Προτομή του Μ. Τοσίτσα στην αυλή των γραφείων της Ε.Κ.Α.

Η ιστορική διαδρομή του ελληνισμού στην Αλεξάνδρεια ανάγεται σε βάθος δύο και πλέον χιλιετηρίδων και η αρχή της σηματοδοτείται από την τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου το 331 π.Χ. από τον Μέγα Αλέξανδρο. Η παρουσία του ελληνικού στοιχείου μέσα στη μακρά διάρκεια είναι άλλοτε πρωταγωνιστική και άλλοτε λιγότερο. Στα νεότερα χρόνια γίνεται η «Αγαπημένη Πόλις» του μεγάλου μας ποιητή Κ.Π.Καβάφη, ο χώρος και ο παρελθοντικός ελληνιστικός χρόνος των περισσότερων από τα ιστορικά ποιήματά του. Στις γειτονιές της ίδιας πολιτείας εκτυλίσσεται η πλοκή της Νυχτερίδας, του τρίτου βιβλίου της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα. «Τι συνοψίζεται σ΄αυτή τη λέξη: Αλεξάνδρεια; … Πέντε φυλές, πέντε γλώσσες, μια ντουζίνα θρησκείες, πέντε στόλοι που αυλακώνουν τα νερά… Και μονάχα η ελληνική δημοτική φαίνεται να τα ξεχωρίζει…», γράφει ο Λώρενς Ντάρρελ.

Η παρουσία των Ελλήνων στην Αλεξάνδρεια, εξακολουθεί να είναι εμφανής και χαρακτηριστική ακόμη και σήμερα. Στην πόλη το βλέμμα του ταξιδιώτη πέφτει σε ελληνικά ονόματα καταστημάτων, σε περίβλεπτα νεοκλασικά κτίρια Ελλήνων αρχιτεκτόνων, σε ονόματα δρόμων ή και σε ολόκληρες συνοικίες. Το μεγάλο ρεύμα των Ευρωπαίων και κυρίως των Ελλήνων άρχισε να φτάνει στην Αλεξάνδρεια από τον 18ο αιώνα και εντείνεται στις αρχές του 19ου, κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης από τον Μωχάμεντ ΄Αλι, ο οποίος υπήρξε αναμορφωτής της χώρας και ιδρυτής της σύγχρονης Αιγύπτου. Είναι τότε, λίγο μετά την ελληνική επανάσταση, που ξεκινά ένα συνεχώς αυξανόμενο μεταναστευτικό κύμα προς την Αλεξάνδρεια και αρχίζει η ευρωπαϊκή περίοδος η λεγόμενη και κοσμοπολίτικη στην ιστορία της πόλης. Το λιμάνι της, βασικό διαμετακομιστικό κέντρο της χώρας, γίνεται ένα από τα σπουδαιότερα και πλέον ονομαστά λιμάνια της Μεσογείου. Οι Έλληνες διακρίθηκαν σε πάμπολλους οικονομικούς τομείς, όπως στην καλλιέργεια, την εφεύρεση των πιο σημαντικών ποικιλιών, την παραγωγή, τη μεταποίηση και το εμπόριο βάμβακος, καπνού και σιτηρών, στη βιομηχανία ποτοποιίας, στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως και σε πληθώρα οικονομικών και εμπορικών δραστηριοτήτων. Τα μέλη της κοινότητας διατηρούσαν τα περισσότερα εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια, θεατρικές και κινηματογραφικές αίθουσες, νυχτερινά κέντρα, ξενοδοχεία, οπωροπωλεία, παντοπωλεία, φουρνάρικα, ζαχαροπλαστεία, τυπογραφεία, φωτογραφικά στούντιο, ενώ πολλοί εργάτες εργάστηκαν στην πραγματοποίηση διάφορων έργων ευποιίας της πόλης. Στις αρχές του εικοστού αιώνα ο αριθμός των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας υπερέβαινε τις εκατόν είκοσι χιλιάδες.

Η ελληνική κοινότητα ήταν η μεγαλύτερη ξένη κοινότητα της Αλεξάνδρειας εκείνη την εποχή. Τα μέλη της ίδρυσαν στην πόλη έναν μεγάλο αριθμό συλλόγων, αθλητικών σωματείων, ομίλων καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, λογοτεχνικών εκδόσεων. Οι ‘Έλληνες διακρίθηκαν ιδιαίτερα στην Λογοτεχνία, τις εικαστικές Τέχνες και σε πολλούς επιστημονικούς τομείς (ιατρική, φαρμακολογία, γεωπονία, αρχιτεκτονική κλπ.). Καθώς η παροικία αυξανόταν συνεχώς ανέκυψε η ανάγκη να οργανωθεί με κατάλληλους θεσμούς. Οι πρωτεργάτες και μεγάλοι ευεργέτες του ελληνισμού της Αλεξάνδρειας, για παράδειγμα η οικογένεια Τοσίτσα, μεριμνεί για να χτιστεί στα 1830 το πρώτο ελληνικό νοσοκομείο, το αποκαλούμενο «Νοσοκομείο των Γραικών», σε ιδιόκτητο οικόπεδο του Μ.Τοσίτσα. Στην ίδια περίπου εποχή και περιοχή θεμελιώνεται το πρώτο Ελληνικό Σχολείο της παροικίας. Όλα τα οικοδομήματα βρίσκονται κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Σάββα.