνικής αστικής τάξης, από τους Ζαρίφηδες, τους Σκυλίτσηδες μέχρι τους Μαυρογορδάτους και τους Ροδοκανάκηδες. Είναι όλοι οι σπουδαίοι Ρωμιοί που εκπροσωπούσαν την πιο δυναμική κοινότητα της Πόλης κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, με την πνοή των μεταρρυθμίσεων την περίοδο του Τανζιμάτ. Κατά τα Σεπτεμβριανά του 1955, το νεκροταφείο βεβηλώθηκε από τον τουρκικό όχλο που κατέστρεψε μνήματα, πέταξε έξω τα οστά, φθάνοντας στο σημείο να βγάλει από το χώμα ακόμη και πρόσφατα θαμμένους νεκρούς για να τους μαχαιρώσει. Τα επόμενα χρόνια, όσοι Ελληνες απέμειναν στην κοινότητα προσπάθησαν να μαζέψουν τα λείψανα των παππούδων τους, αλλά η κατάσταση του νεκροταφείου επιδεινωνόταν από τη φθορά του χρόνου. Τη δεκαετία του ’70 οι Τούρκοι μας είχαν μάλιστα αφαιρέσει και τους τίτλους ιδιοκτησίας.

Λέγεται ότι χρειάστηκε μια επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Ομπάμα στην Πόλη μαζί με τον ελληνικής καταγωγής υπεύθυνο Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών John Negroponte στην Τουρκία για να αλλάξει η μοίρα του κοιμητηρίου. Ο Negroponte πήγε να επισκεφθεί τον τάφο των προγόνων του Νεγρεπόντηδων και θέλησε να αφήσει χρήματα για τη συντήρησή του. Καθώς όμως χρειαζόταν η έγκριση από την τουρκική κυβέρνηση για οποιοδήποτε αναστηλωτικό έργο, το Πατριαρχείο βρήκε την ευκαιρία να αναδείξει το ζήτημα και έτσι –με τη βελτίωση και των ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το 2009– ο αγώνας του Πατριάρχη και της κοινότητας Σταυροδρομίου για τη διάσωση του Σισλί απέφερε καρπούς. Ηδη από το 2010, όπως μας πληροφορεί ο ερευνητής Νίκος Μιχαηλίδης, έχουν συντηρηθεί πάνω από 70 αξιόλογα ταφικά μνημεία από Ελληνες και Τούρκους τεχνίτες και μέσα από δωρεές που συγκεντρώθηκαν για τον σκοπό αυτόν στην Ελλάδα. Ανάμεσά τους είναι έργα των Σώχου, Βιτάλη, Φιτάλη, καθώς και πολλών αγνώστων Τηνίων μαρμαρογλυπτών. «Σήμερα, η εικόνα του νεκροταφείου έχει αλλάξει εντελώς», λέει στην «Κ» ο τέως καθηγητής στο Τμήμα Συντήρησης των ΤΕΙ Αθήνας Ηλίας Νομπιλάκης, που ξέρει από πρώτο χέρι το έργο της αποκατάστασης, στον χώρο του οποίου ο τίτλος ιδιοκτησίας πρόσφατα επεστράφη εντέλει ξανά στην ελληνική κοινότητα ως χειρονομία καλής θέλησης από την Τουρκία.

Υπέροχα μνημεία

Ο κ. Νομπιλάκης γνωρίζει καλά και το κοιμητήριο της Αλεξάνδρειας, που επίσης έχει υπέροχα ταφικά μνημεία τα οποία βρίσκονται ευτυχώς σε αρκετά καλή κατάσταση, ανάμεσα στα οποία εκείνα των οικογενειών Αβέρωφ, Ράλλη, Ροδοκανάκη, Λαγουδάκη, Σαλβάγου, του ποιητή Καβάφη από τη σμίλη γλυπτών όπως ο Λάζαρος Φιλιππότης, οι αδελφοί Βιδάλη κ.λπ. «Πρόκειται για καλλιτεχνικά έργα υψηλής αισθητικής που αποτυπώνουν την τεράστια ακμή του ελληνικού στοιχείου», υπογραμμίζει. «Το ίδιο ισχύει και για την Τεργέστη», συμπληρώνει ο Πραξιτέλης Τζανουλίνος, που έχει επισκεφθεί το ελληνορθόδοξο κοιμητήριο, τονίζοντας όμως ότι εκεί οι περισσότεροι γλύπτες των ταφικών μνημείων είναι ιταλικής καταγωγής. Σε ολόκληρο τον 19ο αιώνα, πάντως, και στις αρχές του 20ού ελληνικά καΐκια μετέφεραν μάρμαρο σε πολλά λιμάνια της Ιταλίας αλλά και της Μαύρης Θάλασσας. Ετσι στο νεκροταφείο στο Βουκουρέστι υπάρχουν μνήματα φτιαγμένα από αυτό το υλικό, ενδεχομένως και τα ταφικά μνημεία στο Μπροστένι της Ρουμανίας της οικογενείας Ζάππα να είναι επίσης από ελληνικό μάρμαρο.

«Τα ελληνορθόδοξα νεκροταφεία που βρίσκονται εκτός των συνόρων είναι και αυτά πατρίδα μας. Εκεί διαβάζεις την ιστορία μας», λέει ο Δημήτρης Κουτσογιάννης, ο αρχιτέκτων που έχει δει από κοντά πολλά εξ αυτών. «Είμαστε τυχεροί που οι ελληνικές κοινότητες στο εξωτερικό ήκμασαν σε μια περίοδο που είχε επιρροή ο νεοκλασικισμός και μας άφησαν μια υπέροχη καλλιτεχνική κληρονομιά, η οποία άντλησε έμπνευση και από την αρχαία Ελλάδα. Πολλά ταφικά μνημεία θυμίζουν μικρούς ελληνικούς ναούς ή το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη. Η γλυπτική είναι μια πολύ ακριβή τέχνη που μόνον οι πλούσιοι μπορούσαν να κάνουν παραγγελίες και αυτό μαρτυρά την οικονομική ευρωστία και την αισθητική καλλιέργεια των Ελλήνων των κοινοτήτων αυτών».

Απόψεις αντίθετες

Το Α΄ Νεκροταφείο διαθέτει 12.000 μνήματα. Περί τα 700 από αυτά έχουν ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, φιλοτεχνημένα από κλασικούς γλύπτες του 19ου αιώνα έως και δημιουργίες του Ζογγολόπουλου. Σε λίγες ημέρες κυκλοφορεί ένας εξαιρετικός οδηγός για το κοιμητήριο από τις εκδόσεις Ολκός με την επιμέλεια της Μάρως Καρδαμίτση – Αδάμη και τη συνεργασία της Μαρίας Δανιηλίδη από τον Δήμο Αθηναίων. Η αρχιτέκτων, ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΜΠ, θεωρεί ότι η «Κοιμωμένη» δεν πρέπει να φύγει από τη θέση της, «διότι, εάν αρχίσει αυτή η τακτική, σε λίγο θα πρέπει να αφαιρούμε και άλλα γλυπτά για λόγους προστασίας και θα αποψιλωθεί το νεκροταφείο». Μαζί της συμφωνεί ο τέως καθηγητής στο Τμήμα Συντήρησης των ΤΕΙ με ειδίκευση στην πέτρα, Ηλίας Νομπιλάκης, που υπογραμμίζει ότι το γλυπτό αυτό δημιουργήθηκε για ένα συγκεκριμένο περιβάλλον από το οποίο δεν πρέπει να αποκοπεί.

Ο γλύπτης Πραξιτέλης Τζανουλίνος υποστηρίζει, αντιθέτως, ότι για να μπορέσουν να το χαρούν και οι επόμενες γενιές θα πρέπει να μείνει στο προστατευμένο πλαίσιο της γλυπτοθήκης, τονίζοντας ότι δεν κινδυνεύει μόνον από ατμοσφαιρικούς ρύπους αλλά και από τους βανδαλισμούς και υπενθυμίζοντας ότι πριν από χρόνια ένας άγνωστος της είχε βάψει μαύρο το πρόσωπο με σπρέι. Τον φόβο της ανθρώπινης φθοράς έχει και ο αρχιτέκτων-αναστηλωτής Δημήτρης Κουτσογιάννης: «Πρέπει να φύγει διότι κινδυνεύει και το χρέος μας είναι να το στείλουμε ανέπαφο στο μέλλον».

Εχει ενδιαφέρον, πάντως, ότι το ίδιο ερώτημα για την απομάκρυνση της «Κοιμωμένης» από τον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη είχε τεθεί και στον Χαλεπά, όταν τον είχαν φέρει στην Αθήνα τα ανίψια του και ζήτησε να πάει στο Νεκροταφείο για να τη δει. Τότε είχε πει: «Δεν έχει ανάγκη, δεν παθαίνει τίποτα. Η θέσις της είναι εδώ…».

(www.kathimerini.gr)